Έφεσος (Αρχαιότητα), Ζωγραφική Ρωμαϊκών Αυτοκρατορικών Χρόνων

1. Θέση και χρονολόγηση των τοιχογραφιών

Η πλειονότητα των σωζόμενων ρωμαϊκών τοιχογραφιών που βρέθηκαν στην Έφεσο προέρχεται από τις δύο μεγάλες οικιστικές νησίδες (insulae), που είναι γνωστές με το γερμανικό όνομα Hanghäuser, δηλαδή "κρεμαστές οικίες". Βρίσκονται στο κέντρο της ελληνορωμαϊκής πόλης, νότια της οδού των Κουρητών, και αναπτύσσονται σε τρία διαδοχικά άνδηρα, πάνω στην απότομη πλαγιά ενός λόφου, πράγμα που δικαιολογεί και την ονομασία τους.1 Από την insula 1, που περιλαμβάνει έξι οικίες, μόνο το δωμάτιο b (Cenatorium ή Δειπνηστήριο) και η θολωτή νότια αίθουσα (SR2)2 διασώζουν ζωγραφική διακόσμηση, ενώ από την insula 2, που αποτελείται από επτά οικίες (I-VII), οι πέντε (I, II, ΙΙΙ, IV και V) διακοσμούνται με τοιχογραφίες. Η κατασκευή της insula 1 περιλαμβάνει έξι οικοδομικές φάσεις, από τον 1ο αι. π.Χ. έως τις αρχές του 7ου αι. μ.Χ., κατά τις οποίες υπέστη αρκετές μετατροπές ως αποτέλεσμα των σεισμών που έπληξαν την περιοχή. Όσον αφορά τις οικίες της insula 2 οι ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν μετά το 1995 έδειξαν ότι μετά τον καταστροφικό σεισμό που σημειώθηκε επί αυτοκράτορα Γαλλιηνού (262 μ.Χ.) υπήρξε μια περίοδος εγκατάλειψής τους και μόνο αρκετές γενιές αργότερα έγινε συστηματική επανοικοδόμηση του χώρου σε ορισμένα σημεία.3

Οι τοιχογραφίες των οικιών της Εφέσου, που χρονικά εκτείνονται από τον 1ο έως τον 6ο αι. μ.Χ., αποτελούν λαμπρά παραδείγματα της μεταπομπηιανής ζωγραφικής. Η πλειονότητα των τοιχογραφιών χρονολογείται μεταξύ του 400 και 450.

2. Περιγραφή και διάταξη της εντοίχιας διακόσμησης

2.1 1ος αιώνας μ.Χ. - 3ος αιώνας μ.Χ.

Παραδείγματα ζωγραφικής που μιμείται αρχιτεκτονική διακόσμηση απαντούν στις οικίες της insula 2, και συγκεκριμένα στα δωμάτια SR25, SR26 και SR27 (2ο στρώμα) της οικίας ΙΙ, 16a (2ο στρώμα) και 12 της οικίας ΙΙΙ, 15 (2ο στρώμα) και 22 (2ο στρώμα) της οικίας ΙV.4

Η ζωγραφική διακόσμηση που μιμείται ορθομαρμάρωση διακοσμεί τα δωμάτια SR 28 της οικίας ΙΙ, 16a της οικίας ΙΙΙ (3ο στρώμα), 15 και 22 (3ο στρώμα) της οικίας IV (2ο στρώμα) και 12a της οικίας V (3ο στρώμα). Τους τοίχους καλύπτουν μεγάλα διάχωρα που φέρουν αμιγώς λευκό χρώμα και περιβάλλονται από πλαίσια με κοκκινοκάστανο χρώμα, ενώ άλλα μικρότερα διάχωρα που αποδίδουν «νερά» μαρμάρου τοποθετούνται στο κάτω μέρος του τοίχου.

Ιδιαίτερα δημοφιλής ήταν η διακόσμηση των τοίχων με διάχωρα (Felder-Lisenen-Systeme), που φέρουν εμβληματικές απεικονίσεις στο κέντρο τους και περιβάλλονται από πλαίσια. Η παλαιότερη αυτού του είδους είναι η φημισμένη τοιχογραφία του Σωκράτη, που έδωσε το όνομά της στο δωμάτιο στο οποίο βρέθηκε (Sokrateszimmer). Διακοσμούσε τον τοίχο της βόρειας πλευράς της περίστυλης αυλής στην οικία IV και χρονολογείται στο β΄ μισό του 1ου αιώνα.5 Σε άλλο τοίχο (14a) απεικονίζεται η μούσα Ουρανία. Ως εκ τούτου, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι και στις τέσσερις πλευρές της περίστυλης αυλής υπήρχαν εναλλάξ ζωγραφικές απεικονίσεις μουσών, φιλοσόφων και ποιητών που αποτελούσαν ενιαίο ζωγραφικό κύκλο. Στην εποχή των Σεβήρων, γύρω στα 200-220, χρονολογείται ένας άλλος ζωγραφικός κύκλος με μυθολογικό περιεχόμενο αυτή τη φορά. Στη νότια πλευρά του περιστυλίου της ίδιας οικίας (δωμάτια 14 b-d) απεικονίζεται η ανακάλυψη του Αχιλλέα από τον Οδυσσέα στη Σκύρο.

Η απεικόνιση τοπίων μεγάλων διαστάσεων και οι σκηνές κήπου απαντούν επίσης στην οικία IV της insula 2. Στην εποχή των Σεβήρων, την ίδια περίπου περίοδο με τον κύκλο του Αχιλλέα, χρονολογούνται η ζωγραφική διακόσμηση στους τοίχους και τις παραστάδες της αυλής 21 και ο αναλημματικός τοίχος του δωματίου 24 με σκηνή κυνηγιού.

Στο βόρειο τοίχο του δωματίου 6 της οικίας Ι, γνωστού ως δωμάτιο θεάτρου (insula 2), η επιφάνεια διαιρείται σε επιμέρους τμήματα με ζωγραφιστούς ημικίονες, μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονται κόκκινα διάχωρα με μικρογραφικές σκηνές από κωμωδίες του Μενάνδρου και τραγωδίες του Ευριπίδη. Στην άνω ζώνη απεικονίζεται ένα μυθολογικό θέμα, πιθανόν η πάλη του Ηρακλή με τον Αχελώο, το οποίο, βάσει συγκρίσεων με ανάλογες συνθέσεις από οικίες στην Όστια και την Κυρήνη, χρονολογείται περίπου το 180-190. Η προτίμηση στο συγκεκριμένο στιλ ζωγραφικής διακόσμησης, το οποίο στην Έφεσο ήταν σε χρήση ήδη από τον 1ο αιώνα [βλ. δωμάτια 7 (1ο στρώμα) και 14a (1ο στρώμα) της οικίας IV], δείχνει ένα μάλλον συντηρητικό γούστο. Η ζωγραφική με διάχωρα και πλαίσια απαντά επίσης στα δωμάτια SR 10 (2ο στρώμα), SR 15 και SR 18 της οικίας Ι, SR 16, SR 19-20, SR 25, SR 26, SR 27 (2ο στρώμα) και SR 29 (1ο στρώμα) της οικίας ΙΙ, 12, 17 και 16a (2ο στρώμα) της οικίας ΙΙΙ, 7 (3ο και 4ο στρώμα) της οικίας IV, 22 (1ο και 2ο στρώμα), 18 (3ο στρώμα) της οικίας V και 18a (3ο στρώμα) της insula 2. Στο δωμάτιο 12 της οικίας ΙΙΙ η προοπτική απεικόνιση κιγκλιδωμάτων και αρχιτεκτονημάτων στο άνω τμήμα των τοιχογραφιών παραπέμπει στην αρχιτεκτονική προοπτική του τέταρτου στιλ.

2.2 Τέλος 3ου αιώνα μ.Χ. - 5ος αιώνας μ.Χ.

Το τέλος του 3ου αιώνα υπήρξε δύσκολη περίοδος για την Έφεσο και αυτό αντανακλάται και στη διακόσμηση των οικιών της. Ο πρώιμος 4ος αιώνας αντιπροσωπεύεται από τα δωμάτια b (Cenatorium) και SR2 (2ο στρώμα), τα οποία πιθανόν ανήκαν στην ίδια οικία (insula 1). Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου τοποθετείται η διακόσμηση της αίθουσας b. Πάνω σε ένα μαρμάρινο βάθρο αναπτύσσεται ζωγραφική διακόσμηση που μιμείται αρχιτεκτονικά μοτίβα, όπως μεγάλα διάχωρα και κίονες, τοποθετημένα εναλλάξ, που επιστέφονται από ζωφόρο.6 Η ψευδαίσθηση της τρισδιάστατης επιφάνειας επιτυγχάνεται με την απόδοση φωτοσκιάσεων στους κίονες, έτσι ώστε να δίνεται η εντύπωση ότι στέκονται μπροστά στον τοίχο. Ωστόσο, η σύνθεση στο σύνολό της παραμένει επίπεδη. Η ζωγραφική μίμηση χρωματιστών μαρμάρων αποτελεί συνήθη πρακτική ήδη από τους Ελληνιστικούς χρόνους, όμως στην Έφεσο δεν απαντά ως ολοκληρωμένο διακοσμητικό σύστημα μέχρι την εποχή αυτή. Από τα μέσα του 4ου έως και τις αρχές του 5ου αιώνα δεν έχουν σωθεί τοιχογραφίες, γεγονός που προφανώς οφείλεται στον ισχυρό σεισμό μεταξύ του 358 και 368.

Άλλο ένα χαρακτηριστικό μοτίβο που κάνει την εμφάνισή του από τον ύστερο 4ο αιώνα είναι τα άνθη που απλώνονται σε όλο το διαθέσιμο ζωγραφικό πεδίο, το οποίο καλύπτεται με λευκό κονίαμα. Τέτοιου είδους διακόσμηση πλαισιώνει τα ζωγραφικά θέματα που κοσμούν τα δωμάτια A και B της οικίας Ι, 14, 18 (2ο στρώμα), SR 19 και SR 20 της οικίας ΙΙ, 16a (1ο στρώμα) και 16b της οικίας III και, τέλος, 14d (3ο στρώμα) της οικίας IV. Παρόμοια ζωγραφική διακόσμηση καλύπτει την αψίδα της κρύπτης στο κοιμητήριο των επτά κοιμωμένων, του οποίου η διακόσμηση χρονολογείται στον ύστερο 4ο αιώνα.7 Ωστόσο, το μοτίβο αυτό εκτείνεται και πέραν της περιόδου αυτής, όπως φαίνεται από το δωμάτιο 14d της οικίας IV και το δωμάτιο του ελεφαντοστού (SR 18) της οικίας Ι, τα οποία χρονολογούνται στις πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα.

Στο δωμάτιο 12 (Musenzimmer ή Δωμάτιο των Μουσών) της οικίας ΙΙΙ τα διάχωρα των τοίχων κοσμούνται με τις εμβληματικές απεικονίσεις των εννέα μουσών, που ταυτίζονται με επιγραφές, καθώς και της Σαπφούς και του Απόλλωνα. Παρόμοια διακοσμείται η άνω ζώνη με διάχωρα, το κέντρο των οποίων καταλαμβάνουν ζωγραφιστές χάλκινες μορφές, ενώ σε ένα από αυτά απεικονίζεται σκηνή από την Αντιγόνη του Σοφοκλή. Η διακόσμηση του δωματίου αυτού χρονολογείται γύρω στο 450.

3. Περιγραφή των διαδοχικών στρωμάτων των τοιχογραφιών

Λόγω του ότι οι οικίες κατοικήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, υπήρξαν αλλαγές στην εντοίχια διακόσμησή τους, γεγονός που αποτυπώνεται στα επάλληλα στρώματα των ζωγραφικών κονιαμάτων. Σε αρκετές περιπτώσεις η παλιότερη τοιχογραφία απομακρύνθηκε με χτυπήματα, προκειμένου να πιάσει το επόμενο στρώμα κονιάματος. Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις ζωγραφικές προτιμήσεις κάθε εποχής μάς προσφέρει η ζωγραφική διακόσμηση της οικίας V. Στο δυτικό τοίχο του δωματίου 16a σώζονται τρία αλλεπάλληλα ζωγραφικά στρώματα.8 Το κατώτερο διασώζει τη γνωστή από το κοιμητήριο των επτά κοιμωμένων διακόσμηση με διάσπαρτα άνθη και χρονολογείται στα τέλη του 4ου αιώνα. Στο αμέσως επόμενο στρώμα, που τοποθετείται χρονικά γύρω στο 410/420, διακρίνονται υπολείμματα από ορθογώνια διάχωρα καλυμμένα με λευκό χρώμα, που στο κέντρο φέρουν εναλλάξ εμβληματικές απεικονίσεις πουλιών και ψαριών. Ανάμεσά τους παρεμβάλλονται στενότερα ορθογώνια πλαίσια, τα οποία διακοσμούνται καθ’ ύψος με συστάδες κόκκινων και γκρίζων φύλλων. Το 3ο στρώμα, που ανάγεται στα 440-450, διακοσμείται με λευκού χρώματος διάχωρα, τα οποία περιβάλλονται από κόκκινα πλαίσια. Το τελευταίο μοτίβο διακόσμησης και διάφορες παραλλαγές του επαναλαμβάνονται στα δωμάτια SR 17, SR 28 και SR 24 της οικίας ΙΙ (400-410) και στα δωμάτια 15 και 25 της οικίας IV και V αντίστοιχα (β΄ τέταρτο 5ου αιώνα).

Στη βόρεια πρόσοψη της insula 1, μπροστά από μια σειρά με δέκα καταστήματα με θολωτή στέγαση (tabernae), βρίσκεται η στοά του αλυτάρχη, η οποία χωρίζεται σε δύο ανισοϋψή επίπεδα.9 Υπολείμματα ζωγραφικής διακόσμησης διασώζει ο τοίχος μεταξύ της taberna VIII και IX. Εδώ υπάρχουν δύο διαφορετικά είδη διακόσμησης που μιμούνται ορθομαρμάρωση. Στις αρχές του 5ου αιώνα φαίνεται να ανήκει το 1ο στρώμα, ενώ στον ίδιο αιώνα χρονολογούνται οι διακοσμήσεις των tabernae VI και VII, καθώς και το 1ο στρώμα των IV, VIII, IX. Γύρω στο 500 τοποθετούνται οι τοιχογραφίες στην taberna ΙΙΙ και πιθανόν το 2ο στρώμα στην taberna VII και στη στοά του αλυτάρχη. Την ίδια εποχή ή λίγο αργότερα εντάσσεται χρονολογικά το 2ο στρώμα στην taberna IX.

Από τις οικίες της insula 1 και 2 δε σώζεται ζωγραφική διακόσμηση από τον 6ο αιώνα. Σύμφωνα με νομισματικές ενδείξεις, καταστράφηκαν και οι δύο μετά το 612, αλλά εξακολούθησαν να κατοικούνται. Η οικονομική κάμψη κατά τον 6ο και 7ο αιώνα αντικατοπτρίζεται και στις τοιχογραφίες, αν και έχουμε περιορισμένες επεμβάσεις στα δωμάτια SR 22, SR 27 και SR 28 της οικίας ΙΙ (insula 2), καθώς και την κάλυψη ορισμένων τοιχογραφιών του 5ου αιώνα με ασβεστοκονίαμα [SR 26 και 18a (4ο στρώμα) της insula 2]. Τα μόνα δείγματα ζωγραφικής που έχουμε από αυτό τον αιώνα προέρχονται από τις tabernae III-XII.

4. Η εντοίχια διακόσμηση ως ένδειξη της χρήσης του χώρου

Η διαφοροποίηση στη διακόσμηση των οικιών Ι-V στην insula 2, που χρονολογείται κυρίως στο α΄ μισό του 5ου αιώνα, φαίνεται ότι εξαρτάται κάθε φορά από τη λειτουργική χρήση κάθε δωματίου. Οι κυρίως χώροι (περίστυλες αυλές και τρικλίνια) διακοσμούνταν πιθανότατα με πραγματικές ορθομαρμαρώσεις (δωμάτια SR 22-23, SR 24 οικίας ΙΙ, 16b οικίας ΙΙΙ και 13 οικίας V) ή ζωγραφίζονταν με περισσότερη επιμέλεια απ’ ό,τι οι υπόλοιποι (δωμάτιο 12 οικίας ΙΙ). Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί ο εξωραϊσμός της κατά 200 χρόνια παλιότερης διακόσμησης του δωματίου 6 (2ο στρώμα) της οικίας Ι. Όπως φαίνεται, οι λόγοι που οδήγησαν στην ανακαίνιση αυτού του χώρου ήταν πιθανόν η προσπάθεια μίμησης του ένδοξου παρελθόντος, κάτι που δε φαίνεται να αποτελεί μεμονωμένο παράδειγμα. Δεν είναι δυνατό να διευκρινιστεί εάν τα δωμάτια SR 17 της οικίας ΙΙ και 25 της οικίας V είχαν μια ιδιαίτερη λειτουργία, ωστόσο μπορούμε να πούμε ότι η ζωγραφική που μιμείται ορθομαρμάρωση στα δωμάτια SR 28 της οικίας ΙΙ, 21 (2ο στρώμα) και 15 (2ο στρώμα) της οικίας IV στην insula 2 ήταν ανώτερη καλλιτεχνικά από το συνηθισμένο σύστημα διακόσμησης με διάχωρα και πλαίσια. Για τη ζωγραφική διακόσμηση με άνθη, αν λάβει κανείς υπόψη την παρουσία της σε σχετικά κλειστά δωμάτια (A και B της οικίας Ι, 14 της οικίας ΙΙ, 16 a (1ο στρώμα) της οικίας ΙΙΙ, 14d (3ο στρώμα) της οικίας IV), μπορεί να υποθέσει ότι είναι κατάλληλη για ιδιωτικούς χώρους διαμονής. Εντελώς ακόσμητα είναι το δωμάτιο C της οικίας Ι, τα δωμάτια 11, 12 και 30 της οικίας ΙΙ, το 16c της οικίας ΙΙΙ και τα 6, 8, 14, 14a, 19 της οικίας IV. Εδώ μάλλον πρόκειται για δωμάτια τα οποία σχετίζονταν με την οικιακή οικονομία ή το δείπνο.

5. Συμπέρασμα

Αυτή η σύντομη ανάλυση της σχέσης ανάμεσα στο σύστημα διακόσμησης και τη λειτουργία του χώρου δείχνει πόσο διαφορετικές ήταν κατά τον 5ο αιώνα οι οικιακές ανάγκες και η ικανοποίησή τους. Το γεγονός ότι μεταξύ του 1ου και 5ου αιώνα πραγματοποιήθηκαν τουλάχιστον πέντε ζωγραφικοί κύκλοι με μούσες,10 εκ των οποίων οι τέσσερις χρονολογούνται στον 5ο αιώνα, δείχνει όχι μόνο τις τάσεις της εποχής αλλά και τη σταθερή εικονογραφική παράδοση που συνδέεται με τις προτιμήσεις των ιδιοκτητών αυτών των οικιών, οι οποίοι ανήκαν στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Συγχρόνως, διαπιστώνεται μια εμμονή στην οργάνωση της επιφάνειας σε πίνακες και στη λεπτομερή απεικόνιση αρχιτεκτονικών μοτίβων, χωρίς όμως να επιδιώκεται η δημιουργία της ψευδαίσθησης του βάθους.




1. Η αρχική ονομασία της ήταν Έμβολος. Βλ. Jobst, W., Römische Mosaiken aus Ephesos I. Die Hanghäuser des Embolos (Forschungen in Ephesos VIII/2, Wien 1977).

2. Όπου SR= Südraum, δηλαδή νότια αίθουσα.

3. Βλ. εκθέσεις στο JÖAI από το 1995 κ.ε.

4. Βλ. Strocka, V.M., Die Wandmalerei der Hanghäuser in Ephesos (Forschungen in Ephesos VIII/1, Wien 1977), πίν. 244-249, 297-305.

5. Βλ. Strocka, V.M., Die Wandmalerei der Hanghäuser in Ephesos (Forschungen in Ephesos VIII/1, Wien 1977), σελ. 95· Krinzinger, F. (ed.), Ein Dach für Ephesos. Der Schutzbau für das Hanghaus 2 (Wien 2000). Στενές ομοιότητες παρουσιάζει η τοιχογραφία αυτή με αντίστοιχες τοιχογραφίες της εποχής των Φλαβίων από την Πομπηία, πρβλ. οικία των Vetti και οικία των Διοσκούρων.

6. Από το 2ο και 3ο αιώνα δε μας είναι γνωστή ζωγραφική διακόσμηση που να μιμείται ορθομαρμάρωση. Παραδείγματα έχουμε από τον 4ο αιώνα στους τοίχους του νάρθηκα της βασιλικής Α στο Δίον. Η τριπλή βαθμιδωτή βάση στο Δίον χρονολογείται στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ενώ η τετραπλή βαθμιδωτή βάση του δωματίου b (Cenatorium) της Εφέσου στα χρόνια της Τετραρχίας. Μια χρονολόγηση στη β΄, ή καλύτερα στη γ΄, δεκαετία του 4ου αιώνα επιβεβαιώνεται έπειτα από σύγκριση των τοιχογραφιών του νότιου κλίτους της βασιλικής Α με τα υπολείμματα τοιχογραφιών της πρώιμης κωνσταντίνειας βασιλικής της Ακυληίας, βλ. Πελεκανίδης, Σ., “Die Malerei der konstantinischen Zeit”, στο Akten des VII. Internationalen Kongresses für Christliche Archäologie, Trier 5-11 September 1965 (Città del Vaticano,1969), σελ. 223, πίν. 120-121, 16.17.

7. Για την εκκλησία των επτά κοιμωμένων βλ. Jobst, W., “Zur Bestattungskirche der Sieben Schläfer in Ephesos”, JÖAI 50 (1972-1975) Beiblatt, σελ. 171-180.

8. Βλ. Strocka, V.M., Die Wandmalerei der Hanghäuser in Ephesos (Forschungen in Ephesos VIII/1, Wien 1977), πίν. 301.

9. Βλ. Claudia Lang-Auinger, Hanghaus 1 in Ephesos: Der Baubefund. Forschungen in Ephesos VIII/3 (Wien 1996), σελ. 31 κ.ε.

10. Δωμάτια: 14a [1ο στρώμα], 19-20, 7 [3ο στρώμα], 12, H 2/18 και 12a.