Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Theodore Meliteniotes

Συγγραφή : Venetis Evangelos (23/5/2005)
Μετάφραση : Velentzas Georgios

Για παραπομπή: Venetis Evangelos, "Theodore Meliteniotes",
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=8008>

Θεόδωρος Μελιτηνιώτης (23/1/2006 v.1) Theodore Meliteniotes (15/2/2007 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

didaskalos ton didaskalon
A layman or a priest who was teacher of religious matters. The title also designated a teacher on matters of faith and the Holy Scriptures in the Patriarchal School of Constantinople.

megas sakellarios
Ecclesiastic official. The sakellarios was responsible for supervising the monasteries of his bishopric. In late 11th c. the sakellarios of the Patriarchate of Constantinople was given the epithet «megas» (great). By that time the office had lost any economic responsibilities and was responsible for supervising the monasteries of Constantinople, as well as for composing and seeing to the application of patriarchal acts concerning the charistikai donations.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>