|
Κωμόπολη στα βουλγαρικά παράλια της Μαύρης θάλασσας που κατά την Οθωμανική περίοδο κατοικούνταν κυρίως από ελληνόφωνο πληθυσμό. Η Αγαθούπολη κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς το 1453 και παρέμεινε υπό οθωμανικό έλεγχο μέχρι το 1912, οπότε και προσαρτήθηκε στη Βουλγαρία. Από τότε άρχισαν να την εγκαταλείπουν σταδιακά οι Έλληνες κάτοικοί της. Κατά την Οθωμανική περίοδο εξελίχθηκε σε αξιόλογο ναυτιλιακό, ναυπηγικό, εμπορικό και αλιευτικό κέντρο, ενώ λειτουργούσαν και διάφορα ελληνικά σχολεία. Ήταν... |
περισσότερα... |
|
|
Αγχίαλος (Νεότεροι χρόνοι) |
|
|
Πόλη στα δυτικά παράλια του Εύξεινου Πόντου, στο βόρειο τμήμα της εισόδου του κόλπου του Μπουργκάς, χτισμένη σε χερσόνησο. Ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα ως αποικία της γειτονικής Απολλωνίας (Σωζόπολης). Άκμασε κατά τη Ρωμαϊκή και Βυζαντινή εποχή, ενώ από τα τέλη του 18ου αιώνα η ελληνική της κοινότητα σημείωσε ιδιαίτερη πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη. Ήταν έδρα μητρόπολης του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οι Έλληνες κάτοικοι της πόλης, που συνιστούσαν και τη μεγάλη πλειοψηφία, δεχτήκαν ισχυρό πλήγμα... |
περισσότερα... |
|
|
|
Μικρό χωριό αγροτών στο νομό Τούλτσας, στην περιοχή της Δοβρουτσάς. Οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν εκεί μετά το Ρωσοοθωμανικό πόλεμο του 1828-1829. Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού στη Ρουμανία το 1989 συστάθηκε ελληνική κοινότητα αναγνωρισμένη από τη ρουμανική και την ελληνική κυβέρνηση. |
περισσότερα... |
|
|
|
Πόλη και λιμάνι στα δυτικά παράλια του Εύξεινου Πόντου με σημαντικό ελληνικό πληθυσμό. Από τα τέλη του 18ου αιώνα γνώρισε ιδιαίτερη οικονομική ανάπτυξη και υπήρξε το σημαντικότερο εμπορικό λιμάνι της περιοχής. Έδρα μητρόπολης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ήταν παράλληλα και το κυριότερο κέντρο της ελληνικής εκπαίδευσης στη βόρεια Βουλγαρία. Οι Έλληνες δέχτηκαν ισχυρό πλήγμα με τις διώξεις του 1906 και ο αριθμός τους μειώθηκε πολύ μέχρι τα Μεσοπολεμικά χρόνια. |
περισσότερα... |
|
|
|
|
Η Βραΐλα, παραδουνάβιο λιμάνι, αλλά προσιτό και σε πλοία που έρχονταν από τη θάλασσα, ήταν ο σημαντικότερος λιμένας εξαγωγών δημητριακών της Ρουμανίας κατά το 19ο αιώνα. Ο ρόλος των Ελλήνων της πόλης στο εμπόριο και τη ναυτιλία της ήταν κυρίαρχος, τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Η ελληνική κοινότητα, που συστάθηκε στα 1863, ανήγειρε ναό και φρόντισε για την ίδρυση κοινοτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Επιβίωσε μέχρι και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και επανασυστάθηκε μετά το 1989. |
περισσότερα... |
|
|
|
Παραδουνάβιο λιμάνι αρχικά της ηγεμονίας της Μολδαβίας και από το 1859 της ενωμένης Ρουμανίας, που αποτέλεσε κύριο εξαγωγικό και εισαγωγικό κέντρο από τις αρχές της δεκαετίας του 1830, όταν συνδέθηκε με τις αγορές της Δυτικής Ευρώπης. Η ελληνική παροικία, στην οποία κυριαρχούσαν Χιώτες και Ιόνιοι μεγαλέμποροι, ήταν μία από τις ισχυρότερες της πόλης: από το 1864, οπότε και συστάθηκε επισήμως, οικοδόμησε την εκκλησία τής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και ίδρυσε κοινοτικά σχολεία, ενώ είχε και έντονη... |
περισσότερα... |
|
|
Θεοδοσία (Νεότεροι Χρόνοι) |
|
|
|
|
|
|
|
Πόλη της Ουκρανίας κοντά στα σύνορα με τη Ρουμανία. Παραποτάμιο λιμάνι, ένα από τα σημαντικότερα για το εξαγωγικό εμπόριο σιτηρών της νότιας Ρωσίας κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Στο Ισμαήλ υπήρχε ισχυρή ελληνική παροικία από τις αρχές του 19ου αιώνα και ήταν ένα από τα κέντρα της Φιλικής Εταιρείας. Η ελληνική κοινότητα συστάθηκε επίσημα το 1872 και οικοδόμησε εκκλησία, όπως και κατώτερο σχολείο. |
περισσότερα... |
|
|
|
Κωμόπολη και λιμάνι στα δυτικά παράλια του Εύξεινου Πόντου, 60 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Βάρνας, κοντά στο ακρωτήριο Καλή Άκρα (Καλιάκρα). Βρίσκεται στη θέση της αρχαίας Βιζώνης. Στα τέλη του 19ου αιώνα είχε περίπου 1.250 Έλληνες κατοίκους και υπαγόταν εκκλησιαστικά στη μητρόπολη Βάρνας. |
περισσότερα... |
|
|