1. Το πρόβλημα της ταυτότητας
Με το όνομα Ιωάννης δηλώνεται ο συγγραφέας (ή οι συγγραφείς) των δύο από τα σημαντικότερα κείμενα της Καινής Διαθήκης: του Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου και της Αποκάλυψης του Ιωάννου. Στον ίδιο συγγραφέα εξάλλου ανήκουν και οι τρεις Επιστολές, που, όπως και οι επιστολές του Παύλου, φαίνεται να διασώζουν σπέρματα της νεότερης ευαγγελικής διδασκαλίας και για το λόγο αυτό αποτέλεσαν θεμέλιο για τη δημιουργία μιας θρησκευτικής παράδοσης τόσο μεταξύ των ορθόδοξων χριστιανών όσο και μεταξύ των γνωστικών και των μοντανιστών. Η ταυτότητα ωστόσο του συγγραφέα παραμένει αντικείμενο προς συζήτηση.
Γνωρίζουμε ότι ο ευαγγελιστής Ιωάννης ήταν ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού. Ήταν όμως ο ίδιος που έγραψε και την Αποκάλυψη και τις Eπιστολές; Τα προβλήματα της ταύτισης του συγγραφέα του Ευαγγελίου ξεκινούν από το γεγονός ότι εντός του κειμένου ο ίδιος δεν κατονομάζει τον εαυτό του, όπως συμβαίνει στην Αποκάλυψη. Ήδη οι χριστιανοί συγγραφείς των πρώτων αιώνων διαφωνούσαν σχετικά με το αν είχαν υπάρξει ένα ή δύο διαφορετικά πρόσωπα με το όνομα Ιωάννης. Έτσι για παράδειγμα ο Ιουστίνος ταύτιζε τους δύο συγγραφείς, ενώ ο Ευσέβιος Καισαρείας πίστευε ότι ο απόστολος Ιωάννης ήταν πρεσβύτερος και ο συγγραφέας της Αποκάλυψης ήταν νεότερος. Οι διαφωνίες βέβαια αυτές οφείλονταν περισσότερο στην προσπάθεια οικειοποίησης παραδόσεων και επιχειρημάτων από τη μια ή την άλλη θεολογική παράταξη, στο ταραγμένο κλίμα των πρώτων χριστιανικών αιώνων.
2. Βιογραφικά στοιχεία
Παρά τις όποιες ενστάσεις, η σύγχρονη θεολογία φαίνεται ότι ταυτίζει τουλάχιστον το συγγραφέα του Ευαγγελίου με τον αγαπημένο μαθητή του Ιησού και μας δίνει κάποια στοιχεία για τη βιογραφία του. Ο Ιωάννης και ο αδελφός του Ιάκωβος ήταν γιοι του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης από τη Βηθεσδά της Γαλιλαίας. Μαζί με τον πατέρα τους ήταν ψαράδες στη λίμνη Γενησαρέτ. Φαίνεται πως είχαν ασπαστεί τη διδασκαλία του Ιωάννη του Βαπτιστή και ανήκαν ήδη στον κύκλο του, όταν τους επέλεξε ο Ιησούς, μετά τη βάπτισή του στον Ιορδάνη ποταμό, μαζί με τον Πέτρο και τον Ανδρέα, για να αποτελέσουν τον αρχικό πυρήνα των μαθητών του. Ακολούθησαν έτσι τον Ιησού στη Γαλιλαία. Ήταν μαζί του από τα πρώτα κιόλας στάδια της διδασκαλίας του και παρακολούθησαν τα πρώτα θαύματα, όπως το θαύμα της Κανά και την ανάσταση της κόρης του Iάειρου. Έμειναν μαζί με τον Ιησού σε όλη τη διάρκεια της πορείας του και όταν το τέλος πλησίαζε ο Ιωάννης, ο Ιάκωβος και ο Πέτρος ήταν δίπλα του στις πιο δύσκολες στιγμές: στον κήπο της Γεσθημανής, στην προετοιμασία του Μυστικού Δείπνου, στα ανάκτορα του Πόντιου Πιλάτου, στη Σταύρωση. Σύμφωνα με τις γραφές, ο Ιωάννης ήταν αυτός που έμεινε κοντά στην Παρθένο Μαρία σε όλη τη διάρκεια του μαρτυρίου, ο πρώτος που πίστεψε στην Ανάσταση του Χριστού και ο πρώτος που τον αναγνώρισε όταν ο Ιησούς μετά τη Μεταμόρφωση εμφανίστηκε στους μαθητές του στις όχθες της θάλασσας της Γαλιλαίας. Φαίνεται πως ο Ιωάννης έμεινε με την Παρθένο Μαρία στην Ιερουσαλήμ μέχρι την κοίμησή της, καθώς ο Ιησούς τού είχε εμπιστευτεί την τύχη της. Στη συνέχεια επιδόθηκε σε ιεραποστολική δραστηριότητα στη Μικρά Ασία με ιδιαίτερη επιτυχία, έχοντας ίσως ως έδρα την Έφεσο.
Αν τελικά ταυτίζεται με τον Ιωάννη της Αποκάλυψης, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι κάποια στιγμή μετέβη στην Πάτμο, όπου έζησε μέσα σε ένα σπήλαιο, με έναν μαθητή του, και ξεκίνησε τη συγγραφή του ιερού βιβλίου.1 Όταν αποπεράτωσε τη συγγραφή της Αποκάλυψης πήγε στην Έφεσο, όπου και έζησε, διοικώντας στην ουσία όλες τις εκκλησίες της Μικράς Ασίας, ως το θάνατό του σε βαθιά γεράματα, στην ηλικία των 105 ετών.2 Η μνήμη του γιορτάζεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία στις 8 Μαΐου και στην Καθολική Εκκλησία στις 27 Δεκεμβρίου.
3. Το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο
Μετά την επάνοδό του από την Πάτμο και την εγκατάστασή του στην Έφεσο, ο Ιωάννης ασχολήθηκε με τη συγγραφή του Ευαγγελίου του. Το Ευαγγέλιο του Ιωάννη είναι μακροσκελέστερο από τα άλλα τρία Ευαγγέλια της σύνοψης (Κατά Μάρκον, Κατά Λουκά, Κατά Ματθαίον). Παρουσιάζει μια διαφορετική εικόνα του Ιησού από τους άλλους ευαγγελιστές, εστιάζοντας κυρίως στην πρώτη περίοδο της διδασκαλίας του Ιησού και λιγότερο στα Πάθη. Περιλαμβάνει επίσης περισσότερους και εκτενέστερους λόγους του Ιησού, ιδιαίτερα κατά την πραγματοποίηση των θαυμάτων. Σημαντικότατος είναι ο αποχαιρετιστήριος λόγος του Χριστού προς τους μαθητές.3
Το Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο ασπάστηκαν οι μοντανιστές, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διδασκαλία σχετικά με το Άγιο Πνεύμα (Παράκλητο) και το όραμα της καθόδου της ουράνιας Ιερουσαλήμ. Επίσης γνωστικοί όπως ο Ηρακλέων, που συγκαταλεγόταν μεταξύ των οπαδών του Βαλεντίνου, και ο Πτολεμαίος έγραψαν σχόλια στο ευαγγέλιο αυτό, τα οποία σώζονται μέσα από την πολεμική που τους ασκήθηκε από τον Ωριγένη και τον Ειρηναίο αντίστοιχα.
4. Ο Ιωάννης και η Έφεσος
Η πρώτη μαρτυρία που συνδέει τον Ιωάννη με την Έφεσο είναι αυτή του Πολυκράτη της Εφέσου4 (130-196 μ.Χ.), ο οποίος αναφέρει ότι ο απόστολος είχε αναπαυθεί στην πόλη αυτή, όπου βρισκόταν και ο τάφος του.5 Η άποψη αυτή συνδυάστηκε με τη μαρτυρία από τις Πράξεις των Αποστόλων6 ότι ο χριστιανισμός είχε ήδη διαδοθεί στην Έφεσο πριν από την άφιξη εκεί του Παύλου. Πάντως, όταν ο Ιωάννης επέστρεψε στην πόλη από την Πάτμο και εγκαταστάθηκε μόνιμα, ο Παύλος θα πρέπει να είχε ήδη αποβιώσει.
Η μεταγενέστερη χριστιανική παράδοση επίσης θέλει τον Ιωάννη να καταστρέφει το ναό της Εφεσίας Αρτέμιδος κατόπιν προσευχής του προς το Θεό. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν ανιστορικό, αφού οι καταστροφές ειδωλολατρικών ναών και η αντικατάστασή τους από εκκλησίες δεν άρχισαν παρά τον 4ο αι. μ.Χ., ιδιαίτερα με την ευνοϊκή νομοθεσία του Μ. Κωνσταντίνου και των διαδόχων του.7 Πάντως την εποχή του Ιουστινιανού ο ναός θα πρέπει να είχε ήδη καταστραφεί και πράγματι χτίστηκε στη θέση του μεγαλοπρεπής βασιλική αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη, στην οποία βρισκόταν και ο τάφος του αγίου.
5. Έργα
Όπως προκύπτει και από την παραπάνω συζήτηση σχετικά με την ταυτότητα και τη χρονική τοποθέτηση του Ιωάννη, τα έργα που μας παραδίδονται με το όνομά του είναι τρία, εφόσον αποδεχτούμε τη θεωρία της ταύτισης των συγγραφέων. Χρονικά προηγούνται η Αποκάλυψη και οι Επιστολές. Η Αποκάλυψη είναι ένα κείμενο ιδιότυπο, που αναφέρεται σε ένα όραμα ή σε σειρά οραμάτων του συγγραφέα και εξηγεί με τρόπο μεταφορικό και κρυπτογραφικό σε μερικά σημεία το σωτηριολογικό πρόγραμμα του θεού των χριστιανών για τους ανθρώπους. Η περιγραφή όντων και καταστάσεων θυμίζει σχεδόν μια χριστιανική μυθολογία. Ο εσχατολογικός χαρακτήρας και το ύφος του κειμένου παραπέμπουν σε αντίστοιχα εβραϊκά κείμενα της ίδιας περιόδου και αντικατοπτρίζουν την αγωνία και τα μυστικιστικού χαρακτήρα ερωτήματα που είχαν αρχίσει να ανακύπτουν στην Πρώιμη Αυτοκρατορική Ρωμαϊκή περίοδο.
Το κείμενο γράφτηκε την περίοδο που ο Ιωάννης βρισκόταν εξόριστος (ή ίσως αυτοεξόριστος) στην Πάτμο, κατοικώντας μέσα σε ένα σπήλαιο, συνοδευόμενος από έναν μαθητή. Πρόκειται για κείμενο που παρουσιάστηκε με όραμα του Μεσσία Ιησού προς τον Ιωάννη με σκοπό την ισχυροποίηση της πίστης των χριστιανών. Με το σκοπό αυτό ο συγγραφέας του το απευθύνει, μαζί με αντίστοιχες εμβόλιμες μικρές επιστολές, προς τις Επτά Εκκλησίες – όρο που καθιερώθηκε έκτοτε και υποδηλώνει επτά σημαντικές εκκλησιαστικές κοινότητες της Μικράς Ασίας, την Έφεσο, τα Θυάτειρα, τις Σάρδεις, τη Λαοδίκεια, τη Σμύρνη, την Πέργαμο και τη Φιλαδέλφεια. Το υπόλοιπο κείμενο αποτελεί μια περιγραφή της Δευτέρας Παρουσίας, της ώρας της κρίσης, με πολύ δυνατές εικόνες. Διάχυτο μέσα στο κείμενο είναι το μίσος προς τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και το θεσμό του αυτοκράτορα εν γένει. Αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι ότι το κείμενο αυτό εντάχθηκε τελικά στον εκκλησιαστικό κανόνα και την Καινή Διαθήκη.8 Μετά την ολοκλήρωση της Αποκάλυψης, αν δεχθούμε τη θεωρία της ταύτισης των συγγραφέων, ο Ιωάννης εγκαταστάθηκε στην Έφεσο, όπου και επιδόθηκε στη συγγραφή του Ευαγγελίου. Επισταμένη φιλολογική και θεολογική ανάλυση των δύο κειμένων έχει φέρει στο φως ομοιότητες που θα δικαιολογούσαν την συγγραφή τους από το ίδιο άτομο, αλλά και σημαντικές διαφορές, που υποδηλώνουν δύο διαφορετικούς συγγραφείς.
1. Υπάρχει διάσταση απόψεων για τους λόγους που οδήγησαν τον Ιωάννη στην Πάτμο. Κατ’ άλλους είχε οδηγηθεί εκεί εξόριστος από τις ρωμαϊκές αρχές και καταδικασμένος να εργάζεται στα λατομεία, ενώ κατ’ άλλους είχε εκουσίως αποτραβηχτεί στο νησί για να μονάσει και να συγγράψει. 2. Σύμφωνα με την παράδοση που δε δέχεται την ταύτιση των δύο συγγραφέων και την οποία ακολούθησε μεταξύ άλλων και ο Ευσέβιος της Καισαρείας, αλλά και ένα μαρτυρολόγιο του πρώιμου 5ου αιώνα από την Έδεσσα, ο απόστολος Ιωάννης πέθανε ως μάρτυρας σε νεαρή ηλικία και αυτός που εγκαταστάθηκε στην Έφεσο ήταν ο ομώνυμός του συγγραφέας της Αποκάλυψης. 4. Ο Πολυκράτης, επίσκοπος Εφέσου στα τέλη του 2ου αι. μ.Χ., καταγόταν από χριστιανική οικογένεια, που είχε παράδοση στα εκκλησιαστικά αξιώματα. Είχε μάλλον γνωρίσει προσωπικά τον Πολύκαρπο Σμύρνης και τον Ειρηναίο. Φαίνεται πως το 196 προήδρευσε μια εκκλησιαστικής συνόδου στη Μικρά Ασία, η οποία ασχολήθηκε με την ορθή χρονολογική τοποθέτηση της εορτής του Πάσχα. Σώζεται μια επιστολή του προς τον πάπα Βίκτωρα σχετικά με το ζήτημα αυτό. 5. Βλ. Ferguson, Ε., Encyclopedia of Early Christianity (New York-London 1990). 7. Για την αντιπαγανιστική νομοθεσία και τις καταστροφές των ναών βλ. Καμάρα, Α., Η αντιπαγανιστική νομοθεσία της Ύστερης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Αθήνα 2000). 8. Χαρακτηριστικό είναι ότι η Συριακή Βίβλος, η Pshitta, δεν περιλαμβάνει το κείμενο, πράγμα που υποδηλώνει ότι δεν ήταν προσφιλές και δεν είχε θεωρηθεί γνήσιο σε όλο το εύρος του χριστιανικού κόσμου.
|
|
|