Αθωνιάδα Σχολή, η
Ιδρύθηκε το 1749 από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κύριλλο Ε'. Στεγάστηκε σε κτήρια που βρίσκονταν κοντά στη μονή Βατοπεδίου. Το 1753 ορίστηκε δάσκαλος ο Ευγένιος Βούλγαρις. Σύμφωνα με σιγίλιο το οποίο εκδόθηκε την ίδια χρονική στιγμή, στην Αθωνιάδα οι μαθητές θα διδάσκονταν ελληνικά, λογική, φιλοσοφία και θεολογία. Η σχολή απευθυνόταν σε μοναχούς και σε άλλους ιερωμένους, ακόμη και σε λαϊκούς. Άρχισε να παρακμάζει μετά την αποχώρηση του Βουλγάρεως, 6 χρόνια αργότερα.
|
δημογέροντας, ο
Μέλος της δημογεροντίας, δηλαδή του εκτελεστικού οργάνου της κοινότητας για οτιδήποτε αφορούσε τις εσωτερικές και εξωτερικές υποθέσεις της.
|
δραγουμάνος του στόλου, ο
Αξίωμα της οθωμανικής διοίκησης στο οποίο χρησιμοποιούσε γλωσσομαθείς υπηκόους της, όπως σε όλες τις θέσεις δραγουμάνων (διερμηνέων). Ο δραγουμάνος του στόλου είχε την έδρα του στο Κεσίμ-πασά της Κωνσταντινούπολης, όπου βρισκόταν και η διοίκηση του στόλου. Εμπλεκόταν κυρίως σε υποθέσεις που αφορούσαν τα νησιά του Αιγαίου, αφού τα τελευταία ανήκαν στη δικαιοδοσία του καπουδάν-πασά. Ο πιο ονομαστός δραγουμάνος του στόλου ήταν ο Νικόλαος Μαυρογένης, ο οποίος έπειτα από τριακονταετή περίπου θητεία ανήλθε το 1785 στο αξίωμα του ηγεμόνα της Βλαχίας. Ο τελευταίος δραγουμάνος του στόλου Νικόλαος Μουρούζης δολοφονήθηκε το 1821, οπότε καταργήθηκε και το σχετικό αξίωμα.
|
ζητεία, η
Έκτακτη συγκέντρωση εισφορών από πιστούς εκ μέρους των εκκλησιαστικών αρχών ή των μοναστηριών.
|
οικονόμος, ο
1. Αρχαιότητα: Υπεύθυνος για την πληρωμή του κόστους των επιγραφών, των θυσιών, της ξενίας και της ανέγερσης των αγαλμάτων.2. Χριστιανική περίοδος: Εκκλησιαστικός αξιωματούχος, διαχειριστής της περιουσίας κάθε εκκλησιαστικού οργανισμού. Το αξίωμα μαρτυρείται από το έτος 340 (σύνοδος Γάγγρας), ως όρος δε ο οικονόμος είναι σε χρήση από τις αρχές του 5ου αιώνα. Ο οικονόμος ήταν κατά κανόνα κληρικός, διοριζόταν από τον επίσκοπο και από τον 11ο αιώνα και εξής από το μητροπολίτη, ωστόσο το διάστημα από τον 9ο αιώνα έως το 1057 οι (μεγάλοι) οικονόμοι της Μεγάλης Eκκλησίας διορίζονταν από τον αυτοκράτορα, κατά παρέκκλιση των εκκλησιαστικών κανόνων.
|
φιρμάνι, το
Σουλτανικό διάταγμα το οποίο έφερε το μονόγραμμα-υπογραφή του σουλτάνου (τουγράς).
|