damnatio memoriae, η
Η καταδίκη της μνήμης ενός αυτοκράτορα, εξαιτίας της κακής πολιτικής του. Οδηγούσε στην αφαίρεση των απεικονίσεων και του ονόματός του από τα δημόσια κτήρια, τα μνημεία και τις επιγραφές.
|
praetor urbanus ή praetor urbis (αρσ.)
Ρωμαϊκό αξίωμα αντίστοιχο του ελληνικού αξιώματος της «στρατηγίας κατά πόλιν» ή του αστυδίκη. Ήταν υπεύθυνος για την επίλυση δικαστικών υποθέσεων μεταξύ των κατοίκων της πόλης.
|
απελεύθερος, ο
Ο απελευθερωμένος δούλος.
|
βουλευτές (curiales), οι
Οι βουλευτές των πόλεων στην Ύστερη Αρχαιότητα ήταν γόνοι των τοπικών αριστοκρατικών οικογενειών και τοπικοί αξιωματούχοι, επιφορτισμένοι με την ευθύνη για τη σωστή λειτουργία των θεσμών της πόλης και με το καθήκον της συλλογής των φόρων στην περιοχή τους. Το σώμα των βουλευτών, η βουλή, αριθμούσε, ανάλογα με το μέγεθος της πόλης, από 100 ως 200 άτομα.
|
δηνάριο, το
Ρωμαϊκό αργυρό νόμισμα ισότιμο με δύο αργυρές αττικές δραχμές.
|
σύγκλητος, η (senatus)
Το ανώτατο πολιτειακό σώμα του ρωμαϊκού κράτους. Κατά την περίοδο της Πρώιμης Δημοκρατίας αποτελούσε το συμβούλιο των υπάτων, δηλαδή των ανώτατων αρχόντων του ρωμαϊκού κράτους. Αργότερα η ισχύς της αυξήθηκε και οι αρμοδιότητές της διευρύνθηκαν, με αποτέλεσμα να καταστεί το κύριο κυβερνητικό σώμα στη Ρώμη. Στους Αυτοκρατορικούς χρόνους η δύναμή της περιορίστηκε.
|
τάλαντο, το
Νομισματική μονάδα. Το αργυρό τάλαντο ισοδυναμούσε με 60 μνες ή 6.000 δραχμές.
|
ύπατος, ο (consul)
Αξιωματούχος του ρωμαϊκού κράτους. Την περίοδο της Δημοκρατίας ήταν το ανώτατο πολιτικό και στρατιωτικό αξίωμα της πολιτείας, ενώ κάθε χρόνο εκλέγονταν δύο ύπατοι. Το υπατικό αξίωμα επιβίωσε και στην Αυτοκρατορική περίοδο με τιμητικό πλέον χαρακτήρα, καθώς και στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο. Μετά τον 6ο αιώνα η θέση του υπάτου στη βυζαντινή αυλική ιεραρχία ήταν χαμηλή, μόλις ανώτερη του σπαθαρίου, αλλά το 10ο αιώνα εμφανίζεται και πάλι ως αξίωμα, πιθανώς με δικαστικές αρμοδιότητες. Ο τίτλος του υπάτου παύει να χρησιμοποιείται μετά το 12ο αιώνα.
|