εμπόριον, το (εμπορείον)
Τα εμπόρια (εμπορεία) ήταν εμπορικοί σταθμοί που εξυπηρετούσαν πρωτίστως τις ανάγκες του διαμετακομιστικού εμπορίου, αλλά ήταν και προς χρήση όλων των ταξιδιωτών. Σταδιακά κάποια από αυτά εξελίχθηκαν σε οικισμούς.
|
έξαρχος, ο
Στη βυζαντινή εκκλησιαστική διοίκηση το αξίωμα του εξάρχου αρχικά, από τον 5ο αιώνα και εξής, αφορούσε τον επικεφαλής ιεράρχη μιας διοίκησης και πολύ γρήγορα έγινε ένας ακόμα τίτλος του Πατριάρχη, που πιστοποιούσε ότι ήταν ο επικεφαλής ιεράρχης εντός των ορίων δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου του. Το αξίωμα του εξάρχου καταργήθηκε τον 6ο αιώνα, ωστόσο στη συνέχεια οι έξαρχοι ήταν μητροπολίτες ή αντιπρόσωποι μητροπολιτών που ασκούσαν εποπτεία στις εκκλησιαστικές επαρχίες ή στα εκκλησιαστικά και τα μοναστικά ιδρύματα. Κατά τον ύστερο 14ο αιώνα έξαρχοι αναφέρονται οι μητροπολίτες που έδρευαν σε αρχαίες μητροπόλεις και ασκούσαν κάποια εποπτεία σε όλες τις εκκλησιαστικές έδρες και τα ευαγή ιδρύματα της εκκλησιαστικής επαρχίας και στη συνέχεια οι διαπιστευμένοι αντιπρόσωποι του Πατριάρχη (πατριαρχικοί έξαρχοι).
|
κόμης του Οψικίου, ο
Στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής του θέματος του Οψικίου.
|
μονοθελητισμός, ο
Δόγμα το οποίο αναπτύχθηκε τον 7ο αιώνα από τον πατριάρχη Σέργιο με σκοπό να επιτευχθεί συμβιβασμός μεταξύ ορθοδόξων και μονοφυσιτών στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ο μονοθελητισμός πρέσβευε ότι ο Χριστός είχε δύο φύσεις αλλά μία θέληση. Παρά την προσπάθεια του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641) να επιβάλει το νέο δόγμα, το 680 ο μονοθελητισμός καταδικάστηκε ως αιρετική διδασκαλία.
|
Οικουμενική Σύνοδος Δ΄ (Χαλκηδόνα, 451)
Η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος συνεδρίασε στη Χαλκηδόνα το έτος 451 με αντικείμενο εργασιών την αναίρεση της ερμηνείας της Ληστρικής συνόδου Εφέσου (449) ως προς τις δύο φύσεις του Χριστού.
|