1. Τοπογραφία Ο τύμβος Τόβστα βρίκεται στα περίχωρα της πόλης Ορντζονικίντζε, της περιφέρειας Ντιεπροπετρόβσκαγια, και καταλαμβάνει περίοπτη θέση πάνω σε ύψωμα, ανάμεσα στα χωριά Κρούτενκογιε και Μπογκντάνοβκα στα ανατολικά και τα δυτικά αντίστοιχα. Είναι ο βορειότερος τύμβος μιας συστάδας αποτελούμενης από περισσότερους από είκοσι τύμβους, η οποία καλύπτει έκταση περίπου 2 χλμ., με κατεύθυνση από νότο προς βορρά. Ανατολικά του τύμβου Τόβστα βρίσκεται ο τύμβος Τσερτομλίκ και βορειοανατολικά του ο τύμβος Χόμινα Μογκίλα. 2. Ιστορία της έρευνας Ο τύμβος Τόβστα ανασκάφτηκε το 1971 από αρχαιολογική αποστολή του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας της Ακαδημίας Επιστημών της Ουκρανίας, υπό τη διεύθυνση του Μ.Ν. Μοζολέβσκι.1 Κύριος στόχος της έρευνας ήταν η διάσωση του μνημείου, που εντασσόταν στον αστικό ιστό και είχε κατά το παρελθόν διαταραχθεί λόγω της εκτεταμένης οικοδομικής δραστηριότητας και συλληθεί από λαθρανασκαφείς. 3. Περιγραφή Ο τύμβος είχε επίχωση 8,6 μ. και διάμετρο περί τα 70 μ. Περιμετρικά της επίχωσης υπήρχε τμηματικά σωζόμενη δακτυλιόσχημη τάφρος, το πλάτος της οποίας, στο επίπεδο της αρχαίας επιφάνειας, κυμαινόταν από 1,5 έως 2,5 μ. Το βάθος της τάφρου ήταν 1 έως 1,5 μ. και εντός της εντοπίστηκαν θραύσματα , οστά ζώων, κυρίως κεφαλών αλόγων, αγριοχοίρων και ελάφων, καθώς και τρεις λίθινες σφενδόνες. Στο βόρειο τμήμα του εσωτερικού της τάφρου βρέθηκε επίπεδος χώρος εντυπωσιακών διαστάσεων (πλάτος περί τα 6 μ., μήκος πάνω από 20 μ.) καλυμμένος με θραύσματα αμφορέων, που λειτουργούσε ως νεκρική τράπεζα. Νότια αυτού του χώρου εντοπίστηκαν τμήματα ιπποσκευής και σιγμοειδή ψάλια (ψαλίδια). Ο τύμβος περιείχε δύο λίθινους τάφους του τύπου της κατακόμβης. Η κύρια ταφή συνοδευόταν από τρεις ταφές αλόγων, πλησίον των οποίων βρέθηκαν τρεις λακκοειδείς ταφές ιπποκόμων. Οι ταφές αλόγων, του τύπου των λακκοειδών, χωρίζονταν με ανώφλι σε δύο τμήματα η καθεμιά και έφεραν ξύλινη επικάλυψη, τμήματα της οποίας διασώθηκαν. Οι σκελετοί των αλόγων είχαν τοποθετηθεί ως εξής: ο μεν πρώτος και ο δεύτερος στην ανατολική και τη δυτική γωνία του τάφου αντίστοιχα, ο δε τρίτος κατά μήκος της βόρειας πλευράς. Στα κτερίσματα αυτών των ταφών ανήκουν μεταλλικά τμήματα ιπποσκευής, θραύσματα ξύλινου εφιππίου (σέλα) τμηματικά καλυμμένου με δέρμα και κοσμήματα, όπως ασημένια ελάσματα με παραστάσεις θεάς με οφιοειδή άκρα, ανδρικής γενειοφόρου μορφής, καθώς και ελάσματα με ρόδακες που ανήκαν στο διάκοσμο του προμετωπιδίου, χρυσά τμήματα διακόσμου χαλινού σε μορφή λεοντόμορφου , ελάσματα με ανάγλυφες παραστάσεις πτηνών και άλλα με γεωμετρικό ή φυτικό διάκοσμο.
3.1. Α΄ ταφή Η κεντρική ταφή του τύμβου, διαστάσεων 4×2 μ., με προσανατολισμό από νοτιοδυτικά προς βορειοανατολικά βρέθηκε συλλημένη. Το ύψος του τάφου δεν υπερέβαινε τα 2 μ. Ο δρόμος που οδηγούσε στον τάφο είχε μήκος 22 μ. και πλάτος 1,6 έως 1,8 μ. Εδώ βρέθηκαν μεταξύ άλλων αιχμές βελών, ένας αμφορέας με τρεις λαβές, ένας χάλκινος λουτήρας και ένας με τρεις κάθετες λαβές και με άξονα που χρησίμευε πιθανότατα για το φωτισμό του χώρου. Πλην του κεντρικού χώρου, ο τάφος διέθετε δύο επικουρικούς, στον έναν από τους οποίους εντοπίστηκε ο σκελετός υπηρέτη. Η κεντρική ταφή, που είχε διαταραχθεί από λαθρανασκαφείς, παρουσίαζε χαοτική εικόνα. Στα κτερίσματα της ταφής ανήκουν μεταξύ άλλων τμήματα διακόσμου μαστιγίου,2 τμήματα φολιοειδούς μεταλλικού θώρακα με λείψανα δερμάτινης επικάλυψης και ανάγλυφο φυτικό διάκοσμο, που διακοπτόταν από ένθετα τμήματα χρυσού επίρραπτου διακόσμου και σποραδικά ίχνη κόκκινου χρώματος. Στο διάκοσμο του θώρακα ανήκει και σειρά επίρραπτων χρυσών ελασμάτων σε μορφή προσωπείου, αποτροπαϊκού πιθανόν χαρακτήρα. Βρέθηκαν επίσης αιχμές βελών, δύο χρυσές θήκες με που παριστάνει ιππόκαμπο, καθώς και πληθώρα χρυσών επίρραπτων ελασμάτων με ανάγλυφες παραστάσεις της Μέδουσας Γοργούς, λεόντων και παραστάσεις ζωόμορφες σκυθικής τεχνοτροπίας. Στην ομάδα των κοσμημάτων ανήκει μεταξύ άλλων ένα σπειροειδές δαχτυλίδι με απολήξεις σε μορφή κεφαλών όφεων. Τη μεγαλύτερη ομάδα κτερισμάτων συγκροτούν πάνω από 600 χρυσά ημισφαιρικά ελάσματα. Στο κέντρο του τάφου εντοπίστηκαν ίχνη ξύλου από το ξύλινο επίστρωμα στο οποίο ήταν τοποθετημένος ο νεκρός. Χωριστή ομάδα αποτελούν τα ευρήματα θραυσμάτων αμφορέων, κυρίως της Μένδης, του α΄ μισού του 4ου αι. π.Χ. Στα σημαντικότερα ευρήματα του τάφου ανήκουν δύο εξαίρετα έργα σκυθικής τέχνης, μια χρυσή θήκη ξίφους3 και ένα χρυσό επιστήθιο κόσμημα,4 και τα δύο χαρακτηριστικά της υψηλής κοινωνικής θέσης του νεκρού. Η θήκη, όπως και το ξίφος, φέρει ανάγλυφες παραστάσεις πετεινών σε εραλδική στάση, σκηνές πάλης ζώων, ελαφιού, γρύπα, λέοντα και λεοπάρδαλης. Η εξοχή ανάρτησης της θήκης κοσμείται με παράσταση λεοντόμορφου γρύπα, η ουρά του οποίου απολήγει σε μορφή όφεως, το δε ράμφος του σε κέρας αιγάγρου. Όλες οι παραστάσεις είναι ρεαλιστικές, με ιδιαίτερη έμφαση στην απόδοση των λεπτομερειών, και χαρακτηρίζονται για το δυναμισμό τους. Μαζί με τη θήκη βρέθηκε χάλκινο διάτρητο αντικείμενο με απόληξη σε ολόγλυφη μορφή ζώου.5
Το χρυσό επιστήθιο κόσμημα είναι από τα σημαντικότερα σωζόμενα έργα της σκυθικής τέχνης, τόσο από την άποψη της χρήσης μεικτής τεχνικής όσο και αναφορικά με την πολυπλοκότητα στη σύνθεση των παραστάσεων. Από καλλιτεχνική άποψη, το εύρημα αυτό ανήκει εν γένει στα σημαντικότερα έργα τορευτικής της Αρχαιότητας. Το κόσμημα, που χρονολογείται στα μέσα του 4ου αι. π.Χ., έχει βάρος 1.150 γρ. και διάμετρο 30,6 εκατ. Τέσσερα εναλλασσόμενα σωληνοειδή ελάσματα από στριφτό φύλλο χρυσού, διακοσμημένα σε όλο το μήκος τους με στριφτή χρυσή αλυσίδα και με φυτικό ανάγλυφο διάκοσμο στα σημεία συγκόλλησης, διαμορφώνουν τρία πεδία με παραστάσεις άμεσα συνδεδεμένες με τις σκυθικές μυθολογικές παραδόσεις.6
Κεντρική θέση στο κάτω πεδίο του κοσμήματος καταλαμβάνουν τρεις επαναλαμβανόμενες παραστάσεις ζεύγους γρυπών που κατασπαράζουν άλογο. Οι σκηνές πλαισιώνονται από δύο άλλες σκηνές κατασπάραξης ζώων. Στα δεξιά μια λεοπάρδαλη και ένα λιοντάρι επιτίθενται σε αγριόχοιρο, ενώ στα αριστερά ένα λιοντάρι και μια λεοπάρδαλη κατατροπώνουν ένα ελάφι. Ακολουθούν αντωπές παραστάσεις άγριων σκύλων που καταδιώκουν λαγό, ενώ τις απολήξεις των παραστάσεων αυτού του πεδίου καταλαμβάνουν μορφές εντόμων.
Το κεντρικό πεδίο κοσμείται με φυτικές παραστάσεις ακάνθου, ανθέων και ανθεμίου σε έξεργο ανάγλυφο, καθώς και με μορφές πτηνών, με ένθετα στοιχεία από σμάλτο μπλε χρώματος.
Στο κέντρο του άνω πεδίου παρίστανται δύο ανδρικές γενειοφόρες μορφές σε γονατιστή στάση, που ράβουν ένα γούνινο ένδυμα κρατώντας το τεντωμένο. Πάνω από το ένδυμα, ανάμεσα στις ανδρικές μορφές, παριστάνεται . Εκατέρωθεν της κεντρικής παράστασης εικονίζονται ένα άλογο και μια αγελάδα με τα μικρά τους. Οι μορφές των ζώων είναι αντίστοιχα επαναλαμβανόμενες, ενώ διαφέρουν σε λεπτομέρειες. Ακολουθούν, επίσης αντίστοιχα, βουκολικές σκηνές. Στα αριστερά παριστάνεται Σκύθης με πρόβατο και στα δεξιά Σκύθης με αμφορέα. Η σειρά των παραστάσεων κλείνει με την απεικόνιση πτηνών. Σημειώνουμε ότι το σύνολο των επικουρικών ταφικών χώρων μαζί με την κεντρική ταφή περιβάλλονταν από διπλό λίθινο , με διάμετρο εσωτερικού δακτυλίου 32 μ. και εξωτερικού 37 μ., το οποίο καλυπτόταν, όπως και οι ταφές, από την επίχωση του τύμβου.
3.2. Β΄ ταφή Στο νοτιοδυτικό τμήμα του τύμβου εντοπίστηκε μια δεύτερη ταφή, με ταφικό θάλαμο και δύο λάκκους στην είσοδο, που ανήκε στη σύζυγο του νεκρού. Ανάμεσα στα κτερίσματα της ταφής ιδιαίτερη θέση καταλαμβάνει το κάλυμμα της κεφαλής, του τύπου του καλάθου, τον οποίο κοσμούσαν φύλλα χρυσού με παραστάσεις κατασπαραγμού άγριων ζώων και σκηνές συνάντησης γρύπα και σφίγγας.7 Πίσω από το κεφάλι της γυναίκας ήταν τοποθετημένα τριγωνικά ελάσματα με ανάγλυφες ζωόμορφες παραστάσεις. Επίρραπτα χρυσά ελάσματα με παραστάσεις φανταστικών ζώων κοσμούσαν το ένδυμα και τα υποδήματά της.8 Μεγάλος ήταν και ο αριθμός των κοσμημάτων που εντοπίστηκαν στην ταφή. Σε ξεχωριστή ξύλινη σαρκοφάγο, διακοσμημένη με γύψο, είχε ενταφιαστεί το παιδί της οικογένειας. Το σώμα του ήταν επίσης καλυμμένο με ελάσματα, που έφεραν παραστάσεις λωτού, ανθέων και ζώων, πολλές από τις οποίες επαναλαμβάνουν εκείνες των ελασμάτων της κεντρικής ανδρικής ταφής. Η παιδική ταφή περιείχε αγγεία μικρών διαστάσεων, κύπελλο και μία , καθώς και κοσμήματα, διακριτικά της κοινωνικής θέσης. Στον ίδιο τύμβο βρέθηκαν και ταφές υπηρετών από την προσωπική συνοδεία των ενταφιασθέντων.
4. Συμπεράσματα
Τόσο το μέγεθος του τύμβου Τόβστα Μογκίλα, όσο και ο χαρακτήρας και ο πλούτος των ευρημάτων του συνηγορούν στο ότι ανήκε σε εκπροσώπους των ανώτερων στρωμάτων της σκυθικής φυλετικής αριστοκρατίας. |
1. Πρώτη δημοσίευση: Мозолевский, Б.Н., “Курган Толстая могила близ г. Орджоникидзе на Украине (предварительная публикация)”, СА 3 (1972), σελ. 268-308· Мозолевський, Б.М., Скiфський степ (Киïв 1983), σελ. 145-182. 2. Reeder, E.D. (επιμ.), Scythian Gold. Treasures from ancient Ukraine (New York 1999), σελ. 117, εικ. 14. 3. Reeder, E.D. (επιμ.), Scythian Gold. Treasures from ancient Ukraine (New York 1999), σελ. 253-254, εικ. 122. 4. Reeder, E.D. (επιμ.), Scythian Gold. Treasures from ancient Ukraine (New York 1999), σελ. 326-331, εικ. 172. 5. Reeder, E.D. (επιμ.), Scythian Gold. Treasures from ancient Ukraine (New York 1999), σελ. 140, εικ. 17. Για τα αντικείμενα αυτού του είδους υπάρχουν διάφορες απόψεις, όπως ότι είναι τελετουργικά αντικείμενα [Σκυθικοί θησαυροί: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (Αθήνα 1981), σελ. 22] και αντικείμενα αποτροπαϊκού χαρακτήρα [Reeder, E.D. (ed.), Scythian Gold. Treasures from ancient Ukraine (New York 1999), σελ. 140]. Δεν αποκλείεται να πρόκειται για σύμβολα κοινωνικής τάξης ή φυλής. 6. Βλ. ειδικότερα Бонгард-Левин, Г.М. – Грантовский, Э.А., От Скифии до Индии (Москва 1983)· Раевский, Д.С., Модель мира скифской культуры. Проблемы мировоззрения ираноязычных народов евразийских степей I тысячелетия до н.э. (Москва 1985). 7. Reeder, E.D. (επιμ.), Scythian Gold. Treasures from ancient Ukraine (New York 1999), σελ. 118, εικ. 15. 8. Reeder, E.D. (επιμ.), Scythian Gold. Treasures from ancient Ukraine (New York 1999), σελ. 27, εικ. 3. |