1. Οικογένεια
Ο Μάρκος Ιούνιος (ή Κόιντος Καίπιος) Βρούτος γεννήθηκε πιθανόν στη Ρώμη το 85 π.Χ. Η οικογένειά του ήταν από τις παλαιότερες της Ρώμης, συνδεόταν με την εγκαθίδρυση της ρωμαϊκής δημοκρατίας και πολλά μέλη της έγιναν στα χρόνια που ακολούθησαν.1 Πατέρας του ήταν ο Μάρκος Ιούνιος Βρούτος, το 83 π.Χ., και μητέρα του η Σερβιλία, η οποία φαίνεται ότι είχε ερωτικές σχέσεις με τον Ιούλιο Καίσαρα. Λέγεται μάλιστα ότι καρπός αυτών των σχέσεων ήταν ο Βρούτος. Ο πατέρας του εκτελέστηκε από τον Πομπήιο το 77 π.Χ., επειδή συμμετείχε στην εξέγερση του Λέπιδου, και η μητέρα του παντρεύτηκε για δεύτερη φορά. O Βρούτος υιοθετήθηκε από το θείο του Κ. Σερβίλιο Καίπιο, στον οποίο οφείλει και το δεύτερο όνομά του.
2. Μόρφωση
Πιθανόν υπό την επιρροή του δεύτερου θείου του, του φιλοσόφου και τιμητή Κάτωνα, απέκτησε ελληνική και λατινική παιδεία. Σπούδασε λατινική και ελληνική γραμματική, καθώς και δραματική και επική ποίηση στη Ρώμη κοντά στο Σταβήριο Έρωτα, Έλληνα . Τις ρητορικές σπουδές του τις ολοκλήρωσε στην Αθήνα κοντά στον Παμμένη, έναν από τους μελετητές του Δημοσθένη, και στη Ρόδο. Στην Αθήνα ήρθε σε επαφή με την περιπατητική, την επικούρεια και τη στωική φιλοσοφία, ενώ με ιδιαίτερο ζήλο παρακολούθησε τα μαθήματα του Αρίστου, τότε διευθυντή της Ακαδημίας. Συγκάτοικός του στην Αθήνα υπήρξε κάποιος Εύπυλος, ρήτορας που άφησε ένα σύγγραμμα που δε σώθηκε, αλλά επιγραφότανΒρούτος και αναφερόταν στη δολοφονία του Καίσαρα.2
3. Δράση
Ο Βρούτος συνοδεύει το θείο του Κάτωνα στην Κύπρο το 58 π.Χ. και στην ουσία γίνονται πάτρωνες όλου του νησιού.3 Δύο χρόνια αργότερα δανείζει στους κατοίκους της κυπριακής πόλης Σαλαμίνας ένα σημαντικό ποσό με υπέρογκο τόκο της τάξης του 48%, καταστρατηγώντας με τη βοήθεια των φίλων του στη Ρώμη το νόμο (lex Gabinia)4 που απαγόρευε το δανεισμό προς τους κατοίκους των επαρχιών.5 Επιστρέφει στη Ρώμη και γίνεται πιθανόν το 54 π.Χ. ένας από τους τρεις υπευθύνους του νομισματοκοπείου της.6 Το 53 π.Χ. ακολουθεί ως ταμίας τον πεθερό του Άππιο Κλαύδιο Πούλχερ (είχε παντρευτεί την κόρη του Κλωδία) όταν ο τελευταίος ορίζεται διοικητής στην επαρχία της Κιλικίας. Από τη θέση αυτή δανείζει ένα μεγάλο ποσό στον Αριοβαρζάνη Γ΄, νεαρό τότε βασιλιά της Καππαδοκίας, προκειμένου να ξεχρεώσει ένα παλαιότερο δάνειό του προς τον Πομπήιο. Την είσπραξη των δανείων αυτών ανέθεσε σε αντιπροσώπους του, τους οποίους τοποθέτησε ο πεθερός του επικεφαλής στρατιωτικών σωμάτων. Κάποιος Μ. Σκάπτιος μάλιστα άσκησε βία ενάντια στους Σαλαμινίους οι οποίοι ζήτησαν ακρόαση στην Έφεσο από τον Κικέρωνα, που αντικατέστησε το 51 π.Χ. τον Πούλχερ στη διοίκηση της επαρχίας της Κιλικίας, όπου υπαγόταν η Κύπρος. Ο Κικέρων τελικά, σε μια συνάντηση όλων των μερών στην Ταρσό, αφαίρεσε τη διοίκηση του στρατιωτικού σώματος από το Σκάπτιο, φρόντισε όμως για την είσπραξη των χρημάτων.7 Το ίδιο έκανε και με το χρέος του Αριοβαρζάνη, ορίζοντας επικεφαλής στρατιωτικών σωμάτων δύο ανθρώπους του Βρούτου, το Μ. Σκάπτιο (διαφορετικός από τον προαναφερόμενο) και το Λ. Γκάβιο, με τον όρο ότι η δράση τους θα περιοριζόταν στην Καππαδοκία, που δεν ανήκε στην επικράτειά του.8
Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου Καίσαρα-Πομπήιου ο Βρούτος πήρε το μέρος του δεύτερου και στάλθηκε αρχικά στην Κιλικία. Συμμετείχε στις επιχειρήσεις στη Μακεδονία, όπου έγραψε και την Επιτομή των Ιστοριών του Πολυβίου, και αργότερα στη μάχη στη Φάρσαλο το 48 π.Χ. Ωστόσο, ο Καίσαρας δε στράφηκε εναντίον του μετά τη νίκη του, ίσως λόγω της επιρροής της Σερβιλίας. Ακολούθησε το 48/47 π.Χ. τον Καίσαρα στη Μικρά Ασία και εκφώνησε λόγο το καλοκαίρι του 47 π.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας μεσολαβώντας υπέρ του Δηιόταρου Α΄, ηγεμόνα της Μικράς Αρμενίας και της τετραρχίας της Γαλατίας, ο οποίος είχε πάρει το μέρος του Πομπήιου ένα χρόνο πριν.9 Τελικά, ο Δηιόταρος Α΄ δεν έχασε το θρόνο του, αλλά περιορίστηκε η επικράτειά του, αφού η περιοχή της Μικράς Αρμενίας που συνόρευε με την Καππαδοκία πέρασε στα χέρια του Αριοβαρζάνη Γ΄, του άλλου δανειολήπτη του Βρούτου.
Σε αυτή την περίοδο της παρουσίας του στην επαρχία της Ασίας θα πρέπει να χρονολογηθεί και η συγγραφή του έργου του De virtute, που έστειλε στον Τίτο Πομπώνιο τον Αττικό και στον Κικέρωνα. Απάντηση σε αυτό το έργο ήταν προφανώς ο ρητορικός λόγος Βρούτος, που συνέγραψε ο Κικέρων στις αρχές του 46 π.Χ. Η Μικρά Ασία όμως ήταν μακριά από το κέντρο των εξελίξεων, τη Ρώμη. Έτσι, ο Βρούτος επιδίωξε και πήρε τη θέση που είχε στο παρελθόν ο πατέρας του, του κυβερνήτη της εντός των Άλπεων Γαλατίας το 46 π.Χ.
Τότε περίπου χώρισε την Κλωδία και παντρεύτηκε την Πορκία, κόρη του Κάτωνα, ο οποίος εκτελέστηκε εκείνα τα χρόνια από τον Καίσαρα.10 Παραδόξως, η εμπιστοσύνη του Καίσαρα προς το πρόσωπό του παρέμεινε αμετάβλητη και το 44 π.Χ. τον έκανε της Ρώμης. Έχοντας πλέον την επιρροή που χρειαζόταν, οργάνωσε μαζί με το Γάιο Κάσσιο Λογγίνο τη συνωμοσία που οδήγησε στο θάνατο του Ιούλιου Καίσαρα στις 15 Μαρτίου του 44 π.Χ. Λίγους μήνες μετά, τον Αύγουστο του 44 π.Χ., του ανατέθηκε η διοίκηση της Κρήτης, σε μια προσπάθεια των αντιπάλων του να τον βγάλουν από το παιχνίδι, ωστόσο ο Βρούτος έφθασε στην Αθήνα και άρχισε να ετοιμάζει την απάντησή του.
Στην Αθήνα έγινε δεκτός με ενθουσιασμό,11 παρακολούθησε τα μαθήματα του Θεομνήστου του Ακαδημαϊκού και του περιπατητικού Κρατίππου από το Πέργαμον, ενώ άρχισε να συγκροτεί το στράτευμά του.12 Έθεσε υπό τον έλεγχό του τη Μακεδονία και ανάγκασε τον αδελφό του Μάρκου Αντώνιου Γάιο να παραδοθεί με όλες του τις δυνάμεις στην Απολλωνία της Ιλλυρίας.
Στη Μικρά Ασία εντωμεταξύ δύο από τους συνωμότες, ο Γάιος Τρεβώνιος και ο Λεύκιος Τίλλιος Κίμπερ, διοικητές των επαρχιών της Ασίας και της Βιθυνίας, είχαν αρχίσει να μαζεύουν χρήματα για τον εξοπλισμό του Βρούτου και του Κάσσιου.13 Αρκετοί Μικρασιάτες που ανήκαν στην αντίπαλη μερίδα στερήθηκαν τότε την περιουσία τους, όπως ο φίλος του Καίσαρα Θεόπομπος από την Κνίδο, ο οποίος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αλεξάνδρεια.14 Τα χρήματα αυτά μεταφέρονταν στην Ελλάδα από τον ταμία της επαρχίας της Ασίας Μάρκο Αππούλειο.15
Τη ροή των χρημάτων διέκοψε η άφιξη του Πόπλιου Κορνήλιου Δολοβέλλα τον Ιανουάριο του 43 π.Χ. στη Μικρά Ασία, ο οποίος ορίστηκε διοικητής της Συρίας και, κατευθυνόμενος από τη Ρώμη στη Συρία, σκότωσε στη Σμύρνη με δόλο το Γάιο Τρεβώνιο, οικειοποιήθηκε τα χρήματα που μάζευε ο τελευταίος και επέβαλε βαριά φορολογία στις πόλεις. Υπό την πίεση των Φιλιππικών, που είχε αρχίσει από τις 2 Σεπτεμβρίου του 44 π.Χ. να εκφωνεί ο Κικέρων ενάντια στο Μάρκο Αντώνιο, η αναγνώρισε στις αρχές Φεβρουαρίου την εξουσία του Βρούτου σε Μακεδονία και Ιλλυρία.16
Όταν πληροφορήθηκε τη δημιουργία της δεύτερης τριανδρίας (Οκταβιανός, Μάρκος Αντώνιος, Λέπιδος) και την καταδίκη του και των άλλων συνωμοτών σε θάνατο στις 27 Νοεμβρίου του 43 π.Χ., ο Βρούτος πέρασε τον Ελλήσποντο. Φτάνοντας στη Μικρά Ασία άρχισε να ασχολείται με τις υποθέσεις των πόλεων17 και να δέχεται σε ακρόαση τους κατά τόπους δυνάστες, ενώ συνέχισε τη συγκέντρωση χρημάτων και στρατευμάτων. Κάλεσε επίσης τον Κάσσιο, ο οποίος πλέον έλεγχε πλήρως τη Συρία και την Κιλικία, να έρθει προς συνάντησή του στη Σμύρνη. Εκεί αποφασίστηκε να εκστρατεύσουν ο Κάσσιος εναντίον των Ροδίων και ο Βρούτος εναντίον των Λυκίων, που αρνούνταν να προσφέρουν χρήματα και στρατεύματα ή στόλο.
Οι Λύκιοι, παρακινημένοι από κάποιο Ναύκρατη, κατέλαβαν ορισμένους λόφους προσπαθώντας να κλείσουν τα περάσματα στο Βρούτο. Ο τελευταίος έστειλε εναντίον τους ένα σώμα πεζικού που κατέσφαξε 600 άτομα. Στη συνέχεια κατέλαβε τις μικρές πόλεις και τις κώμες, άφησε όμως ελεύθερους τους κατοίκους, στην προσπάθειά του να προσεταιριστεί τον ντόπιο πληθυσμό. Όλες οι άλλες πόλεις (λ.χ. Πάταρα, Μύρα) φαίνεται ότι παραδόθηκαν, εκτός από την Ξάνθο. Σε αυτή κλείστηκαν όσοι συνέχισαν να αντιστέκονται και ο Βρούτος άρχισε την πολιορκία της. Οι Λύκιοι προσπάθησαν να αποδράσουν μέσω του ποταμού που έρεε δίπλα στην πόλη, αλλά πιάστηκαν στα δίχτυα που έφεραν κουδούνια και είχαν στήσει οι άνδρες του Βρούτου. Η επόμενη απόπειρά τους ήταν να βάλουν φωτιά στις πολιορκητικές μηχανές των Ρωμαίων, ωστόσο ο άνεμος την έστρεψε προς τη μεριά της πόλης. Ο Βρούτος έδωσε εντολή στους άνδρες του να βοηθήσουν στο σβήσιμο της φωτιάς, ωστόσο οι Λύκιοι –άνδρες, γυναίκες, παιδιά και δούλοι– όχι μόνο τους επιτέθηκαν, αλλά μετέφεραν τη φωτιά προς το εσωτερικό της πόλης, με αποτέλεσμα να γίνει παρανάλωμα πυρός, ενώ οι ίδιοι προχώρησαν σε μαζική αυτοκτονία. Λέγεται μάλιστα ότι ο Βρούτος προκήρυξε βραβείο για όποιον έσωζε κάποιον κάτοικο. Τελικά, διασώθηκαν μόνο 150.18
Έχοντας αποκτήσει πλέον τον έλεγχο όλης της Μικράς Ασίας και των γύρω νήσων, είτε μέσω των δικών τους στρατευμάτων είτε μέσω διοικητών που είχαν συμμετάσχει στη συνωμοσία κατά του Καίσαρα είτε μέσω ελεγχόμενων μοναρχών, οι δύο φίλοι ανακηρύχθηκαν αυτοκράτορες από το στράτευμα στις Σάρδεις. Ο Πλούταρχος μάλιστα αναφέρει στο Βίο του Βρούτου ότι, προκειμένου να εμποδίσουν κάθε κρυφή σκέψη να μπει ανάμεσά τους, κλείστηκαν σε ένα οίκημα και άρχιζαν να εκστομίζουν όλες τις κατηγορίες που έκρυβαν μέσα τους ο ένας για τον άλλον, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια βαριά ατμόσφαιρα, την οποία διέλυσε ο εραστής του Κάτωνα Φαώνιος.
Όπως προκύπτει από την αρχαία γραμματεία, αλλά κυρίως από μια σειρά επιστολών που συνέλεξε κάποιος Μιθριδάτης και θεώρησε ότι ανήκουν στο Βρούτο,19 ο τελευταίος προσπάθησε κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Μικρά Ασία να αποσπάσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο εξοπλισμό, άνδρες και κυρίως χρήματα. Σε αυτή την αλληλογραφία είναι σαφής η δυσανασχέτηση των πόλεων που πριν από λίγο είχαν αναγκαστεί να ενισχύσουν το Δολοβέλλα, ενίσχυση που ο Βρούτος χρησιμοποίησε ως επιχείρημα εναντίον τους, όπως και το παράδειγμα της Ξάνθου. Έτσι, τα Πάταρα,20 τα Μύρα και άλλες πόλεις της Λυκίας που δεν κατονομάζονται προσέφεραν χρήματα, το ίδιο και το Πέργαμον και οι Τράλλεις.21 Οι Βιθυνοί ανέλαβαν να κατασκευάσουν 200 πολεμικά και 50 μεταφορικά πλοία και να παράσχουν τα πληρώματα και τα τρόφιμα των πληρωμάτων, ενώ αργότερα προσέφεραν και χρήματα.22 Πλοία ζήτησε επίσης από την Κω, ενώ ένα μεγάλο τμήμα του στόλου του προερχόταν από τη Λέσβο, τη Μακεδονία και τη Φοινίκη. Η Μίλητος κλήθηκε να προσφέρει όπλα, χρήματα και άνδρες, ενώ η Κύζικος ανέλαβε να διαπεραιώσει στον Ελλήσποντο τα πολεμοφόδια του Βρούτου με αντάλλαγμα τη νήσο Προκόννησο και την εκμετάλλευση των λατομείων της. Αίτημα επίσης ενίσχυσης –άγνωστο τι είδους– πρέπει να είχε απευθύνει και προς τη Σάμο. Αναφέρεται ακόμα ότι απαίτησαν την καταβολή χρημάτων που αντιστοιχούσαν σε φόρους 10 ετών, αναγκάζοντας τους κατοίκους της Μικράς Ασίας και της Συρίας να πουλήσουν ακόμα και τα κοσμήματά τους. Υπολογίζεται ότι πάνω από 25.000 (= 150.000.000 ) απομύζησαν ο Βρούτος και ο Κάσσιος από τη Μικρά Ασία και τη Συρία23 και εξόπλισαν στρατό 100.000 ανδρών που πέρασε τον Ελλήσποντο το καλοκαίρι του 42 π.Χ.24 Στις 23 Οκτωβρίου του 42 π.Χ. συγκρούστηκαν με τον Οκταβιανό και το Μάρκο Αντώνιο και ηττήθηκαν στους Φιλίππους, κοντά στην Καβάλα. Ο Βρούτος, προκειμένου να μην πέσει στα χέρια των εχθρών, θέλησε να αυτοκτονήσει, αλλά κανείς από τους συντρόφους του δε δέχθηκε να τον βοηθήσει. Τελικά έπεσε πάνω στο σπαθί που κράτησε ο Στράτων, με τον οποίο είχαν σπουδάσει μαζί ρητορική. Ο Αντώνιος, όταν βρήκε το σώμα του Βρούτου, το τύλιξε με πορφύρα και το παρέδωσε στη μητέρα του.
4. Ο Βρούτος των αντιφάσεων
Θα μπορούσε κανείς να αναζητήσει τον καιροσκοπισμό πίσω από τις ενέργειες ενός ανθρώπου που πολέμησε με λύσσα στο πλευρό του δολοφόνου του πατέρα του (Πομπήιο) ενάντια σε κάποιον που αγαπούσε υπερβολικά η μητέρα του (Καίσαρας), εγκατέλειψε τον πρώτο μόλις ηττήθηκε και υπηρέτησε το δεύτερο για να τον σκοτώσει και αυτόν αργότερα. Μήπως όμως όλα αυτά δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αποτυχημένη προσπάθεια να συμβιβάσει τον ψυχισμό με τις φιλοδοξίες του και αυτές με την αντιτυραννική οικογενειακή του παράδοση; Η πίστη του πάντως στη δημοκρατία και η ελληνική του παιδεία δεν τον εμπόδισαν να καταστρατηγήσει νόμους της συγκλήτου και να χρησιμοποιήσει βία για να κερδοσκοπήσει (Κύπρος, Κιλικία-Καππαδοκία) και στη συνέχεια να απομυζήσει –μαζί με τον Κάσσιο– οικονομικά τη Μικρά Ασία και τη Συρία, προκειμένου να αντιμετωπίσει τους αντιπάλους του. Δεν ήταν εξάλλου ο πρώτος Ρωμαίος αξιωματούχος που αντιμετώπιζε τη Μικρά Ασία ως πηγή πλούτου. Η αντιφατικότητα αυτή του χαρακτήρα του είναι το αίτιο της διαφορετικής αντιμετώπισής του και από τους συγχρόνους του και από τους μεταγενέστερους, με τη διαφορά ότι με εξαίρεση τον Πλούταρχο και τον Κικέρωνα όλοι τον έκριναν, σχεδόν πάντα μαζί με τον Κάσσιο, από τα γεγονότα της 15ης Μαρτίου του 44 π.Χ.
Έτσι, ο Βρούτος βρήκε τον καλύτερο, όχι όμως και αντικειμενικό, υποστηρικτή του στον Κικέρωνα, ενώ και στην εποχή του Αύγουστου (31 π.Χ.-14 μ.Χ.) δεν υπήρξε κάποια επίσημη προσπάθεια των τυραννοκτόνων. Λιγότερο ανεκτικοί απέναντί τους υπήρξαν ο Τιβέριος (14-37) και ο Νέρων (54-68), ενώ στην περίοδο που ακολούθησε ο Τιτίνιος Κάπιτος, φίλος του Πλίνιου του Νεότερου και θαυμαστής του Κάσσιου και του Βρούτου, διατήρησε τη θέση του δίπλα στους αυτοκράτορες Δομιτιανό (81-96), Νέρβα (96-98) και Τραϊανό (98-117). Οι αυτοκρατορικοί ιστορικοί Βέλλειος Πατέρκουλος, Δίων Κάσσιος και Αππιανός τούς καταδικάζουν, ο Σενέκας στέκεται στην αντιφατικότητα της πράξης με τη στωική παιδεία τους, ενώ ο Πλούταρχος, αν και εναντιώνεται στη δολοφονία, τοποθετείται μάλλον θετικά απέναντι στον άνθρωπο Βρούτο. Είναι χαρακτηριστικό τέλος ότι ο φιλόσοφος και αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος (161-180) εκφράζει την ευγνωμοσύνη του προς το Βρούτο και τους ανθρώπους που του μετέδωσαν τις πολιτικές του ιδέες.
Η μεταγενέστερη βιβλιογραφία τον αντιμετώπισε ως σύμβολο. Ο Θωμάς ο Ακινάτης στα πρώτα του έργα τοποθετείται στο πλευρό των τυραννοκτόνων, για να τους καταδικάσει αργότερα. Ο Δάντης τον τοποθετεί –όπως και τον Κάσσιο– μαζί με τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, ενώ ύψιστο θεωρούν το έργο τους ο Βοκάκιος και ο Πετράρχης. Ρομαντική είναι η αντιμετώπισή του από το Σαίξπηρ, ενώ ως ήρωας θα αντιμετωπιστεί την εποχή της Αμερικανικής και της Γαλλικής Επανάστασης. Αντίθετα η αγγλοσαξονική και πρωσική ιστοριογραφία του 18ου και 19ου αιώνα δε θα μπορούσε παρά να σταθεί απέναντι από τους τυραννοκτόνους, για να φτάσουμε σήμερα στην αποσυμβολοποίησή τους.25 |
1. Σύμφωνα με την παράδοση, κάποιος Λεύκιος Ιούνιος Βρούτος καθαίρεσε τον παππού του, το βασιλιά Ταρκύνιο τον Υπερήφανο, κατά τη διάρκεια της απουσίας του, και μαζί με κάποιον Καλατίνο εκλέχτηκαν οι πρώτοι ύπατοι της Ρώμης (509 π.Χ.), Liv. 2.2. 2. Αναφέρεται επίσης ότι έκανε φιλοσοφικές συζητήσεις με το Φαώνιο, τον εραστή του Κάτωνα, τον επικούρειο Στατύλλιο και το μετέπειτα αντιστράτηγό του Λαβέωνα. Οι δύο τελευταίοι θα σκοτωθούν στη μάχη των Φιλίππων. 3. Cic., Att. 6.1.5· Fam. 15.4.15· Fin. 6.56. 4. Νόμοι της συγκλήτου για τη Μικρά Ασία. 5. Cic., Att. 5.21.1. 6. Σε αυτή την περίοδο χρονολογούνται τα νομίσματα όπου στη μία πλευρά απεικονίζονται οι πρόγονοί του από την πλευρά της μητέρας του Λεύκιος Βρούτος και Σερβίλιος Αχάλα, που υπήρξαν και οι δύο τυραννοκτόνοι. Crawford, M.H., Roman Republican Coinage (Cambridge 1974), αρ. 455-456. 7. Cic., Att. 5.21.10-13, 6.1.5-7, 6.2.7-9 και 6.3.5. Μαζί με το Σκάπτιο στη Σαλαμίνα ήταν και κάποιος Π. Ματίνιος. 8. Cic., Att. 6.1.4 και 6.3.5-6. 9. Cic., Brut. 21, Tac., Dial. 21. 10. Η Πορκία ήταν διαρκώς παράφορα ερωτευμένη με το Βρούτο. Πέθανε είτε από κάποια ανίατη αρρώστια είτε καταπίνοντας αναμμένα κάρβουνα την εποχή που ο Βρούτος έφυγε για την Ανατολή, δηλαδή μετά τον Αύγουστο του 44 π.Χ. (πρβ. Cic., Brut. 1.9 και Πλούτ., Βρούτ. 53.5-7). Μια άλλη παράδοση που δημιουργήθηκε την εποχή του Αυγούστου τη θέλει να αυτοκτονεί με τον ίδιο τρόπο μόλις μαθαίνει το θάνατο του άνδρα της (V. Max. 4.6.5· Mart. 1.42· Αππ., Εμφ. Πόλ. 4.136· Δίων Κ. 47.49· Πλούτ., Βρούτ. 53.5-7). Ο Βίβουλος, γιος της από τον προηγούμενο γάμο της με το Μάρκο Καλπούρνιο Βίβουλο, κατέγραψε απομνημονεύματα του Βρούτου (Πλούτ., Βρούτ. 13.2). 11. Ο Δίων ο Κάσσιος (47.20) αναφέρει ότι οι Αθηναίοι ανήγειραν ανδριάντες σε αυτόν και στον Κάσσιο δίπλα στα αγάλματα του Αρμοδίου και του Αριστογείτονος, των τυραννοκτόνων της Αθήνας. 12. Αναφέρεται από τον Πλούταρχο (Βρούτ. 25) ότι πήρε με το μέρος του πολλούς νεαρούς Ρωμαίους που σπούδαζαν στην Αθήνα, ανάμεσά τους και το γιο του Κικέρωνος, συγκέντρωσε τους στρατιώτες του Πομπήιου που είχαν διασκορπιστεί στη Θεσσαλία μετά την ήττα στη Φάρσαλο (48 π.Χ.), οικειοποιήθηκε τα όπλα που βρίσκονταν στη Δημητριάδα (κοντά στο Βόλο) για την παρθική εκστρατεία που δεν πρόλαβε να κάνει ο Καίσαρας, ενώ παρέλαβε και 500 ιππείς που προορίζονταν για το Δολοβέλλα. 13. Αππ., Εμφ. Πόλ. 3.2· Πλούτ., Βρούτ. 19.2. 14. Cic., Phil. 13.33. 15. Αναφέρεται ότι μετέφερε 500.000 δραχμές στην Κάρυστο της Ευβοίας, όταν ο Βρούτος ήταν στην Αθήνα [Πλούτ. Βρούτ. 24.3-4 και 25.1, για τη διόρθωση του ονόματος από Αντίστιος σε Αππούλειος βλ. Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Βρούτος, επιμ. B. Perrin, στο Plutarch’s Lives, τομ. VI (Loeb, London - New York 1962), σχόλια κατά χωρίον], και ακόμη 16.000 τάλαντα, μάλλον στη Μακεδονία (Αππ. Εμφ. Πόλ. 3.63 και 4.75. Πρβλ. επίσης Cic. Phil. 10.11 και IBM 547). 16. Cic., Phil. 10.11 και 10.25.6· Velleius Paterculus 2.62.2. Οι μαρτυρίες των Flor. 2.17.4 και Αππ., Εμφ. Πόλ. 3.2.7-8 και 24, 4.57, ότι ο Βρούτος και ο Κάσσιος ορίστηκαν διοικητές στη Μακεδονία και στη Συρία αμέσως μετά το θάνατο του Καίσαρα, εξουσίες που τους αφαιρέθηκαν από τον Αντώνιο και το Δολοβέλλα, θεωρούνται ανακριβείς. 17. Διαμάχη μεταξύ του Ιταλού Rupilius Rex και του ντόπιου Περσίου Υβρίδα στις Κλαζομενές (Hor., Sat. 1.7). 18. Ίσως με αφορμή αυτές τις νίκες έκοψε νομίσματα όπου στη μία πλευρά απεικονίζεται ο Απόλλων και στην άλλη τρόπαιο και συλληφθέντες, Crawford, M.H., Roman Republican Coinage (Cambridge 1974), πίν. LXI, αρ. 8 (503/1). Φαίνεται επίσης ότι έδωσε και μάχες στη θάλασσα, οι οποίες δεν αναφέρονται, αφού έκοψε νόμισμα όπου στη μία πλευρά απεικονίζεται η προσωποποίηση της Ελευθερίας (Libertas) και στην άλλη ακρόπρωρο και άγκυρα, Crawford, M.H., ό.π., πίν. LXI, αρ. 15 (506/3). Εκτός αν κόπηκαν με αφορμή τις νίκες του Κάσσιου ενάντια στο ροδιακό στόλο, αν και υπάρχουν νομίσματα του τελευταίου που προπαγανδίζουν αυτή τη νίκη. 19. Για το γνήσιο ή όχι των επιστολών βλ. Magie, D., Roman Rule in Asia Minor to the End of the Third Century after Christ (Princeton 1950), σελ. 1274, σημ. 54. 20. Πρβλ. και Αππ., Εμφ. Πόλ. 4.71-81. 21. Την εκτέλεση της εντολής ανέλαβε ο φίλος του Μηνόδωρος. 22. Για αυτό το σκοπό έστειλε το φίλο του Ακύλα, ωστόσο οι Βιθυνοί καθυστέρησαν, επικαλούμενοι το βαρύ χειμώνα του 43/42 π.Χ. 23. Φαίνεται ότι υπήρξαν Ρωμαίοι αξιωματούχοι οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν αυτή την κατάσταση, όπως ο Λεύκιος Οκέλλας, ο οποίος κατηγορήθηκε από τους κατοίκους των Σάρδεων για κλοπή και τιμωρήθηκε από το Βρούτο, ενώ παρόμοια αδικήματα διέπραξαν και δύο φίλοι του Κάσσιου, βλ. Πλούτ., Βρούτ. 35. 24. Αυτής της περιόδου είναι τα νομίσματα με την κεφαλή της Libertas (προσωποποίηση Ελευθερίας), καθώς και εκείνα με την επιγραφή EID MAR, που αναφέρονται στη ρωμαϊκή γιορτή των «ειδών του Μαρτίου», κατά την οποία συνέβη η δολοφονία του Καίσαρα, Crawford, M.H., Roman Republican Coinage (Cambridge 1974), πίν. LXI, αρ. 19 (508/3). 25. Αναλυτικότερη διαπραγμάτευση του θέματος στο Clarke, M.L., The Noblest Roman. Marcus Brutus and His Reputation (London 1981), σελ. 79 κ.ε. |