1. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Α 24. Στην τουρκική γλώσσα kol = βραχίονας, dere = κοιλάδα. 2. Για τη μουσουλμανική φάση του χωριού βλ. Emecen, F., XVI. Asırda Manisa Kazâsı (Ankara 1989), σελ. 173. 3. Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι.-1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες. Από το μιλλέτ των Ρωμιών στο ελληνικό έθνος (Αθήνα 1997), σελ. 240-241. 4. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Α 24. 5. «Στατιστικός Πίναξ της Επαρχίας Εφέσου (έδρα Μαγνησίας)», Ξενοφάνης 2 (Αθήνα 1905), σελ. 426-427. Υπάρχει και η άποψη ότι ήταν αμιγώς ελληνικό χωριό με 1.500 Έλληνες. Βλ. Ακόγλου, Ξ.Κ., «Εννέα παραμύθια του χωριού Κόλντερε», Μικρασιατικά Χρονικά 7 (Αθήνα 1957), σελ. 360. 6. Σύμφωνα με πληροφορίες όμως κατοίκων υπαγόταν στο καϊμακαμλίκι του Κασαμπά. 7. Ο Ξ.Κ. Ακόγλου [Ακόγλου, Ξ.Κ., «Εννέα παραμύθια του χωριού Κόλντερε», Μικρασιατικά Χρονικά 7 (Αθήνα 1957), σελ. 360] αναφέρει πως το Κόλντερε ήταν αυτοκρατορικό κτήμα (τσιφλικάτ-χουμαγιούν), αφού ο σουλτάνος το είχε αγοράσει, το έκανε κτήμα του δημοσίου και το εκχώρησε στους χωρικούς, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν σε αυτόν έντονα για την εκμετάλλευση που υφίσταντο από τον Αρμένη έμπορο της Σμύρνης Μπαλιόζογλου, στον οποίο ανήκε πρωτύτερα το τσιφλίκι. Βλ. και παράθεμα «Η γη του χωριού». 8. Τα παραπάνω στοιχεία αφορούν το έτος 1905. Βλ. «Στατιστικός Πίναξ της Επαρχίας Εφέσου (έδρα Μαγνησίας)», Ξενοφάνης 2 (Αθήνα 1905), σελ. 426-427. |