Σπαρτοκίδες

1. Καταγωγή – Πηγές

Σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελιώτη1 το 438/437 π.Χ. η εξουσία του βασιλείου του Βοσπόρου, έπειτα από 42 χρόνια ηγεμονίας των Αρχαιανακτιδών, περιήλθε στο νέο ηγεμόνα, το Σπάρτοκο,2 του οποίου η βασιλεία διήρκεσε μόνο επτά χρόνια. Η νέα δυναστεία που ιδρύθηκε από το Σπάρτοκο ονομάστηκε Σπαρτοκίδες και διατήρησε την εξουσία του βασιλείου του Βοσπόρου σχεδόν 300 χρόνια, μέχρι το τέλος του 2ου αι. π.Χ.

Δε γνωρίζουμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η αλλαγή της δυναστείας. Οι Αρχαιανακτίδες εκθρονίστηκαν με βίαιο τρόπο, ή ο Σπάρτοκος κληρονόμησε την εξουσία με ειρηνικά και νόμιμα μέσα; Οι ιστορικοί κλίνουν προς την πρώτη εκδοχή, κυρίως διότι τα ονόματα τόσο του ιδρυτή όσο και των συνεχιστών της δυναστείας είναι θρακικής καταγωγής και ανήκουν στο βασιλικό γένος των Οδρυσών. Στηριζόμενοι σε αυτό το δεδομένο οι ιστορικοί κάνουν κάποιες υποθέσεις: Ίσως ο Σπάρτοκος ήταν Θρακιώτης μισθοφόρος με ισχυρή επιρροή στο στράτευμα του Βοσπόρου ή στον αντιπρόσωπο του τοπικού σκυθικού-θρακικού περιβάλλοντος, που ήταν όμως σε μεγάλο βαθμό εξελληνισμένο. Από επιγραφικές μαρτυρίες,3 στοιχεία από νομίσματα και φιλολογικές πηγές4 έχουμε στη διάθεσή μας λεπτομερείς πληροφορίες για τη διαδοχή της δυναστείας.

Για κάποια μέλη της δυναστείας των Σπαρτοκιδών υπάρχουν λεπτομερείς πληροφορίες, ενώ κάποιων άλλων σώζεται μόνο το όνομα. Οι πηγές φωτίζουν επαρκώς τη βασιλεία των Σατύρου Α΄, Λεύκωνος Α΄, Σπαρτόκου Γ΄ και Παιρισάδη Α΄. Από το Διόδωρο5σώζεται ένας χρονολογικός πίνακας της βασιλείας τους, ενώ από το Στράβωνα μας παραδίδεται μια σύντομη σύνοψη για τις περιόδους βασιλείας των αρχόντων του Βοσπόρου: «Ένα μεγάλο χρονικό διάστημα το Παντικάπαιον διοικήθηκε ως μοναρχία από τη δυναστεία του Λεύκωνος, του Σατύρου και του Παιρισάδη, όπως επίσης και οι γειτονικοί οικισμοί κοντά στο νότιο τμήμα της λίμνης Μαιώτιδος και από τις δύο πλευρές, έως ότου ο Παιρισάδης παρέδωσε την κυριαρχία της περιοχής στο Μιθριδάτη. Τους αποκαλούσαν τυράννους, αν και οι περισσότεροι εξ αυτών, αρχικά ο Παιρισάδης και ο Λεύκων, αποδείχτηκαν δίκαιοι κυβερνήτες και, μάλιστα, ο Παιρισάδης απολάμβανε τιμές όμοιες με αυτές των θεών. Ο τελευταίος από αυτούς τους μονάρχες έφερε επίσης το όνομα Παιρισάδης, αλλά δεν μπόρεσε να προβάλει αντίσταση στους βαρβάρους, που συνέχιζαν να ζητούν ανταλλάγματα, περισσότερα απ’ ό,τι στο παρελθόν, κάτι που συντέλεσε ώστε να παραδώσει τελικά ο Παιρισάδης την κυριαρχία του στο Μιθριδάτη Ευπάτορα».6 Σχετικά με το χαρακτήρα της εξουσίας των Σπαρτοκιδών, οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται σε αυτούς με τους όρους «τύραννοι» και ενίοτε «βασιλείς» ή «δυνάστες». Ως εκ τούτου ο τυραννικός χαρακτήρας της εξουσίας τους είναι δεδομένος.

2. Η μορφή της εξουσίας των Σπαρτοκιδών

Όπως αποκαλύπτουν πολυάριθμες επιγραφές, συχνά ο βασιλιάς του Βοσπόρου κυβερνούσε μαζί με τον αδελφό ή το γιο του· αυτό εξηγεί γιατί οι ιστορικοί συχνά μιλούν για το συλλογικό χαρακτήρα της τυραννίδας του Βοσπόρου. Με αυτό τον τρόπο ο Βόσπορος ανέπτυξε μια ιδιαίτερη μορφή εξουσίας, ασυνήθιστη για τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο. Η κυριαρχία των αυτόνομων δημοκρατικών πόλεων μειώθηκε σημαντικά υπέρ μιας προσωποκεντρικής τυραννικής εξουσίας. Ενίοτε το φαινόμενο αυτό ορίζεται ως «πρωτοελληνισμός». Οι E.H. Minns και M.I. Rostovtzeff πίστευαν ότι η μορφή εξουσίας των Σπαρτοκιδών προανήγγειλε την ελληνική μοναρχία.7Όπως είναι γνωστό, η μοναρχική εξουσία εμφανίστηκε αργότερα υπό την ηγεσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ως μια σύνθεση της οργάνωσης μιας ελληνικής πόλης αλλά και του ανατολίτικου δεσποτισμού. Η εμφάνιση μιας παρόμοιας μορφής εξουσίας στο Βόσπορο, ενάμιση αιώνα πριν από τον Αλέξανδρο, μπορεί να θεωρηθεί καινοτομία του βασιλείου του Βοσπόρου.

3. Η πολιτική των Σπαρτοκιδών

Ήδη από το τέλος του 5ου αι. π.Χ., οι Σπαρτοκίδες ακολούθησαν επεκτατική πολιτική. Το πρώτο «θύμα» ήταν η ελληνική πόλη του Νυμφαίου, που βρισκόταν νότια του Παντικαπαίου και ήταν πιθανόν μέλος της Α΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το Νυμφαίον ενσωματώθηκε στο βασίλειο του Βοσπόρου, έπειτα από ένοπλη επέμβαση που έγινε στο διάστημα της βασιλείας του Σατύρου Α΄, μεταξύ του 410 και του 405 π.Χ. Η Θεοδοσία, ελληνική πόλη νοτιοανατολικά της Κριμαίας, με στρατηγική σημασία εξαιτίας του λιμανιού της που δεν πάγωνε καθόλου κατά τη διάρκεια του έτους, ήταν ο επόμενος στόχος της επεκτατικής πολιτικής των Σπαρτοκιδών. Οι αρχαίοι συγγραφείς μάς πληροφορούν ότι η μάχη για τη Θεοδοσία ήταν σκληρή και μακροχρόνια. Η Θεοδοσία είχε την υποστήριξη της Ηράκλειας Ποντικής και περιβαλλόταν από ισχυρά τείχη.8 Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της9 σκοτώθηκε και ο Σάτυρος Α΄. Πιθανόν ο γιος του, ο Λεύκων Α΄, κατάφερε να ενσωματώσει την πόλη στο Βόσπορο, καθώς σύμφωνα με επιγραφικές μαρτυρίες αναφέρεται ως «άρχων του Βοσπόρου και της Θεοδοσίας», υπονοώντας την υποταγή της τελευταίας στο βασίλειο του Βοσπόρου. Στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. οι ηγεμόνες του Βοσπόρου, προκειμένου να προστατέψουν την περιοχή από τους πολεμικούς κατοίκους των στεπών της Κριμαίας, κατασκεύασαν ένα σύστημα από προστατευτικά αναχώματα, τα οποία εκτείνονταν από βορρά προς νότο στα δυτικά των παράκτιων πόλεων (π.χ. το ανάχωμα του Uzunglar).

Στο διάστημα της βασιλείας του Σατύρου Α΄ και του Λεύκωνος Α΄, η επικράτεια του βασιλείου του Βοσπόρου επεκτάθηκε και προς τα ανατολικά. Κάποιοι ιστορικοί θεωρούν πιθανό ότι μεγάλες ελληνικές πόλεις της ασιατικής πλευράς του Βοσπόρου (όπως η Φαναγορία και ο Σινδικός Λιμήν) ενσωματώθηκαν με βίαιο τρόπο στο βασίλειο του Βοσπόρου. Ο επόμενος στόχος ήταν η καθυπόταξη των τοπικών φύλων της χερσονήσου του Ταμάν, των Σινδών και των Μαιωτών, και της ανατολικής ακτής της Αζοφικής θάλασσας. Έπειτα από μακρύ διπλωματικό και στρατιωτικό αγώνα, η Σινδική ενσωματώθηκε στο βασίλειο του Βοσπόρου, αλλά είχε εξελληνιστεί σε μεγάλο βαθμό ήδη από τον 5ο αι. π.Χ., λόγω των στενών επαφών με το Βόσπορο. Αργότερα καθυποτάχθηκαν και προσαρτήθηκαν στο βασίλειο και τα υπόλοιπα μαιωτικά φύλα, γεγονός που εκφράζεται και στον τίτλο που έφεραν οι βασιλείς του Βοσπόρου. Έτσι, ο Λεύκων Α΄ έγινε ο πρώτος μονάρχης που αποκαλούνταν, εκτός από «άρχων του Βοσπόρου και της Θεοδοσίας», και «βασιλιάς των Σινδών, Τορεατών, Δανδαρίων και Ψησσών».10 Ο γιος του, ο Παιρισάδης Α΄, πρόσθεσε στον τίτλο του τα ονόματα των φύλων των Θάτεων και των Δόσκων, ή απλώς αυτοαποκαλούνταν «ο βασιλιάς των Σινδών και όλων των Μαιωτών».11 Ο Πολύαινος μας δίνει πληροφορίες σχετικά με ένα επεισόδιο από τον αγώνα του βασιλιά του Βοσπόρου Σατύρου Α΄ μαζί με το Σινδό βασιλιά Εκαταίο ενάντια στους Μαιωτούς.12 Έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι ο Σάτυρος Α΄, γιος του Γοργίππου, όταν μετέβη στη Σινδική για να ρυθμίσει κάποιες εσωτερικές υποθέσεις, μετονόμασε το Σινδικό Λιμένα (πρωτεύουσα της Σινδικής) σε Γοργιππία. Από επιγραφές που βρέθηκαν στην περιοχή του Βοσπόρου πληροφορούμαστε ότι ο Παιρισάδης Α΄ ήταν «ο άρχοντας όλης της γης που εκτείνεται ανάμεσα στο ακρότατο σημείο της Ταυρικής και των συνόρων με τη γη του Καυκάσου».13 Ο Δημοσθένης αναφέρεται στον πόλεμο ανάμεσα στον Παιρισάδη και τους Σκύθες,14 και ο Στράβων σημειώνει ότι ο Παιρισάδης μετά το θάνατό του θεοποιήθηκε.15 Ο Παιρισάδης, η λατρεία του οποίου επιβίωσε μέχρι τους πρώτους αιώνες μετά Χριστόν, ετάφη στο βασιλικό τύμβο του Tsarskij, κοντά στο Παντικάπαιον.

4. H επικράτεια του βασιλείου του Βοσπόρου

Γύρω στο τρίτο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ., το βασίλειο του Βοσπόρου είχε διαμορφώσει τα εξωτερικά του σύνορα, τα οποία διατήρησε μέχρι το τέλος της αρχαιότητας. Το βασίλειο καταλάμβανε μια έκταση περίπου 5.000 τ.χλμ. και αποτελούσε το μεγαλύτερο ελληνικό κράτος της εποχής μετά το σικελικό βασίλειο του Διονύσου. Περιλάμβανε περίπου 30 πόλεις και εκτεταμένους οικισμούς διαφορετικής υπόστασης, καθώς και μια μεγάλης έκτασης γεωργική περιοχή.

Η ενσωμάτωση της μεγάλης «βαρβαρικής χώρας» στο κράτος είχε αδιαμφισβήτητη επίδραση στη διαμόρφωση ενός τέτοιου τύπου κράτους – αυτό το πρότυπο εξελίχθηκε αργότερα, με την εμφάνιση των ελληνιστικών βασιλείων. Είναι αξιοσημείωτο για την εξέλιξη της μοναρχικής εξουσίας στο Βόσπορο ότι οι Σπαρτοκίδες, οι προκάτοχοι των οποίων τον 5ο και τον 4ο αι. π.Χ. εμφανίστηκαν ως «άρχοντες» των ελληνικών πόλεων και «βασιλείς» των βαρβαρικών φύλων, ήδη περίπου από τον 3ο αι. π.Χ. αναγορεύτηκαν βασιλείς όλων των κατοίκων του βασιλείου του Βοσπόρου (όπως ο Σπάρτοκος Γ΄).16 Παρόλο που πρακτικά όλες οι πλευρές της εξουσίας (στρατιωτική, εσωτερική και εξωτερική πολιτική, δημοσιονομική διαχείριση, δικαστική εξουσία) βρίσκονταν στα χέρια του εκάστοτε βασιλιά του Βοσπόρου, οι ελληνικές πόλεις διατήρησαν επί μακρόν κάποια επιφανειακά δείγματα πολιτικής αυτονομίας, όπως για παράδειγμα η κοπή νομισμάτων που έπαιρναν τα ονόματα κατοίκων του Παντικαπαίου. Την ίδια στιγμή, γνωρίζουμε από λόγο του Αισχίνη ότι ο Σάτυρος Α΄ δώρισε την ελληνική πόλη των Κήπων στον Αθηναίο Γύλωνα, που είχε καταφύγει στο Βόσπορο,17 κάτι το οποίο σημαίνει ότι τις πόλεις δεν τις κυβερνούσε κάποιο συμβούλιο εκλεγμένο από τους πολίτες, αλλά μεμονωμένα άτομα προερχόμενα από το στενό βασιλικό περιβάλλον.

Πιθανόν και οι βαρβαρικές φυλές, που είχαν υποχρεωθεί να πληρώνουν φόρο υποτέλειας στους βασιλείς του Βοσπόρου και να τους προμηθεύουν με στρατιωτικό εξοπλισμό,18 απολάμβαναν επίσης κάποιο βαθμό αυτονομίας και κυβερνούνταν από δικούς τους ηγέτες. Μέλη της σκυθικής αριστοκρατίας βρίσκονταν στην υπηρεσία των βασιλέων του Βοσπόρου και ζούσαν σε ελληνικές πόλεις. Στοιχείο που μαρτυρεί αυτό το γεγονός είναι οι πολυάριθμοι πλούσιοι σκυθικοί τύμβοι στα περίχωρα του Παντικαπαίου και στη νεκρόπολή του κατά τον 4ο αι. π.Χ.

5. Λατρεία

Η λατρεία του Απόλλωνα Ιατρού είχε ιδιαίτερη σημασία για τη δυναστεία των Σπαρτοκιδών. Η λατρεία αυτή είχε τεθεί υπό την προστασία τους, ενώ κάποιοι από τους Σπαρτοκίδες ήταν αρχιερείς του Απόλλωνα.

6. Οικονομία

Η πολιτική, κοινωνική και οικονομική σταθερότητα, που βασιζόταν στα συμφέροντα όλων, και των κατοίκων των ελληνικών πόλεων και του πληθυσμού των βαρβαρικών φύλων, αποτελούσε αναγκαία προϋπόθεση για την οικονομική ευημερία του βασιλείου του Βοσπόρου και για την εμπορική του εξάπλωση στον ελληνικό κόσμο. Μελετώντας Έλληνες ρήτορες, όπως το Λυσία, τον Ισοκράτη και το Δημοσθένη, όπως επίσης και επιγραφές από την Αθήνα και το Βόσπορο, πληροφορούμαστε ότι τον 4ο αι. π.Χ. απεστάλη στην Αθήνα μια πολύ μεγάλη ποσότητα σιτηρών. Από το τέλος ήδη του 5ου αι. π.Χ., οι ηγεμόνες του Βοσπόρου είχαν φιλικές σχέσεις με την Αθήνα. Για παράδειγμα, οι Σπαρτοκίδες, που έλεγχαν το εμπόριο σιτηρών, το 356 π.Χ. παρέδωσαν στην Αθήνα 400.000 μεδίμνους (16.380 τόνους) σιτηρών, όπως αναφέρει ο Δημοσθένης.19 Από ένα τιμητικό ψήφισμα από την Ακρόπολη των Αθηνών πληροφορούμαστε ότι το 284 π.Χ. ο βασιλιάς του Βοσπόρου Σπάρτοκος Γ΄ δώρισε στους Αθηναίους 15.000 μεδίμνους σιτηρών (590 τόνοι). Για το λόγο αυτό, οι Αθηναίοι ανέγειραν προς τιμήν του δύο χάλκινους ανδριάντες του στην αγορά και την Ακρόπολη της πόλης «κοντά στα αγάλματα των προγόνων του».20 Το αθηναϊκό κράτος παραχώρησε στο Λεύκωνα (και στον πατέρα του, το Σάτυρο) την αθηναϊκή υπηκοότητα καθώς και κάποια άλλα δικαιώματα.

Ο Βόσπορος παρήγε και άλλα αγαθά: ψάρια, μαλλί, γούνες και εισήγε κρασί, ελιές, χειροποίητα είδη, αλλά και είδη πολυτελείας.21 Πολλοί άρχοντες επέτρεψαν σε Αθηναίους εμπόρους το δικαίωμα εισαγωγής εμπορευμάτων χωρίς δασμούς. Η πρακτική αυτή βοήθησε στην ακμή του ελληνικού εμπορίου στο Βόσπορο, το οποίο επεκτάθηκε και στις γειτονικές βαρβαρικές φυλές.

Τον 3ο και το 2ο αι. π.Χ. εμφανίστηκαν στο Βόσπορο κάποια συμπτώματα οικονομικής και πολιτικής κρίσης. Την κρίση αυτή προκάλεσαν δύο παράγοντες: Πρώτον, ο επαναπροσδιορισμός των εμπορικών συνδέσεων είχε επίπτωση την απώλεια ενδιαφέροντος από την πλευρά των Αθηναίων για αγορά σιτηρών από το Βόσπορο. Ως αποτέλεσμα, το εμπόριο ζώων, ψαριών και σκλάβων κέρδισε την πρώτη θέση. Στα μέσα του 3ου αι. π.Χ. η κοπή χρυσών και αργυρών νομισμάτων σταμάτησε. Αντίθετα παρατηρήθηκε αξιοσημείωτη αύξηση της δραστηριότητας των βαρβαρικών φύλων στις βόρειες ακτές του Εύξεινου Πόντου. Την ίδια περίοδο παγιώθηκε η ηγεμονία των Σαρματών στις στέπες. Οι Σκύθες που είχαν εκδιωχθεί από τους Σαρμάτες εγκαθίδρυσαν στην Κριμαία το βασίλειό τους τον 3ο αι. π.Χ., και οι Ασιάτες Σκύθες άρχισαν να ασκούν πίεση στην περιφέρεια του βασιλείου του Βοσπόρου, στην περιοχή των Σινδών και των Μαιωτών. Τελικά, όλοι αυτοί οι παράγοντες συντέλεσαν στην πτώση της δυναστείας των Σπαρτοκιδών και στην κατάρρευση του βασιλείου του Βοσπόρου στο τέλος του 2ου αι. π.Χ.

7. Παρακμή του βασιλείου του Βοσπόρου

Μετά το θάνατο του Παραισάδη Α΄, η διαμάχη ανάμεσα στους γιους του Σάτυρο Β΄, Εύμηλο και Πρύτανι προκάλεσε αναταραχή στο βασίλειο. Ο Διόδωρος αφηγείται με λεπτομέρειες τα γεγονότα αυτού του αδελφοκτόνου πολέμου.22 Ο Εύμηλος, που βγήκε νικητής από αυτήν τη διαμάχη, κυβέρνησε περίπου πέντε χρόνια και ήταν ο τελευταίος ισχυρός ηγεμόνας του Βοσπόρου. Ένα από τα επιτεύγματά του σχετίζεται με τον αγώνα του ενάντια στους πειρατές: ο Εύμηλος απελευθέρωσε τον Εύξεινο Πόντο από τις πειρατικές φυλές των Ταυρίων, των Ηνιόχων και των Αχαιών.23 Κανένας από τους ηγεμόνες που ακολούθησαν δεν απέκτησε τόσο μεγάλη φήμη, όπως τουλάχιστον μπορούμε να συμπεράνουμε από τις πηγές.

Κατά τη βασιλεία του Μιθριδάτη Στ΄ συνέβησαν δραματικά γεγονότα. Στο τέλος του 2ου αι. π.Χ., όταν οι Σκύθες της Κριμαίας είχαν αυξήσει την πίεσή τους στη Χερσόνησο, ο Μιθριδάτης έστειλε εκεί το στρατό του υπό την ηγεσία του Διοφάντου, ο οποίος είχε συντρίψει τους Σκύθες στην Κριμαία το 110 και το 109 π.Χ. και τώρα είχε αναμειχθεί στις εσωτερικές υποθέσεις του γειτονικού Βοσπόρου. Εκεί, ένας άνδρας με το όνομα Σαύμακος ηγήθηκε της εξέγερσης των Σκυθών και σκότωσε το βασιλιά του Βοσπόρου Παιρισάδη Ε΄. Ο Διόφαντος κατάφερε να καταστείλει την εξέγερση και προσέδεσε το βασίλειο του Βοσπόρου στη σφαίρα επιρροής του Μιθριδάτη. Τα γεγονότα αυτά τα πληροφορούμαστε από ένα τιμητικό ψήφισμα από τη Χερσόνησο που στήθηκε προς τιμήν του Διοφάντου,24 όπως επίσης και από τα λόγια του Στράβωνα,25 που αναφέρει ότι πριν από το θάνατό του ο Παιρισάδης παρέδωσε με τη θέλησή του το βασίλειό του στο Μιθριδάτη. Κατά συνέπεια, η εξέγερση του Σαυμάκου πιθανότατα είχε σκοπό να εμποδίσει αυτήν ακριβώς την εξέλιξη.

8. Αποτίμηση

Όσον αφορά την οργάνωσή του, το βασίλειο του Βοσπόρου εμφανίζεται ελληνικό, αλλά υπό την επίδραση διαφορετικών παραγόντων, κυρίως λόγω της γειτνίασης με πολεμικές φυλές βαρβάρων και της αναγκαιότητας συνύπαρξης με αυτές στον ίδιο χώρο, διαμόρφωσε τελικά ένα δικό του ιδιόμορφο πολιτικό σύστημα, που ορισμένες πτυχές του προανήγγειλαν τα χαρακτηριστικά των ελληνιστικών μοναρχικών καθεστώτων. Εφαρμόζοντας αυτό το σύστημα, το βασίλειο του Βοσπόρου επιβίωσε περίπου 300 χρόνια, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στα πολιτικά και διεθνή πράγματα του ελληνιστικού κόσμου.




1. Διόδ. Σ. 12.31.1.

2. Ο Διόδωρος, όπως και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, τον αναφέρει «Σπάρτακο». Σε τοπικές επιγραφές, όμως, απαντά περισσότερο ως «Σπάρτοκος».

3. Είναι συγκεντρωμένες στις ακόλουθες εκδόσεις: Latyschev, B. (επιμ.), Inscriptiones orae septentrionalis Ponti Euxini Graecae et Latinae I, II, IV (I2, 1916) (Petropoli 1885-1901), περισσότερα στο IPE, και Corpus inscriptionum Regni Bosporani (Moscow – Leningrad 1965), περισσότερα στο CIRB.

4. Μεμονωμένα επεισόδια από την ιστορία του βασιλείου του Βοσπόρου σώζονται σε έργα από τους: Αριστοτέλη, Λυσία, Ισοκράτη, Αισχίνη, Δημοσθένη, Δείναρχο, Στράβωνα, Αρποκρατίωνα, Διόδωρο, Αινεία Τακτικό, Πολύαινο, Αθήναιο κ.ά.

5. Διόδ. Σ. 12.31.1, 12.36.1, 14.93.1, 15.52.10, 16.31.6, 20.22 κ.ά.

6. Στράβ. 7.4.4.

7. Minns, E.H., Scythians and Greeks. A Survey of Ancient History and Archaeology on the North Coast of the Euxine from the Danube to the Caucasus (Cambridge 1913), σελ. 565, 577, 613· CAH 22, σελ. 561, 568, 572, 582-588.

8. Πολύαιν. 5.23, 6.9.3-4.

9. Δημ. 20.33.

10. Βλ. CIRB 6, 1037, 1038.

11. CIRB 9-11, 971, 972, 1015, 1039, 1040.

12. Πολύαιν. 8.55.

13. CIRB 113.

14. Δημ. 34.8.

15. Στράβ. 7.4.4.

16. CIRB 19-21, 23, 974, 1043.

17. Αισχίν. 3.171-172.

18. Σχετικά με τη συμμετοχή των σκυθικών στρατευμάτων στον αγώνα του Λεύκωνος ενάντια στη Θεοδοσία, βλ. Πολύαιν. 6.9.

19. Δημ., Κατά Λεπτίνου 31-32.

20. IG II² 653.

21. Βλ. Πολύβ. 4.38.4-5.

22. Διόδ. Σ. 20.22-24.

23. Διόδ. Σ. 20.25.

24. IPE I² 352.

25. Στράβ. 7.4.4.