1. Μετανάστευση προς αναπτυσσόμενα κέντρα μεταλλουργίας
Η μεγάλη ανάπτυξη των μεταλλείων της Αργυρούπολης αρχικά και ολόκληρης της περιοχής Χαλδίας στη συνέχεια, αλλά και τα προνόμια που δόθηκαν σε όσους εμπλέκονταν στη λειτουργία τους, συντέλεσαν στην αύξηση του πληθυσμού της περιοχής. Ανάλογες εξελίξεις σημειώθηκαν στο Σεμπινκαραχισάρ, μέρος του πληθυσμού του οποίου πιθανόν να προερχόταν και από την Αργυρούπολη,1 και σε άλλα κέντρα μεταλλουργίας, όπως οι πόλεις Μπιλετζίκ, Κιγί και Βαν.
2. Μετανάστευση από την περιοχή Χαλδίας
2.1 Αίτια
Ειδικά όσον αφορά την Αργυρούπολη, την αρχική τάση για συγκέντρωση πληθυσμού ακολούθησε από τα μέσα του 17ου αιώνα η αντίθετή της, κατά τη διάρκεια της οποίας υπήρξε μετακίνηση εκτός των ορίων της Χαλδίας και του Πόντου. Στην εξέλιξη αυτή οπωσδήποτε συνέβαλε η μεγάλη συγκέντρωση σε μια ορεινή περιοχή όπως η Χαλδία, η οποία δε διέθετε ιδιαίτερους πόρους εκτός των μεταλλείων, με αποτέλεσμα μέρος του πληθυσμιακού πλεονάσματος να αναζητήσει αλλού την τύχη του. Συνδέεται όμως στενά και με τη φύση της μεταλλουργίας εκείνη την εποχή. Οι συχνές μετακινήσεις μεταλλωρύχων προς αναζήτηση νέων περιοχών πλούσιων σε μεταλλεύματα ανήκαν στις κανονικότητες του επαγγέλματός τους και οδηγούσαν στην ίδρυση νέων οικισμών στις περιοχές αυτές.
Η αναζήτηση ενθαρρυνόταν από το κράτος, το οποίο θα αντλούσε κέρδη από την εκμετάλλευση των νέων μεταλλείων. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε ανέθεσε στο γενικό εμίνη και στο γενικό αρχιμεταλλουργό της Αργυρούπολης την έρευνα για νέα μεταλλεύματα, αλλά και την εκμετάλλευσή τους. Συμφέρον από την επέκταση των δραστηριοτήτων των μεταλλουργών της Αργυρούπολης είχε και η εκκλησία, αφού οι δωρεές των αρχιμεταλλουργών προς πατριαρχεία αποτελούσαν συχνά σημαντική πηγή εσόδων. Μεγαλύτερο όμως όφελος αποκόμιζε ο μητροπολίτης Χαλδίας, καθώς οι νέοι οικισμοί, αν και βρίσκονταν εκτός των ορίων της μητροπόλεως, ανήκαν στη δικαιοδοσία του. Στα αίτια της επέκτασης θα πρέπει να συμπεριληφθούν και οι προσωπικές φιλοδοξίες των αρχιμεταλλουργών και η επιδίωξή τους για κέρδη. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε την εξέλιξη του οδικού δικτύου, το οποίο παρέκαμπτε μετά από κάποιο σημείο την Αργυρούπολη, επιτρέποντας την απευθείας σύνδεση ορισμένων περιοχών με την Τραπεζούντα. Αν συνυπολογιστεί και η αυξανόμενη από το τέλος του 17ου αιώνα προτίμηση στη θαλάσσια οδό, μέσω Τραπεζούντας, για την αποστολή των προϊόντων των μεταλλείων στην Κωνσταντινούπολη, γίνεται απολύτως κατανοητή η ίδρυση οικισμών στα παράλια του Πόντου. Στη μετακίνηση αυτή τέλος πρέπει να οδήγησε, εκτός βέβαια από την εξάντληση των μεταλλευμάτων, και η σταδιακή εξάντληση του δασικού πλούτου λόγω της συστηματικής υλοτόμησης για την παραγωγή της απαραίτητης ξυλείας και κάρβουνου για τα μεταλλεία.
2.2 Μετανάστευση
Με αυτές τις διαδικασίες ιδρύθηκαν οικισμοί μεταλλωρύχων στις περιοχές Σαμψούντας, Κερασούντας, Κοτυώρων και Τριπόλεως, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το μεταλλείο στο Έσπιε. Όσοι εγκαταστάθηκαν σε αυτούς τους οικισμούς παράλληλα με τη μεταλλουργία ασχολούνταν και με τη γεωργία, αφού το έδαφος ήταν πολύ πιο εύφορο. Με σημείο εκκίνησης τη Χαλδία όμως ιδρύθηκαν οικισμοί και στις περιοχές Σεμπινκαραχισάρ, Ερζερούμ, Παϊπούρτη, Χαρπούτ και Ντιαρμπεκίρ, όπου βρίσκονταν τα πολύ σημαντικά μεταλλεία Κεμπάν και Αργαναμαντέν.
Η σταδιακή εξάντληση των αποθεμάτων των μεταλλείων της Χαλδίας στα τέλη του 18ου αιώνα, πρόβλημα που επιτάθηκε εξαιτίας των ανεπαρκών τεχνολογικών γνώσεων της εποχής, έθεσε σε κίνδυνο την υπεροχή της Αργυρούπολης ως κέντρου μεταλλουργίας. Στη διατήρηση της θέσης της σημαντικό ρόλο έπαιξε η παραγωγή των εκτός Χαλδίας μεταλλείων που ελέγχονταν από την Αργυρούπολη. Η εξέλιξη αυτή είχε αποτέλεσμα να ενταθεί η μετανάστευση Πόντιων μεταλλωρύχων και να επεκταθεί και σε πιο απομακρυσμένες περιοχές. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ιδρύθηκαν τα μεταλλεία Άκνταγμαντεν, Γκιουμιούσμαντεν, Κεσκίν, καθώς και τα Μπουγάμαντεν και Περεκετλίμαντεν στην περιοχή του Ταύρου. Πόντιοι μεταλλωρύχοι μετανάστευσαν και προς μεταλλεία της Βιθυνίας, στο Μπιλετζίκ και στην Μπάλια. Το μεταναστευτικό ρεύμα τέλος που ακολούθησε τους δύο Ρωσοτουρκικούς πολέμους του 1829 και του 1877-1878 δεν άφησε αδιάφορους τους Πόντιους μεταλλουργούς και βέβαια επηρέασε και τη λειτουργία των μεταλλείων.
3. Πρότυπα μετανάστευσης
3.1 Μόνιμη εγκατάσταση μεταλλουργών
Η αναζήτηση νέων μεταλλευμάτων ενέπιπτε στα καθήκοντα των μεταλλουργών. Γι’ αυτό το σκοπό ταξίδευαν σε ομάδες, με αποτέλεσμα να λείπουν συχνά για μεγάλα χρονικά διαστήματα από τον τόπο καταγωγής τους. Η μετανάστευση των μεταλλουργών κατέληγε πολλές φορές σε μόνιμη εγκατάσταση και ίδρυση οικισμού κοντά στο νέο μεταλλείο. Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτει η περίπτωση του Μπουγάμαντεν, το οποίο σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε από τον έμπειρο Χατζή Λευτέρη Αποστόλογλου, αρχηγό μιας μικρής ομάδας μεταλλουργών που αναζητούσαν νέες μεταλλοφόρες περιοχές.2 Μεταλλουργοί κατευθύνονταν και σε ήδη υπάρχοντες οικισμούς προκειμένου να εργαστούν στα μεταλλεία. Η μετανάστευση αυτή αφορούσε κάποτε και ολόκληρες οικογένειες.
Το παράδειγμα των κατοίκων της Ίμερας είναι ενδεικτικό για τις επιπτώσεις της παρακμής των μεταλλείων στον πληθυσμό. Αρχικά εργάζονταν στα μεταλλεία της κοντινής τους Αργυρούπολης. Μετά την αναστολή των εργασιών σε αυτά μετανάστευσαν προς πόλεις του εσωτερικού –Ερζερούμ, Ερζιγκιάν, Αργαναμαντέν, Μαλάτεια– που βρίσκονταν σε περιοχές με μεταλλεία, στις οποίες όμως ασχολήθηκαν και με τη γεωργία και τις οικοδομικές εργασίες. Μετά το 1878 στράφηκαν προς τη Ρωσία.
3.2 Εποχιακή μετακίνηση
Εκτός από τη μόνιμη ή για σχετικά μεγάλα χρονικά διαστήματα εγκατάσταση, παρατηρήθηκε και το φαινόμενο της εποχιακής μετακίνησης με σκοπό την εργασία σε κάποιο μεταλλείο. Αυτή η πρακτική παραδίδεται για τα μεταλλεία των παραλίων του Πόντου, καθώς και για τα Κεμπάν και Αργαναμαντέν. Προφανώς, για την επάνδρωση των συγκεκριμένων μεταλλείων ακολουθούνταν παράλληλα και οι δύο πρακτικές. Η εποχιακή μετακίνηση αφορούσε τον ανδρικό πληθυσμό και γινόταν ομαδικά. Διαρκούσε από την άνοιξη μέχρι το Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα διέμεναν στον τόπο καταγωγής τους, όπου ρύθμιζαν διάφορες εκκρεμότητες, μεταξύ των οποίων και ο γάμος όσων ήταν ήδη αρραβωνιασμένοι. Έχει μάλιστα καταγραφεί σχετικό τραγούδι για τον ξενιτεμένο μεταλλωρύχο, το οποίο τραγουδούσε η οικογένειά του πριν από την αναχώρηση.
Ακόμη, έχει σημειωθεί και η αντίστροφη κίνηση. Κάποιοι μεταλλουργοί της περιοχής Χαλδίας, καθώς και άλλοι επαγγελματίες που ζούσαν σε οικισμούς των μεταλλείων, εγκατέλειπαν την περιοχή κατά τη διάρκεια του χειμώνα και κατευθύνονταν προς τα παράλια του Πόντου. Σε αυτή τη μετακίνηση συνοδεύονταν από την οικογένειά τους. Οι άνδρες απασχολούνταν σε αγροτικές εργασίες, αλλά και σε διάφορους άλλους κλάδους, και οι γυναίκες εργάζονταν ως υπηρέτριες, ενώ κάποτε ζητιάνευαν. Επέστρεφαν στους τόπους καταγωγής τους στα μέσα της άνοιξης και εργάζονταν για το υπόλοιπο διάστημα του έτους στα μεταλλεία. Σε κάποιες περιπτώσεις η εποχιακή μετακίνηση εξελισσόταν σε μόνιμη εγκατάσταση, αφού ενοικίαζαν χωράφια από τους ντόπιους γαιοκτήμονες. Στην εξέλιξη αυτή συντέλεσε και ο υπερπληθυσμός της περιοχής της Χαλδίας, που επέτρεπε στους αρχιμεταλλουργούς να αντικαταστήσουν με σχετική ευκολία τους μετανάστες, γεγονός που συνέβαλε στη σταδιακή χαλάρωση των σχετικών απαγορεύσεων.
Το κλείσιμο ενός μεταλλείου σηματοδοτούσε κάποτε και την αλλαγή επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το κλείσιμο του Άκνταγμαντεν. Οι κάτοικοι του οικισμού στράφηκαν τότε προς γεωργοκτηνοτροφικές και οικοδομικές δραστηριότητες. Κάθε καλοκαίρι ομάδες κτιστών ταξίδευαν μέχρι την Άγκυρα, την Κωνσταντινούπολη, το Ικόνιο, τα Άδανα, τη Σεβάστεια και τη Σμύρνη.