1. Γενική περιγραφή και αιτίες Οι διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τη μετανάστευση Καππαδοκών προς τη Σμύρνη ανάγονται στα μέσα του 18ου αιώνα. Η σχετική καθυστέρηση σε σύγκριση με τη μετανάστευσή τους προς την Κωνσταντινούπολη φαίνεται απόλυτα λογική, μια και η Σμύρνη αναπτύχθηκε αργότερα. Η γενικότερη πύκνωση του μεταναστευτικού ρεύματος από την Καππαδοκία κατά το 18ο αιώνα φαίνεται να έχει παίξει επίσης κάποιο ρόλο, δίνοντας ώθηση στη μετακίνηση τόσο προς παλιότερους όσο και προς νέους προορισμούς. Μετανάστες από τις περιοχές της Καισάρειας και του Ικονίου, και συγκεκριμένα από τους οικισμούς Ανδρονίκι, Ταλάς, Καισάρεια,Στέφανα,ΚερμίρκαιΣαζάλτζα, κατευθύνθηκαν προς τη Σμύρνη. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα προστέθηκαν και οι οικισμοί Ένεχιλ, Σαρμουσακλί, Τσατ, Καράτζορεν, Τσουχούρ, Τασλίκ, Ταβλοσούν, Ντελμοσό και Τσαρικλί. Ως αιτίες που ώθησαν τους πληθυσμούς να μεταναστεύσουν αναφέρονται, όπως και στην περίπτωση της μετανάστευσης προς την Κωνσταντινούπολη, οι περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες στους τόπους καταγωγής, αλλά και εξελίξεις όπως η ανάδειξη νέων οικονομικών κέντρων –όπως η Σμύρνη–, τα οποία αποτέλεσαν πόλο έλξης για τους μετανάστες. Άλλες αιτίες είναι η βελτίωση των οδικών αρτηριών και η ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου κατά το 19ο αιώνα. Ενώ η Σμύρνη αναφέρεται ως προορισμός μεταναστών ήδη από το β΄ μισό του 18ου αιώνα, φαίνεται πως η εδραίωσή της ως σημαντικού πόλου έλξης συντελέστηκε κατά το 19ο αιώνα. Σε αυτό συνηγορεί όχι μόνο το γεγονός ότι τότε αυξάνει ο αριθμός των οικισμών οι κάτοικοι των οποίων κατευθύνονται προς τη Σμύρνη, αλλά και η σημαντική πύκνωση του μεταναστευτικού ρεύματος. Έτσι, το 1834-1835 η Σμύρνη και ο Κασαμπάς απορροφούσαν το 26,8% των μεταναστών από το Ανδρονίκι, ενώ η Κωνσταντινούπολη το 23,1%.1
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1860 παρατηρείται περαιτέρω αύξηση του μεταναστευτικού ρεύματος, το οποίο πλέον δεν κατευθύνεται αποκλειστικά προς τη Σμύρνη και τον Κασαμπά, αλλά και προς την ευρύτερη περιοχή. Η εξέλιξη αυτή σχετίζεται με την ανάπτυξη της καλλιέργειας και της εμπορίας βαμβακιού στην περιοχή, αλλά και με την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Σμύρνης-Αϊδινίου το 1866. Ο σιδηρόδρομος διευκόλυνε τις μετακινήσεις ατόμων και προϊόντων από περιοχές που προηγουμένως, λόγω του υψηλού κόστους μεταφοράς, δεν ήταν προσανατολισμένες στη Σμύρνη. Το 1874 Ανδρονικιώτες είχαν εγκατασταθεί και στο Αϊδίνι, στο Βαϊνδίρι, στο Ναζλί, στο Οδεμίσι κ.α.2 2. Εγκατάσταση και μεταναστευτικά πρότυπα Οι μετανάστες ασχολήθηκαν με το εμπόριο, αλλά και με διάφορους άλλους τομείς της οικονομίας.3 Σχετικά με την εγκατάστασή τους και με τα μεταναστευτικά πρότυπα, δεν παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις από τις πρακτικές που ακολούθησαν οι συμπατριώτες τους που εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Η μετανάστευση αφορούσε κατ’ αρχάς τα άρρενα μέλη της οικογένειας και γινόταν σε μικρή ηλικία. Τα δίκτυα των συγγενών και συντοπιτών βοηθούσαν σημαντικά τους νεοφερμένους. Διατηρούσαν επαφές με τους τόπους καταγωγής τους, ενώ επέστρεφαν εκεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Κάποτε ακολουθούσε σε επόμενη φάση ολόκληρη η οικογένεια. Παρόλο που συνήθως τα νεότερα μέλη πήγαιναν εκεί όπου βρισκόταν ήδη κάποιος συγγενής τους, παρατηρείται και το φαινόμενο εγκατάστασης των μελών μιας οικογένειας σε διαφορετικές πόλεις. Αυτό συνέβαινε συνήθως όταν οι εταιρείες που είχαν ιδρύσει επεκτείνονταν σε περισσότερα του ενός εμπορικά κέντρα. Μέλη της ίδιας οικογένειας με καταγωγή από το Ανδρονίκι, λόγου χάρη, ήταν το 1834-1835 εγκατεστημένα τόσο στη Σμύρνη όσο και σε πόλεις του Πόντου.4
Μαρτυρούνται επίσης κάποιες διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη μετανάστευση των Καππαδοκών στην Κωνσταντινούπολη: Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, στη Σμύρνη η εγκατάσταση των μεταναστών δε γινόταν «κατά μάζας, όπως ήσαν εις την Πόλιν οι Ιντζεσουλιώται, Νεαπολίται κτλ.».5 Πιθανώς υπονοείται ότι δε διέμεναν σε γειτονιές ανάλογα με τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής. Η συνοικία του Αραγάτς ωστόσο κατοικούνταν από Καππαδόκες οι οποίοι απασχολούνταν ως ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό.6
Τέλος, παραδίδεται ότι οι μεικτοί γάμοι μεταξύ μεταναστών από την Καππαδοκία και ντόπιων ήταν πιο συχνοί από ό,τι στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός που καθιστούσε ευκολότερη την αφομοίωση των μεταναστών από την κοινωνία υποδοχής.7
1. Ρενιέρη, Ει., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 30. 2. Ρενιέρη, Ει., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 40-41. 3. Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι.-1919. Οι Ελληνορθόδοξες Κοινότητες από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1997), σελ. 236-237. 4. Ρενιέρη, Ει., «Ανδρονίκιο: Ένα καππαδοκικό χωριό κατά το 19ο αιώνα», Μνήμων 15 (1993), σελ. 32. 5. Τσαλίκογλου, Ε., Οι εν διασπορά Καππαδόκες: Βίος και δραστηριότητες αυτών (Αθήναι 1954, δακτυλογραφημένο χειρόγραφο κατατεθειμένο στο Κ.Μ.Σ.), σελ. 217-218. 6. Α.Κ.Μ.Σ., Ιωνία, Περιοχή Σμύρνης, Ι/1 (Σμύρνη). 7. Τσαλίκογλου, Ε., Οι εν διασπορά Καππαδόκες: Βίος και δραστηριότητες αυτών (Αθήναι 1954, δακτυλογραφημένο χειρόγραφο κατατεθειμένο στο Κ.Μ.Σ.), σελ. 216-217.
|
|
|