βιλαέτι (βαλιλίκι), το
Η ανώτατη βαθμίδα της διοίκησης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία αφορούσε μεγάλες διοικητικές περιοχές. Οι μεγάλες επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ονομάζονταν αρχικά εγιαλέτ. Η νέα διαίρεση του 1864 εισήγαγε τον όρο βιλαγέτ (vilayet), κατά αντιστοιχία προς το γαλλικό διοικητικό όρο départment, μικρότερης όμως έκτασης. Ο διοικητής του βιλαετιού ονομαζόταν βαλής και είχε εκτεταμένες δικαιοδοσίες.
|
Ηγεμονία Σάμου, η
Από το 1832 και με σχετικό φιρμάνι που εκδόθηκε, το οποίο έμεινε γνωστό ως «Οργανική Διάταξις», η Σάμος απέκτησε αυτόνομο πολίτευμα που της εξασφάλιζε κάποια εσωτερική αυτονομία. Τη διοίκηση του νησιού αναλάμβανε χριστιανός ηγεμόνας, ο οποίος οριζόταν κάθε φορά από την Πύλη. Τη νομοθετική εξουσία την ασκούσε η συνέλευση των αντιπροσώπων, οι οποίοι ονομάζονταν πληρεξούσιοι και εκλέγονταν από το σαμιακό λαό. Οριζόταν επίσης ότι έπρεπε να καταβάλλεται στην Πύλη ετήσιος φόρος που ανερχόταν σε 400.000 γρόσια. Το καθεστώς αυτό διατηρήθηκε μέχρι το 1912, οπότε, έπειτα από επαναστατικό κίνημα, κηρύχθηκε από τους Σαμιώτες η ένωσή τους με την Ελλάδα.
|
μητροτοπική εγκατάσταση, η
Εγκατάσταση του νέου ζευγαριού μετά το γάμο είτε στο ίδιο το σπίτι των γονιών της συζύγου, είτε σε κάποιο γειτονικό οίκημα, που βρίσκεται σε άμεση σύνδεση με το προηγούμενο. Κάποτε γίνονταν και οι απαραίτητες αλλαγές στο υπάρχον οίκημα, ώστε να είναι δυνατή η στέγαση και του νέου ζευγαριού εκεί.
|
μητρωνυμικό, το
Επίθετο προσώπου, το οποίο προέρχεται από το όνομα της μητέρας.
|