1. Γενικά
Καθώς η περιοχή της Μικράς Ασίας ήταν ιδιαίτερα πλούσια σε πολύτιμα μέταλλα, εκδηλώθηκε σχετικά νωρίς ενδιαφέρον για τη συστηματική τους εξόρυξη: ο χρυσός, ο άργυρος, ο χαλκός, ο σίδηρος και ο ορείχαλκος συγκαταλέγονται στα φυσικά προϊόντα της περιοχής και η εκμετάλλευσή τους ήταν από οικονομική άποψη απόλυτα ενδεδειγμένη.
2. Χρυσός
Η εκμετάλλευση κοιτασμάτων χρυσού στη Μικρά Ασία άρχισε σχετικά πρώιμα· οι αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι οι Λυδοί εκμεταλλεύονταν ορυκτό χρυσό στην περιοχή του όρους Τμώλος και τον μετέφεραν μέσω των ποταμών Πακτωλού και Έρμου.1 Δεν υπάρχει ωστόσο ομοφωνία ως προς την έναρξη εκμετάλλευσης των παραπάνω κοιτασμάτων. Αυτή τοποθετείται από άλλους στην Πρώιμη εποχή του Σιδήρου,2 από άλλους στο β΄ μισό του 8ου αι. π.Χ.,3 ακόμα και στον 7ο αι. π.Χ.4 Πιο πρόσφατα διατυπώθηκε η άποψη ότι ο χρυσός του Πακτωλού εξορυσσόταν ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. Οι πρόσφατες όμως μελέτες δεν επιβεβαιώνουν την εξόρυξη χρυσού στη Λυδία σε τόσο πρώιμο στάδιο.5 Από τις αναφορές του Ηροδότου για τον ποταμό Πακτωλό συνάγεται ότι οι Έλληνες θεωρούσαν τις Σάρδεις σημαντική αγορά πολύτιμων μετάλλων.6 Κοντά σε πολύ πλούσια χρυσοφόρα κοιτάσματα στο όρος Τμώλος βρισκόταν και η Έφεσος. Ενδέχεται τέλος η εκμετάλλευση της χρυσοφόρου περιοχής στα Άστυρα, κοντά στην Άβυδο, που αναφέρουν ο Στράβων και ο Ξενοφών, να άρχισε από τους Κλασικούς χρόνους.7 Tο γεγονός πάντως πως ο χρυσός είναι το δεύτερο κατά σειρά συχνότητας μέταλλο που αναφέρεται στον Όμηρο δε μπορεί να είναι τυχαίο.8
Γνωρίζουμε ότι κατά την Ελληνιστική περίοδο γινόταν εκμετάλλευση μεταλλείων χρυσού και αργύρου. Ελληνιστική κεραμική έχει εντοπιστεί στο μεταλλείο του Işık Dağ, στην επαρχία της Άγκυρας. Ελληνιστικά όστρακα έχουν επίσης βρεθεί στο Gure στη χερσόνησο της Biga στη βορειοδυτική Ανατολία. Στο όρος Ίδη της Τρωάδος εξορύσσονταν χρυσός και άργυρος, που προορίζονταν για το Περγαμηνό βασίλειο και την περιοχή κοντά στη Λάμψακο και την Άβυδο. Αυτό εξηγεί και την πλούσια παραγωγή αλεξάνδρειων χρυσών νομισμάτων στις παραπάνω πόλεις. Στο ορεινό εσωτερικό της περιοχής εντοπίστηκαν και άλλα μεταλλεία, π.χ. τα μεταλλεία αργύρου στον Πόντο και αυτά στο όρος Ταύρος στην Κιλικία και την Καππαδοκία.9 Από την ορολογία που χρησιμοποιεί ο Hρόδοτος προκύπτει ότι οι Ίωνες είχαν σαφή γνώση της διαδικασίας κατεργασίας του χρυσού. Η διάκριση του Ηροδότου ανάμεσα σε «χρυσόν άπλετον» και «χρυσόν άπευθον» προδίδει την γνώση της διαδικασίας συγκόλλησηςτου μετάλλου.10 Η θεσμοποίηση εξάλλου του πρώτου διμεταλλικού συστήματος από τον Κροίσο υποδηλώνει επίσης ότι οι Λυδοί ήταν σε θέση να ξεχωρίζουν το χρυσό από το ήλεκτρο.11
To πρωιμότερο εργαστήριο κατεργασίας χρυσού ανάγεται χρονικά στο 620-550 π.Χ.12 Ωστόσο, τα ποσοστά χρυσού στα νομίσματα από ήλεκτρο διάφορων μικρασιατικών κέντρων παραγωγής στο α΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. υποδεικνύουν ότι μέχρι τότε δεν ήταν γνωστή η πλήρης κατεργασία αυτού του μετάλλου· η ευρεία διάδοση αργυρών νομισμάτων στη Μικρά Ασία μετά τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. πιθανότατα συνδέεται με την τελειοποίηση των τεχνολογικών γνώσεων ως προς τα στάδια επεξεργασίας μετάλλων. Στην περιοχή του Πόντου τα περισσότερα εργαστήρια μετάλλου χρονολογούνται στον 6ο αι. π.Χ., ενώ ένας «θησαυρός» που βρέθηκε στο νησί Βerezan της Μαύρης θάλασσας και που συμπεριλάμβανε χρυσά νομίσματα και νομίσματα από ήλεκτρο από τις Ερυθρές ή από τη Μίλητο είχε προφανώς αποθηκευτεί από χρυσοχόο στις αρχές του 6ου αι. π.Χ.13
3. Άργυρος
Από το 1975, την έρευνα για τα μεταλλεία αργύρου στη Μικρά Ασία, στη Βαλκανική χερσόνησο και στα νησιά του Αιγαίου συντόνισε το Ινστιτούτο Μax Planck, σε συνεργασία με άλλους οργανισμούς. Η σχετική μελέτη του 1975 επιβεβαίωσε την εξόρυξη αργύρου στην Τρωάδα (στο όρος Ίδη) κατά τους Κλασικούς χρόνους. Με την εξόρυξη μετάλλου ενδεχομένως συνδέεται και μια επιγραφή του τοπικού άρχοντα Tarhunzas, υποτελή του βασιλιά της Tuvana, Varpalavas (738-710 π.Χ.), που βρέθηκε κοντά στο χωριό Alihoka, στη μεταλλοφόρο περιοχή Bolkardag, στη νοτιοανατολική Τουρκία. Κοντά στην περιοχή αυτή βρέθηκαν αρχαιολογικά κατάλοιπα κατεργασίας αργύρου, καθώς επίσης και σωροί αργύρου-μολύβδου με όστρακα από την εποχή του Σιδήρου.14 Φαίνεται ωστόσο πως η συστηματοποίηση της εξόρυξης αργύρου στη βορειοδυτική Μικρά Ασία θα πρέπει να αποδοθεί στους Ατταλίδες.15 Στην Τρωάδα, για παράδειγμα, εντοπίστηκε ένα όστρακο ελληνιστικού λύχνου στο μεταλλείο του Serçeören Köy στην επαρχία του Balikesir, κοντά στη θάλασσα του Μαρμαρά, ενώ ελληνιστική κεραμική έχει εντοπιστεί και στα μεταλλεία της χερσονήσου της Βiga. Τέλος, αναλύσεις ραδιάνθρακα 14 δειγμάτων από το μεταλλείο του Αltinoluk μας επιτρέπουν να χρονολογήσουμε το μεταλλείο στα μέσα του 3ου π.Χ. αι.16
4. Χαλκός
Συστηματική εξόρυξη χαλκού από τη Μικρά Ασία κατά την Αρχαϊκή περίοδο εικάζουμε ότι γινόταν, για παράδειγμα, στην ακτή απέναντι από τη Σάμο.17
Στους Κλασικούς χρόνους ο γεωγράφος Αρτεμίδωρος αναφέρει τη λειτουργία ενός μεταλλείου χαλκού στο Αδραμμύτιο μέχρι την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου· το μεταλλείο αυτό αναφέρει και ο ιστορικός Ξενοφών.18
5. Σίδηρος
Στη Μικρά Ασία υπήρχαν και μεταλλεία σιδήρου. Η Ιωνία δε διέθετε η ίδια σιδηροφόρα κοιτάσματα και αντιμετώπισε δυσκολίες για την εξασφάλιση αυτού του μετάλλου· από τον ύστερο όμως 7ο-6ο αι. π.Χ. ανοίχθηκαν νέες πηγές, καθώς οι Φωκαείς αγόρασαν σίδηρο από την Ετρουρία και αποικίστηκε η νότια ακτή του Πόντου. Σώζονται εξάλλου φιλολογικές μαρτυρίες για εξαγωγές χαλυβαίου σιδήρου και στις αγορές του Αιγαίου. Η πρώτη σχετική αναφορά τοποθετείται στο α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αξία του σιδήρου τότε ήταν μεγαλύτερη από αυτή άλλων εμπορεύσιμων μετάλλων.19
6. Ορείχαλκος
Προβληματική τέλος παραμένει η παραγωγή ορείχαλκου τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Μικρά Ασία, καθώς η περιστασιακή παρουσία αρχαίων αποθεμάτων δεν έχει επιβεβαιωθεί. Πρόσφατα βρέθηκαν αποθέματα πρώτης ύλης για την παραγωγή ορείχαλκου στην οροσειρά του Ταύρου. Η χρονολόγηση της εν λόγω παραγωγής τοποθετείται από άλλους στην 3η χιλιετία π.Χ. (με βάση τη μείωση της καύσης του οξειδίου του ορείχαλκου), σύμφωνα με τα ευρήματα στον αρχαιολογικό χώρο Göltepe στη νότια και κεντρική Τουρκία, ενώ από άλλους χρονολογείται γύρω στο 3000 π.Χ. (σύμφωνα με τα ευρήματα από το μεταλλείο ορείχαλκου Kestel).20 Μια τρίτη μερίδα μελετητών διατηρεί επιφυλάξεις ως προς αυτό, λόγω των πενιχρών στοιχείων που αποδεικνύουν την προέλευση του σχετικού μετάλλου από την παραπάνω περιοχή. Πρόσφατα υποστηρίχθηκε ότι μεταξύ της 2ης χιλιετίας και του 11ου αι. μ.Χ. γινόταν εισαγωγή ορείχαλκου από την Ανατολή, πιθανότατα από το Αφγανιστάν και από τη Μαλαισία. Ο D. Muhly επισημαίνει τη μεταφορά ορείχαλκου από την κεντρική Ανατολία διά μέσου μιας πολύ γνωστής εμπορικής οδού. Φαίνεται πως από το β΄ μισό της 3ης χιλιετίας π.Χ. σημειώθηκαν ανακατατάξεις στην παροχή μετάλλου στο Αιγαίο. Η προέλευση ωστόσο της πρώτης ύλης παραμένει αβέβαιη.21
1. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 21. Πρβ. Forbes, R.J., Metallurgy in Antiquity. A Notebook for Archaeologists and Technologists (Leiden 1950), σελ. 198 κ.ε. Healy, J.F., Μining and Metallurgy in the Greek and Roman World (London 1978), σελ. 46, 53, 57 κ.ε. Ramin, J., La technique miniere et metallurgique des Anciens (Bruxelles 1977), σελ. 201 κ.ε. Pleiner, R., Ιron Working in Ancient Greece (Praha 1969). 2. Davies, O., Roman Mines in Europe (Oxford 1935), σελ. 237. 3. Την άποψη αυτή πρέσβευε ο S. Przekowski: Waldbaum, J.C., Metalwork from Sardeis. The finds through 1974 (Cambridge 1983), σελ. 3 κ.ε. 4. Αυτό υποστήριξε κυρίως ο Roebuck: Waldbaum, J.C., Metalwork from Sardeis. The finds through 1974 (Cambridge 1983), σελ. 3 κ.ε. 5. Waldbaum, J.C., Metalwork from Sardeis. The finds through 1974 (Cambridge 1983), σελ. 3 κ.ε. 6. 5.101. Για άλλες αναφορές του Ηροδότου στον ποταμό Πακτωλό, πρβ. Ηρ. 1.69. 7. Στράβ. 13.1.23, πρβ. 14.5.28. 8. Gray, D.H.F., “Μetal-working in Homer”, JHS 74 (1954), σελ. 1 κ.ε. Ηealy, J.F., Mining and Metallurgy in the Greek and Roman World (London 1978), σελ. 46. 9. Μorkholm, Ο., Εarly Hellenistic Coinage from the Accession of Alexander to the Peace of Apamea (336 - 188 B.C.) (Cambridge 1991), σελ. 3. 10. Ηρ. 1.50. Waldbaum, J.C., Metalwork from Sardeis. The finds through 1974 (Cambridge 1983), σελ. 7, σημ. 61, με συμπληρωματική βιβλιογραφία. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 172. 11. Ηρ. 1.94. Waldbaum, J.C., Metalwork from Sardeis. The finds through 1974 (Cambridge 1983), σελ. 7, σημ. 61. 12. Waldbaum, J.C., Metalwork from Sardeis. The finds through 1974 (Cambridge 1983), σελ. 7, με βιβλιογραφία. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 172. 13. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 37. 14. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 26, σημ. 33. 15. Rostovtzeff, Μ.Ι., The Social and Economic History of the Hellenistic World (Oxford 1941), σελ. 657 κ.ε. Healy, J.F., Μining and Metallurgy in the Greek and Roman World (London 1978), σελ. 58. 16. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 290. 17. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 21. 18. Forbes, R.J., Metallurgy in Antiquity. A Notebook for Archaeologists and Technologists (Leiden 1950), σελ. 303· Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden - N. York - Koeln 1996), σελ. 187. 19. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 173-174. 20. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 28, σημ. 42. 21. Τreister, M.Y., The role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – N. York – Koeln 1996), σελ. 28-29.
|
|
|