Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Μπουρχανιέ

Συγγραφή : Σταματόπουλος Δημήτριος (4/9/2001)

Για παραπομπή: Σταματόπουλος Δημήτριος , «Μπουρχανιέ», 2001,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12075>

Μπουρχανιέ (1/9/2009 v.1) Burhaniye - προς ανάθεση 
 

1. Ανθρωπογεωγραφία

Χωριό σε πλαγιά βουνού στην κοιλάδα του Καράτσαϊ (Karaçay), παραπόταμου του Σαγγάριου, 5 χλμ. ανατολικά του Γκέιβε, 3,5 χλμ. νότια του Ορτάκιοϊ και 46 χλμ. νοτιοδυτικά της Νικομήδειας. Η ονομασία του οικισμού ήταν κοινή τόσο για το τουρκικό μουσουλμανικό (όπως και στα επίσημα οθωμανικά κρατικά έγγραφα), όσο και για το ελληνικό χριστιανικό στοιχείο (και αντίστοιχα στα επίσημα εκκλησιαστικά έγγραφα). Το χωριό ιδρύθηκε περί το 1850 από εποίκους που ήρθαν από το γειτονικό χωριό Χουδί. Τα πρώτα χρόνια μετά την ίδρυσή του υπαγόταν διοικητικά στο γειτονικό τουρκικό χωριό Σαρατσλί, έπειτα όμως ανεξαρτητοποιήθηκε. Σύμφωνα με τοπική προφορική παράδοση, όταν οι κάτοικοι αποφάσισαν να απευθυνθούν στον καϊμακάμη του Γκέιβε και να ζητήσουν την ανεξαρτητοποίησή του, γεννήθηκε ένας από τους γιους του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίντ με το όνομα Μπουρχανεντίν. Πρόκειται μάλλον για τον Şehzade Mehmed Burhaneddin, ο οποίος γεννήθηκε το 1885. Προς τιμήν του το χωριό έλαβε το όνομα Μπουρχανιέ (Burhaniye). Το 1910 το χωριό αριθμούσε περί τις 65 οικογένειες (περίπου 250-300 κάτοικοι). Μέχρι όμως το 1922 ο αριθμός των οικογενειών έφτασε τις 100 (περίπου 400 κάτοικοι) από κατοίκους που συνέχιζαν να έρχονται από το Χουδί.1

Οι κάτοικοι του Μπουρχανιέ ήταν αρμενόφωνοι, όπως δηλαδή και οι κάτοικοι του Χουδιού και του Ορτάκιοϊ.2 Εκτός από τα αρμενικά όμως γνώριζαν πολύ καλά και την τουρκική γλώσσα. Τα ελληνικά τα διδάχτηκαν οι νεότερες γενιές που κατάφεραν να παρακολουθήσουν μαθήματα στο σχολείο. Η Θεία Λειτουργία στην εκκλησία γινόταν επίσης στα ελληνικά, ο Απόστολος όμως και το Ευαγγέλιο διαβάζονταν από τους ιερείς στα τουρκικά από θρησκευτικά βιβλία γραμμένα στα καραμανλίδικα. Στα καραμανλίδικα επίσης γινόταν και η αλληλογραφία των κατοίκων, αφού η αρμενική γραφή τούς ήταν άγνωστη. Τα τραγούδια τους ήταν τουρκικά. Μόνο μία φορά το χρόνο, την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς, συγκεντρώνονταν στην πλατεία και χόρευαν τραγουδώντας ένα συγκεκριμένο αρμενικό τραγούδι.

2. Διοικητική και εκκλησιαστική υπαγωγή – Θρησκεία – Εκπαίδευση – Εμπόριο

Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε για τις αρχές του 20ού αιώνα, το Μπουρχανιέ ανήκε στο καϊμακαμλίκι της Γκέιβε, η οποία με τη σειρά της υπαγόταν στο μουτεσαριφλίκι της Νικομήδειας (İzmit).3 Το χωριό διοικούνταν από ένα μουχτάρη σε συνεργασία με δύο ή τρεις αζάδες (âza, συμβούλους). Ταυτόχρονα λειτουργούσαν επιτροπή υπεύθυνη για την Εκκλησία, η οποία όμως λογοδοτούσε στη δημογεροντία, όπως και σχολική εφορεία. Το χωριό ανήκε εκκλησιαστικά στη μητρόπολη Νικαίας.

Η μοναδική εκκλησία του οικισμού ήταν αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Βρισκόταν στην πλατεία του χωριού, στον επάνω όροφο ενός οικήματος που στο ισόγειό του λειτουργούσε καφενείο. Δεν είχε καμπαναριό παρά μόνο ένα σήμαντρο. Στο ίδιο οίκημα (επίσης στον επάνω όροφο σε ξεχωριστή αίθουσα) στεγαζόταν και το σχολείο. Ήταν μεικτό πεντατάξιο.

Οι βασικές εμπορικές ανταλλαγές του οικισμού διεξάγονταν με την Γκέιβε, όπου κάθε Πέμπτη γινόταν παζάρι. Επίσης πουλούσαν διάφορα προϊόντα στις αγορές της Προύσας (κουκούλια), της Νικομήδειας (αυγά) και της Κωνσταντινούπολης (ούζο). Το χωριό είχε αμπέλια και παρήγε καλό ούζο. Επιπλέον, οι κάτοικοι έφτιαχναν ένα γλύκισμα από σταφίδα, που το ονόμαζαν στα αρμενικά «μπάστιχ» (είδος παστελιού). Τη γιορτή της Αναλήψεως οι νοικοκυρές έφτιαχναν γαλατόσουπα (πολτός από γάλα και σιτάρι). Πάντως η σημαντικότερη παραγωγική δραστηριότητα των κατοίκων του Μπουρχανιέ ήταν η σηροτροφία. Στο χωριό μάλιστα υπήρχε εργοστάσιο επεξεργασίας μεταξιού.

Μετά την Έξοδο, κάτοικοι από το Μπουρχανιέ εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, τη Βέροια και τη Δράμα.

1. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, φάκ. Β 37. Η στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το 1922 δίνει τον αριθμό των 550 ελληνορθόδοξων κατοίκων, βλ. Patriarcat Oecumenique, Les atrocités Kémalistes dans les régions du Pont et dans le reste de l'Anatolie (Constantinople 1922), σελ. 221.

2. Οι κάτοικοι του Χουδιού, όπως και του γειτονικού Ορτάκιοϊ, ήρθαν παλιότερα (ίσως το 17ο αιώνα) από το Εγκίν της Αρμενίας, για αυτό και ήταν αρμενόφωνοι. Οι Αρμένιοι μάλιστα τους αποκαλούσαν «Χάιχουρουμ», δηλαδή «Αρμενορωμιούς». Βλ. επίσης Κοντογιάννης, Π., Γεωγραφία της Μικράς Ασίας. Φυσική σύστασις της χώρας, πολιτική γεωγραφία, φυσικός πλούτος (Αθήνα 1921), σελ. 207.

3. Η νομαρχία (mutasarrıflık ή sancak) της Νικομήδειας ήταν ανεξάρτητη και δεν υπαγόταν σε κάποια ευρύτερη διοικητική περιφέρεια (βαλελίκι, valilik) αλλά απευθείας στο Υπουργείο Εσωτερικών.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>