1. Γεωγραφική θέση: Περιγραφή της περιοχής Η Σμύρνη στην Αρχαιότητα θεωρούνταν από τις πιο όμορφες πόλεις της Μικράς Ασίας.1 Οι πηγές αναφέρονται σε αυτήν ως «υπέροχη, στέμμα της Ιωνίας, στολίδι της Ασίας», όπως αναφέρει η Αποκάλυψη.2 Η Σμύρνη βρισκόταν περίπου 40 μίλια βόρεια της Εφέσου, επάνω στο λογοτεχνικά διάσημο ποταμό Μέλητα. Ο ρους του ποταμού, που το καλοκαίρι και το χειμώνα άρχιζε και τέλειωνε κοντά στην πόλη, περιγράφεται από τον Αίλιο Αριστείδη και τον Ιμέριο. Η περιγραφή επικεντρώνεται στο ρεύμα που ξεπηδάει από άφθονες πηγές στα ανατολικά της πόλης και χύνεται στο νοτιοανατολικό άκρο του κόλπου της Σμύρνης. Μια παράδοση συνδέει τη Σμύρνη με τον Όμηρο, που είναι επίσης γνωστός ως Μελησιγενής. Η Σμύρνη ήταν χτισμένη στις εκβολές και ενός άλλου ποταμού, του Έρμου, γεγονός που τοποθετούσε την πόλη επάνω σε ένα βασικό εμπορικό δρόμο μεταξύ των κεντρικών μικρασιατικών υψιπέδων και του Αιγαίου, ο οποίος χάρισε στη Σμύρνη ισχύ και αίγλη κατά τον 7ο αι. π.Χ. Η Σμύρνη είχε οικοδομηθεί σε μια όμορφη περιοχή στο κέντρο ενός κόλπου που εκτεινόταν σε βάθος 30 μιλίων. Υπήρξαν δύο οικιστικές φάσεις της πόλης: η πρώτη πόλη ήταν χτισμένη στο βορειοανατολικό άκρο του κόλπου της Σμύρνης, και ονομάζεται Παλαιά Σμύρνη (καταστράφηκε τον 7ο αι. π.Χ.), ενώ η δεύτερη Σμύρνη ήταν αυτή που επανιδρύθηκε την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.3 Είναι μάλλον δύσκολο να υπολογίσει κανείς την έκταση όλης της παλαιάς πόλης, αν και οι αρχαιολόγοι έχουν ταυτίσει μερικά από τα κυκλώπεια τείχη που την περιέβαλλαν.4 Ο πρώιμος ελληνικός οικισμός βρισκόταν αρχικά σε μια μικρή χερσόνησο, η οποία σήμερα έχει μετατραπεί σε λόφο ανατολικά της μικρής πόλης Bayraklı, 4 χλμ. από τη σύγχρονη Σμύρνη.5 Ο Στράβων6 τον 1ο αι. π.Χ. έδωσε την ακριβή θέση της πόλης, αναφέροντας ότι η Παλαιά Σμύρνη βρισκόταν 20 στάδια μακριά από την πόλη της εποχής του. Η καρδιά της νέας πόλης, που βρισκόταν σε λειτουργία από την Ελληνιστική περίοδο και σε όλη τη διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου, αποτελεί τμήμα από το σύγχρονο Υπαίθριο Μουσείο της Αγοράς της Σμύρνης. 2. Προέλευση του ονόματος: Οι μύθοι Υπάρχουν αρκετές διαφορετικές θεωρίες που αφορούν την προέλευση του ονόματος Σμύρνη και οι περισσότερες βασίζονται στη μυθολογία. Σύμφωνα με μια εκδοχή, η Σμύρνη ήταν η μητέρα του Άδωνη, που τον συνέλαβε έπειτα από επαφή με τον πατέρα της.7 Όταν εκείνος το έμαθε, την καταδίωξε, αλλά οι θεοί τη λυπήθηκαν και τη μεταμόρφωσαν σε δέντρο, που παρήγε το ομώνυμο αρωματικό προϊόν, τη σμύρνα (μύρο). Ο Τάκιτος έγραψε για την παράδοση που είχε διασωθεί από την Αρχαιότητα: η Σμύρνη είχε χτιστεί ή από τον Τάνταλο ή από το Θησέα, που και αυτός είχε θεϊκή καταγωγή. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, την πόλη είχε ιδρύσει η Αμαζόνα Σμύρνη και για το λόγο αυτό αποκαλούνταν επίσης Αμαζονία.8 3. Η ιστορία και η εξέλιξη της πόλης κατά τις φιλολογικές μαρτυρίες Η πρώτη Σμύρνη ιδρύθηκε κατά την 3η χιλιετία π.Χ., την ίδια περίπου εποχή που αναπτύχθηκε η Τροία. Η Σμύρνη στη συνέχεια καταλήφθηκε από τους Χετταίους, αλλά, όταν η Τροία καταστράφηκε, μειώθηκε δραστικά και η ισχύς τους. Κατά τον 8ο αι. π.Χ. η Σμύρνη ελεγχόταν από τη Μίλητο, η οποία ίδρυε αποικίες στο Λίβανο, τη Συρία, την Ελλάδα και τον Εύξεινο Πόντο. Η Σμύρνη εξελίχθηκε σε σημαντική πόλη, κέντρο αξιόλογης εμπορικής δραστηριότητας. Η παράδοση αναφέρει ότι εκεί κατοικούσαν προηγουμένως Λέλεγες, ένα αυτόχθον φύλο. Στις αρχές της 1ης χιλιετίας π.Χ. Έλληνες άποικοι εγκαταστάθηκαν στη Μικρά Ασία. Η Σμύρνη τότε αποικίστηκε από Αιολείς, κυρίως κατοίκους της Λέσβου, και έγινε μία από τις κυριότερες πόλεις της αιολικής δωδεκάπολης.9 Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι η Σμύρνη ήταν ανέκαθεν αιολική, αλλά φαίνεται ότι αποτέλεσε τμήμα του αιολικού κοινού μέχρι τον 7ο αι. π.Χ., όταν, με μια προδοτική πράξη των Κολοφώνιων, πέρασε στα χέρια των Ιώνων και η δέκατη τρίτη πόλη-κράτος μέλος του Πανιωνίου. Η ιωνική δωδεκάπολη, που τη συγκροτούσαν δώδεκα ιωνικές πόλεις, με κέντρο το ιερό του Ποσειδώνα Ελικώνιου στη Μυκάλη, στη συνέχεια αποτελούνταν από δεκατρείς πόλεις, όταν η Σμύρνη περιλήφθηκε στο ιωνικό κοινό.10 Στην Αρχαϊκή περίοδο η Σμύρνη, μαζί με τις άλλες αποικίες, όπως η Μίλητος, η Έφεσος, η Τέως και οι Ερυθρές, ήταν πόλεις-κράτη που διοικούνταν με βάση το αριστοκρατικό σύστημα, με ένα βασιλέα.11 Οι πόλεις-κράτη έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Ιωνίας, ιδιαίτερα κατά την Αρχαϊκή περίοδο,12 και η Σμύρνη ως πόλη-κράτος έφτασε στην ακμή της μεταξύ του 650 και του 645 π.Χ. Όταν η δυναστεία των Μερμναδών πήρε τα ηνία στη Λυδία, η Σμύρνη ήταν από τα πρώτα μέρη στα οποία επιτέθηκε. Ο Γύγης (περ. 687-652 π.Χ.) ηττήθηκε ωστόσο κοντά στον ποταμό Έρμο. Ένα ισχυρό φρούριο, τα ερείπια του οποίου εξακολουθούν να στέκουν εντυπωσιακά επάνω σε ένα λόφο μεταξύ της Σμύρνης και της Νύμφης, οικοδομήθηκε μάλλον από τους Ίωνες της Σμύρνης για να ελέγχουν την κοιλάδα της Νύμφης στους δύσκολους εκείνους καιρούς.13 Σύμφωνα με το Θέογνι (500 π.Χ.), αυτό που κατέστρεψε τη Σμύρνη ήταν η περηφάνια της. Ο Μίμνερμος, καταγόμενος από τη Σμύρνη, έγραψε για τον εκφυλισμό των πολιτών στις μέρες του, καθώς δεν μπορούσαν πια να αντισταθούν στη λυδική προέλαση. Ο Αλυάττης Γ' (609-560 π.Χ.) κατέκτησε την πόλη και τη λεηλάτησε. Η Σμύρνη ως οικισμός δεν έπαψε να υπάρχει, αλλά ο ελληνικός τρόπος ζωής και η πολιτική ενότητα καταστράφηκαν και η πόλη-κράτος, που εκείνη την περίοδο ξεχώριζε ανάμεσα στα χωριά της περιβάλλουσας υπαίθρου χώρας, αναδιοργανώθηκε η ίδια ως χωριό. Η Σμύρνη αναφέρεται σε ένα χωρίο του Πινδάρου και σε μια επιγραφή του 388 π.Χ., ωστόσο το μεγαλείο της είχε χαθεί.14 Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν αυτός που επανίδρυσε τη Σμύρνη το 334 π.Χ. και επανέφερε την παλιά της αίγλη. Ωστόσο, το σχέδιο αυτό ολοκληρώθηκε από τους διαδόχους του, Αντίγονο Μονόφθαλμο (316-301 π.Χ.) και Λυσίμαχο (301-281 π.Χ.), οι οποίοι επέκτειναν και οχύρωσαν την πόλη. Στην πραγματικότητα ο Λυσίμαχος ονόμασε την πόλη Ευρυδίκη, από την κόρη του, ένα όνομα που η Σμύρνη το διατήρησε έως το 281 π.Χ.15 Κατά την Ελληνιστική περίοδο δημιουργήθηκαν εξαιρετικά αρχιτεκτονικά έργα στην πόλη, η οποία ξανακτίστηκε στην περιοχή όπου βρίσκεται η σύγχρονη Σμύρνη, εν μέρει στις υπώρειες ενός στρογγυλεμένου λόφου που ονομαζόταν Πάγος από τους Έλληνες, κοντά στο νοτιοανατολικό άκρο του κόλπου, και εν μέρει στα πεδινά εδάφη μεταξύ του λόφου και της θάλασσας. Ιδιαίτερα ακμάζουσα περίοδος ήταν το τέλος του 3ου αι. π.Χ., όταν η Σμύρνη πέρασε στη σφαίρα επιρροής των βασιλέων της Περγάμου. Ωστόσο, το 197 π.Χ. η πόλη ξαφνικά αποστάτησε από το βασιλιά Ευμένη της Περγάμου και στράφηκε για βοήθεια στη Ρώμη μαζί με τη Λάμψακο και την Αλεξάνδρεια Τρωάδα.16 Η Ρώμη άδραξε την ευκαιρία και, όταν οι ρωμαϊκές κοόρτεις στάλθηκαν στη Μικρά Ασία, η πόλη χρησιμοποιήθηκε ως προπύργιο για την ανατολική εξάπλωση της Ρώμης εξαιτίας του εξαιρετικού φυσικού λιμανιού της. Έκτοτε η Σμύρνη παρέμεινε πιστή σύμμαχος της Ρώμης.17 Η Ρωμαϊκή περίοδος για τη Σμύρνη ήταν σημαντική από πολλές απόψεις. Μετά την ίδρυση της επαρχίας Ασίας η Σμύρνη θεωρήθηκε μητρόπολη: εκεί διοργανώνονταν περιοδικά δικαστήρια και πραγματοποιούνταν συχνές επισκέψεις του κυβερνήτη. Η πόλη εξακολούθησε να παρέχει βοήθεια στο ρωμαϊκό στρατό με όλους τους πιθανούς τρόπους. Το μόνο ατυχές περιστατικό ήταν η υποστήριξή της προς το Μιθριδάτη ΣΤ', το οποίο συνέβη μάλλον κατόπιν εξαναγκασμού. Το γεγονός αυτό πρέπει να είχε επίπτωση μια πρόσκαιρη απώλεια του καθεστώτος ελευθερίας της.18 Ωστόσο αυτό ξεχάστηκε σύντομα και η πόλη ανέκτησε την περίοπτη θέση της. Μέσω μιας σειράς αυτοκρατορικών δωρεών και τοπικών ευεργεσιών, το 2ο αιώνα η ομορφιά της πόλης ανταγωνιζόταν εκείνη της Εφέσου και της Περγάμου και μερικοί μάλιστα θεωρούσαν τη Σμύρνη «την πιο όμορφη πόλη της Ασίας».19 Αν και ένας σεισμός κατέστρεψε μεγάλο μέρος της το 178, ο μηχανισμός των ευεργεσιών, ιδιαίτερα της τοπικής αριστοκρατίας, κινητοποιήθηκε αμέσως και η πόλη ξανακτίστηκε πολύ σύντομα.20 Επιπλέον, η Σμύρνη ήταν ίσως η πρώτη πόλη που εισήγαγε τη λατρεία της θεοποιημένης Ρώμης και αργότερα του αυτοκράτορα.21 Η πόλη έγινε τρεις φορές νεωκόρος: το 26, επί Τιβερίου, το 123-124, επί Αδριανού, και το 214-215, επί Καρακάλλα.22 Μια μετακίνηση προς έναν πιο αριστοκρατικό τύπο διακυβέρνησης της πόλης είναι εμφανής στις επιγραφές: αν και στην Ελληνιστική περίοδο τα περισσότερα ψηφίσματα υπογράφονταν «από το δήμο», στη Ρωμαϊκή περίοδο υπογράφονται «από τη βουλή και το δήμο» και μερικά μόνο «από τη βουλή». Αυτό σηματοδοτεί την αυξημένη ισχύ της τοπικής αριστοκρατίας.23 Στη Σμύρνη κατοικούσε επίσης σημαντική εβραϊκή κοινότητα, γεγονός που συντέλεσε στον ταχύ εκχριστιανισμό της. Στην Ύστερη Αρχαιότητα, ιδιαίτερα έπειτα από την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης από το Μεγάλο Κωνσταντίνο, η Σμύρνη πέρασε σε μια φάση παρακμής. Το 1084 η πόλη χρησιμοποιούνταν ως βάση για ναυτικές επιδρομές. Ερειπώθηκε όταν τη λεηλάτησαν οι Τούρκοι. Οι Ιωαννίτες ιππότες εγκαταστάθηκαν στην πόλη, αλλά δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν την ακρόπολή της. Οι Μογγόλοι την κατέκτησαν για μικρό χρονικό διάστημα, αλλά η υποταγή της στον τοπικό Τούρκο εμίρη του Αϊδινίου κατέληξε στη μακροπρόθεσμη ενσωμάτωσή της στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. 4. Αρχαιολογία 4.1. Ιστορία των ανασκαφών
Η συνεχής οικοδομική δραστηριότητα ανά τους αιώνες είχε αποτέλεσμα την απώλεια των αρχαιολογικών χαρακτηριστικών της πόλης. Από το 19ο αιώνα, ωστόσο, διεξήχθησαν σημαντικές αρχαιολογικές ανασκαφές. Η πρώτη είχε επικεφαλής το Γερμανό Karl Humann, ο οποίος ανέσκαψε και το Πέργαμο μεταξύ του 1866 και του 1878. Ακολούθησε ο Βρετανός αρχαιολόγος Wood το 1869, ο οποίος επικέντρωσε το ενδιαφέρον του στην ανασκαφή του ναού της Αρτέμιδος. Επόμενες στη σειρά ήταν οι ανασκαφές των Αυστριακών αρχαιολόγων μέχρι το 1904. Μια σημαντική ανασκαφή πραγματοποιήθηκε από τους Γερμανούς καθηγητές R. Naumann, F. Miltner και τον Τούρκο αρχαιολόγο S. Kantar (διευθυντή των μουσείων της Σμύρνης και της Εφέσου) μεταξύ του 1932 και του 1941. Ανακάλυψαν ένα τριώροφο κτίριο, ορθογώνιο, με σκάλες στην πρόσοψη, χτισμένο επάνω σε κίονες και τόξα που περιέβαλλαν μια μεγάλη αυλή στο κέντρο. Αρχαιολογικές ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν επίσης μεταξύ του 1948 και του 1951, υπό την αιγίδα της Βρετανικής Σχολής στην Άγκυρα και του Πανεπιστημίου της Άγκυρας και υπό τη διεύθυνση των J.M. Cook και Ekrem Akurgal.24 To 1966 o Akurgal ξεκίνησε νέα έρευνα στο χώρο και δημοσίευσε τα αποτελέσματα των ερευνών του το 1983.25 Αυτές οι αρχαιολογικές αποστολές ήταν πολύ χρήσιμες, καθώς διαφώτισαν την αρχαιολογική συνέχεια της περιοχής και την πλειονότητα των κτηρίων της αρχαίας Σμύρνης. Οι ανασκαφές εντατικοποιήθηκαν τις τελευταίες τρεις δεκαετίες και μπόρεσαν να αποκαλύψουν μερικά από τα κυρίως κτήρια της πόλης. Επίσης εντατικοποίησαν την έρευνα και την ανάλυση των πιο σημαντικών στοιχείων. Ωστόσο υπάρχουν ακόμη αρκετά πράγματα να ανακαλυφθούν και πολλά ερείπια παραμένουν σκεπασμένα από σύγχρονες κατασκευές. Ορισμένα από τα κτήρια είναι καλύτερα μελετημένα, όπως αυτά της αγοράς και του ναού της Αθηνάς. Επιπλέον, λεπτομερείς θεματικές μελέτες ξεκίνησαν, όπως αυτές που επικέντρωναν το ενδιαφέρον τους στην κεραμική26 και τη νομισματοκοπία27 της πόλης. 4.2. Τα κτήρια της αγοράς
Όπως σε κάθε άλλη ελληνική πόλη, η αγορά φαίνεται ότι ήταν και στη Σμύρνη το πιο σημαντικό μέρος. Στην αγορά της αρκετά κτήρια σώζονται σε κάπως καλή κατάσταση. Σήμερα ο χώρος αποτελεί το Υπαίθριο Μουσείο της Αγοράς της Σμύρνης. Ήταν σε χρήση έως τη Βυζαντινή περίοδο και ένα βυζαντινό και αργότερα οθωμανικό νεκροταφείο βρισκόταν επάνω από τα ερείπια της αγοράς, εξαιτίας του οποίου ο χώρος προστατεύτηκε από μεταγενέστερη ανοικοδόμηση. Ωστόσο, περιβάλλεται από σύγχρονα κτήρια, μερικά από τα οποία καλύπτουν ακόμη την ανατολική και νότια πλευρά της. Έχει διαστάσεις 165 × 200 μ. και περιβάλλεται από όλες τις πλευρές από στοές. Μέχρι στιγμής είναι η μεγαλύτερη και καλύτερα διατηρημένη αγορά της Ιωνίας.28 Οι ανασκαφές έδειξαν ότι χτίστηκε κατά την Ελληνιστική περίοδο και ανοικοδομήθηκε τη Ρωμαϊκή περίοδο επί Μάρκου Αυρηλίου. Το πορτρέτο της αυτοκράτειρας Φαυστίνας στο δεύτερο τόξο της δυτικής στοάς επιβεβαιώνει αυτή τη φάση αναστήλωσης.29 Η αγορά κατασκευάστηκε επάνω σε επικλινές έδαφος και εκτείνεται σε τρεις ορόφους, βρισκόταν δε κοντά στο κέντρο της πόλης. Η δημόσια αγορά διατηρείται σε καλή κατάσταση και είναι πιο καλά τεκμηριωμένη, ενώ αποτελείται από την κυρίως αγορά, τη βάση της πύλης της βόρειας βασιλικής, τις στοές και το αρχαίο εμπορικό κέντρο. Οι της Σμύρνης εκτείνονταν σε δύο ορόφους και ήταν χωρισμένες κατά μήκος σε δύο μέρη από δύο σειρές κιόνων. Στη βόρεια πλευρά υπήρχε ακόμη μια διώροφη κιονοστοιχία με δύο πτέρυγες και ένα κλίτος.30 Η κύρια στοά αποτελούσε τη βασιλική, η οποία είχε χτιστεί επάνω σε υποδομή από υπόγεια και τόξα για την προστασία από τους σεισμούς. Το ανατολικό άκρο και οι νότιες στοές συνιστούσαν ένα διώροφο συμπαγές οικοδόμημα. Η βόρεια πτέρυγα στο υπόγειο της βασιλικής αποτελούσε σκεπαστή αγορά με καταστήματα, που κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο ανοίχτηκαν στους δρόμους.31 Το σχέδιο του υπογείου έμοιαζε πολύ με τις κρυφές στοές (crypto-porticus) των δυτικών επαρχιών. Στο δυτικό τμήμα της βόρειας κιονοστοιχίας υπήρχε εξέδρα, η οποία αργότερα ερμηνεύτηκε ως αυλή. Ο ρήτορας Αίλιος Αριστείδης, καταγόμενος από τη Σμύρνη, περιέγραψε το βωμό του Δία, ο οποίος είχε ανεγερθεί στο κέντρο της αγοράς.32 4.3. Περιγραφή των κυριότερων αρχαιολογικών κτηρίων στην περιφέρεια της πόλης Στη Σμύρνη οι δρόμοι ήταν φαρδείς, πλακοστρωμένοι και με ορθογώνια διάταξη. Η κύρια οδός, που ονομαζόταν Χρυσή οδός, διέτρεχε την πόλη από τα δυτικά προς τα ανατολικά, ξεκινώντας πιθανότατα από το ναό του Διός Ακραίου και καταλήγοντας στο ναό της Κυβέλης. Η πεδιάδα προς τη θάλασσα δεν μπορούσε να αποστραγγιστεί αποτελεσματικά και έτσι, όταν έβρεχε, οι δρόμοι της κάτω πόλης πλημμύριζαν με λάσπη και νερό.33 Η Σμύρνη κλείνεται από τα δυτικά με ένα λόφο, ο οποίος σήμερα αποκαλείται Değirmen Tepe, όπου αποκαλύφθηκαν τα ερείπια ενός ναού, που έχουν αποδοθεί στην αυτοκρατορική λατρεία. Τα τείχη του Λυσιμάχου διέσχιζαν την κορυφή του λόφου αυτού. Η ακρόπολη καταλάμβανε την κορυφή του Πάγου. Οι ανασκαφές του Cook βοήθησαν να καθοριστούν τα αρχαία τείχη της πόλης.34 Ο δρόμος από την Έφεσο οδηγούσε στην πόλη από την Εφεσία Πύλη, κοντά σε ένα από τα της. Σε μικρή απόσταση από την ακρόπολη βρισκόταν το στάδιο, ένα τμήμα του οποίου είναι ακόμη ορατό από το διάγραμμα. Αντίθετα, από το θέατρο δε σώζεται τίποτε, αν και γνωρίζουμε ότι βρισκόταν στη βόρεια πλαγιά του Πάγου.35 Η Σμύρνη είχε δύο λιμένες, τον εξωτερικό, που στην ουσία αποτελούσε τον ανοιχτό βραχίονα του κόλπου, και τον εσωτερικό, που ήταν μικρότερος, με μια στενή είσοδο, τον οποίο ο Ταμερλάνος έφραξε το 1402. Κοντά στο λιμάνι υπήρχε μια σιταποθήκη, για την αποθήκευση αγαθών, η οποία είχε χτιστεί την εποχή του Αδριανού, αλλά δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα. Η σιταποθήκη μπορεί να αποτελούσε τμήμα της λεγόμενης εμπορικής αγοράς.36 4.4. Παλαιά Σμύρνη: Οικιστική αρχιτεκτονική Στα πρώιμα στρώματα της Σμύρνης (1050-650 π.Χ.) υπάρχουν ενδείξεις ότι η οικονομία βασιζόταν κυρίως στην αγροτική παραγωγή. Αυτό πρέπει να το έχουμε υπόψη μας όταν αναλύουμε την κοινωνική δομή και για να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι κάτοικοι έχτιζαν τα σπίτια τους. Η Σμύρνη διαθέτει τυπικά παραδείγματα ελληνικών σπιτιών. Υπάρχουν ακόμη ίχνη της κυκλώπειας τοιχοποιίας της εποχής εκείνης.37 Το αρχαιότερο κτήριο της Σμύρνης είναι ένα αψιδοειδές μονόχωρο σπίτι χτισμένο περίπου το 900 π.Χ. Είναι καλά διατηρημένο και κατασκευασμένο από ωμές πλίνθους. Υπάρχουν ορθογώνια σπίτια χρονολογούμενα στον 9ο αι. π.Χ., προφανώς από την ιωνική φάση της πόλης. Τα σπίτια αυτά αποτελούνται επίσης από ένα μόνο μεγάλο δωμάτιο με λίθινα θεμέλια.38 Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών της δεκαετίας του 1970 βρέθηκαν τρία πολύ ωραία δείγματα ορθογώνιων οικιών. Ωστόσο, κατά τον 8ο και 7ο αι. π.Χ. οι αψιδωτές οικίες κυριάρχησαν έναντι των ορθογωνίων, που εμφανίζονται σπανιότερα.39 Έπειτα από μισό αιώνα στασιμότητας, εμφανούς σε όλο τον ελληνικό κόσμο, η Σμύρνη γνώρισε μεγάλη περίοδο ευημερίας μεταξύ του 650 και του 545 π.Χ., κατά τη λεγόμενη «ανατολίζουσα φάση» και οι οικίες της εποχής είναι γνωστές ως «μέγαρα»: αποτελούνται από μια σκεπαστή είσοδο και δύο δωμάτια ή είναι πιο περίπλοκα, με σκεπαστή είσοδο, τρία δωμάτια και αυλή. Υπάρχουν ακόμα και δείγματα σπιτιών με πήλινες μπανιέρες. Οι οικίες έχουν γενικά προσανατολισμό βορρά-νότου ή ανατολής-δύσης ως αποτέλεσμα ενός αξονικού σχεδίου ήδη από τον 7ο αι. π.Χ. Κατά τον 5ο και 4ο αι. π.Χ. οι οικίες εξακολουθούν να παρουσιάζουν αξονικό σχέδιο.40 Την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, καθώς ο πληθυσμός αυξήθηκε σημαντικά, η πόλη επεκτάθηκε στις πλαγιές του Πάγου και αναπτύχθηκε ένα νέο οικιστικό σύστημα. Τα κτήρια ήταν πολύ κοντά χτισμένα το ένα στο άλλο, ενώ η ποιότητα κατασκευής υποβαθμίστηκε, καθώς κυρίαρχος τρόπος δομής αναδείχθηκε η αργολιθοδομή. Τα περισσότερα σπίτια αποτελούνταν από δύο ή το πολύ τρία δωμάτια. Νέο στοιχείο της τοπικής αρχιτεκτονικής ήταν η χρήση κεραμιδιών για την κάλυψη της στέγης.41 4.5. Αρχαιολογικά ευρήματα: Κεραμική και επιγραφές
Οι οικίες της Σμύρνης έχουν δώσει πλούσιο αρχαιολογικό υλικό, αποτελούμενο από πτηνόσχημα δοχεία, διάφορων ειδών αγγεία, χάλκινα αγαλματίδια, τερακότες και ελεφαντοστά. Υπάρχουν επίσης τμήματα από λίθινα αγάλματα από το 600 π.Χ. κ.ε. Η αφθονία κυπριακών και συριακών ειδωλίων, καθώς και λυδικής κεραμικής, καταδεικνύει ότι οι Ίωνες μετά τον 7ο αι. π.Χ. είχαν επεκταθεί στο διεθνές εμπόριο.42 Στη Σμύρνη το εμπόριο με την κυρίως Ελλάδα είχε βοηθήσει τις ανταλλαγές πολύτιμων αντικειμένων, ιδιαίτερα καλής ποιότητας κεραμική. Ο Cook προέβη σε μια πολύ σημαντική ανάλυση των ιωνικών μελανόμορφων αγγείων.43 Ωστόσο το πιο δύσκολο εγχείρημα για τη μελέτη της μελανόμορφης κεραμικής είναι η διάκριση μεταξύ αττικής και ιωνικής κεραμικής. Στον πρώιμο 6ο αι. π.Χ. διακρίνεται σημαντική παραγωγή ανατολίζουσας κεραμικής. Μπορεί να ταυτιστεί με ιωνική κεραμική, με μια μικρή παραγωγή μελανόμορφων απομιμήσεων αττικής κεραμικής. Στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. υπάρχει αύξηση μελανόμορφης κεραμικής στη βόρεια Ιωνία. Μέσω της ανάλυσης της κεραμικής κατέστη δυνατή η διάκριση διαφορετικών στιλ, σύμφωνα με την ποιότητα της κεραμικής αλλά και με το διάκοσμο.44 Μια προσεκτική μελέτη άλλων ευρημάτων του 4ου αι. π.Χ. απέδειξε ότι υπήρξαν καλές απομιμήσεις του αττικού στιλ στη Σμύρνη. Η παράδοση του μελανού υαλώματος είναι αττική και υπάρχει πιθανότητα έποικοι από την Αθήνα να εργάστηκαν για την τοπική αγορά στη Σμύρνη.45 Η Σμύρνη ήταν μεγάλο εμπορικό κέντρο στην Αρχαιότητα και μπορούμε να το παρατηρήσουμε σε μερικές από τις επιγραφές που ταξινομήθηκαν από τους Bowdoin και Leyden. Για την ακρίβεια, τα επιγραφικά κείμενα είναι σημαντικά ευρήματα που μπορούν να αποδείξουν τόσο το πολιτιστικό επίπεδο όσο και την επίδραση από άλλους πολιτισμούς. Στη Σμύρνη έχουν βρεθεί κατάλογοι ονομάτων, που είναι πολύ σημαντικοί για να μάθει κανείς περισσότερα για την εξέλιξη της πόλης: ονόματα ευεργετών, τοπικών ή από τη Ρώμη,46 καθώς και ονόματα αξιωματούχων. Στην πραγματικότητα οι επιγραφές παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για τη διοίκηση της πόλης γενικότερα, καθώς εμφανίζονται αξιωματούχοι όπως ο γυμνασίαρχος, ο γραμματοφύλαξ και αργότερα ο γραμματεύς της πόλεως, ο αγωνοθέτης, οι εξετασταί (βοηθοί του γραμματέως), οι επιμένιοι (υπεύθυνοι για να υποδέχονται τους ξένους πρεσβευτές στο πρυτανείο), ο αγορανόμος, ο ειρηνάρχης, οι διωγμίται κ.λπ.47
5. Νομίσματα Ο Ηρόδοτος (1.94) έγραφε ότι οι Λυδοί είχαν θεσμούς παρόμοιους με των Ελλήνων, αλλά ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν νομίσματα. Τα πιο αρχαία νομίσματα έχουν βρεθεί στο ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο: ήταν φτιαγμένα από κράμα αργύρου και χρυσού, χρονολογούνται περίπου το 660-650 π.Χ. και προέρχονταν από τη Λυδία. Οι Λυδοί χρησιμοποιούσαν τον 6ο αι. π.Χ. τα νομίσματα που αποκαλούνταν κροισηδείς (από τον Κροίσο, 560-546 π.Χ.), κατασκευασμένα από χρυσό ή άργυρο. Η Λυδία είχε τεράστια επίδραση στην υπόλοιπη Μικρά Ασία και ιδιαίτερα στη Σμύρνη. Οι αρχαιολόγοι βρήκαν τρεις τύπους κροισηδών νομισμάτων σε ορισμένες πόλεις της Μικράς Ασίας, αλλά ιδιαίτερα στη Σμύρνη και την Περσέπολη, όπου συλλέγονταν ως «θησαυροί».48 Τα πρωιμότερα νομίσματα της Σμύρνης έφεραν ένα λέοντα. Μετά την ειρήνη της Απάμειας η Σμύρνη άρχισε να κόβει αργυρές δραχμές, σύμφωνα με τον αττικό σταθμητικό κανόνα, και στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. παρήγε και κιστοφορικά νομίσματα. Τα πρώιμα ελληνιστικά νομίσματα συνήθως έφεραν κεφαλή Απόλλωνα στον εμπροσθότυπο και τον Όμηρο καθισμένο στον οπισθότυπο, ενώ μετά το 180 π.Χ. τα αργυρά τετράδραχμα διατήρησαν κυρίως την κεφαλή της Κυβέλης ή της Τύχης της πόλης εστεμμένης με τα τείχη στον εμπροσθότυπο και ένα δάφνινο στεφάνι με την επιγραφή ΣΜΥΡΝΑΙΩΝ στον οπισθότυπο. Ο τύπος αυτός είχε κάνει την εμφάνισή του μερικές δεκαετίες νωρίτερα. Τα νομίσματα της εποχής του Μάρκου Αυρηλίου, του Γορδιανού και του Φιλίππου Άραβα απεικονίζουν τον Αλέξανδρο να κοιμάται κάτω από έναν πλάτανο, επάνω στο όρος Πάγο, μαζί με τις δύο Νεμέσεις, που, σύμφωνα με το μύθο, τον κατεύθυναν να χτίσει τη Σμύρνη ακριβώς στο σημείο εκείνο.49 Η Νέμεση στην ουσία εμφανίζεται μόνο κατά τον 1ο αι. μ.Χ. σε νομίσματα της Σμύρνης και γίνεται πιο συχνή το 2ο αι. μ.Χ., όταν απεικονίζονται και οι δύο Νεμέσεις. Η Σμύρνη εγκατέλειψε τη δική της νομισματοκοπία για να ενταχθεί στο αυτοκρατορικό σύστημα το 260 μ.Χ. 6. Θρησκεία: Kτήρια και λατρείες Η θρησκεία παίζει πάντοτε σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη ζωή. Η κατασκευή ναών στην ελληνική κοινωνία ήταν ένας τρόπος να τιμήσουν τις θεότητες που βοηθούσαν τους ανθρώπους σε όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής τους. Στη Σμύρνη μπορούσε κανείς να βρει διαφορετικές λατρείες ως αποτέλεσμα μιας πολυπολιτισμικής παράδοσης. 6.1. Οι ναοί της Σμύρνης
Στη Σμύρνη λατρεύονταν αρκετοί θεοί από το ελληνικό πάνθεο, όπως και θεότητες που προέρχονταν από την ανατολή ή την κεντρική Μικρά Ασία. Οι ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν εδώ και περίπου πενήντα χρόνια έφεραν στο φως έναν εντυπωσιακό ναό που ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά. Μια κοινή ανασκαφή στην Παλαιά Σμύρνη διεξήχθη μεταξύ του 1948 και του 1951 από το Πανεπιστήμιο της Άγκυρας και τη Βρετανική Σχολή της Αθήνας, υπό τη διεύθυνση του Ekrem Akurgal και του J.M. Cook. Η βρετανική ομάδα ανακάλυψε τους ναούς πλάι στη στοά, καθώς και ένα μέρος από τη ράμπα που οδηγούσε στο ιερό, και μελέτησαν τη στρωματογραφία της γύρω περιοχής. Διέκριναν τέσσερις φάσεις του ναού: αυτή του 700 π.Χ. που αντιστοιχούσε σε ένα πρώιμο ιερό, όπως προκύπτει από τα αναθήματα, ο οποίος αργότερα γκρεμίστηκε από σεισμό και ξαναχτίστηκε μεταξύ του 690 και του 670 π.Χ. Ένας δεύτερος ναός οικοδομήθηκε στα 630-610 π.Χ., ενώ ένας τρίτος ναός, που αποκαλούνταν «μεγάλος ναός», χρονολογούμενος στο 610-600 π.Χ. καταστράφηκε την περίοδο του Αλυάττη.50 Ένας τέταρτος ναός ανεγέρθηκε, αλλά σύμφωνα με το Nicholls και την περαιτέρω αποσαφήνιση της χρονολογίας με βάση τα κεραμικά ευρήματα στην οποία προέβη η Susan Rotroff, υπήρξε σταδιακή εγκατάλειψη του ναού στις αρχές του 3ου αι. π.Χ.51 Ο ρήτορας Αίλιος Αριστείδης έγραψε στα 150 π.Χ. ότι ένας βωμός του Δία βρισκόταν σε κεντρικό σημείο της αγοράς. Η ανασκαφή επιβεβαίωσε ότι ο βωμός έφερε πλούσια ανάγλυφη διακόσμηση, τμήμα της οποίας απεικόνιζε τη Δήμητρα να στέκει πλάι στον Ποσειδώνα. Σύμφωνα με μερικούς ερευνητές, ανάμεσα στους οποίους και ο Akurgal,52 η Δήμητρα και ο Ποσειδώνας δίπλα δίπλα ήταν το σύμβολο της κυριαρχίας της Σμύρνης στη θάλασσα και τη στεριά. Άλλος ένας ναός αφιερωμένος στο Δία Ακραίο έστεκε στις πλαγιές του όρους Πάγος, από όπου ξεκινούσε η Χρυσή Οδός, η οποία μάλλον κατέληγε κοντά στο ναό της Κυβέλης, δίπλα στο λιμάνι, προς το σημερινό Τεπετζίκ στα ανατολικά της πόλης. Η Κυβέλη λατρευόταν ως Μήτηρ Σιπυληνή (από το όρος Σίπυλος, που οριοθετεί την κοιλάδα της Σμύρνης) και θεωρούνταν η προστάτιδα της πόλης.53 Από τα νομισματικά δεδομένα πληροφορούμαστε επίσης την ύπαρξη και άλλων λατρειών στην πόλη, όπως αυτή του Ασκληπιού και της Υγείας, του Σέραπη, του Ηρακλή, του Διονύσου και του ερπετού θεού Γλύκωνος, τις οποίες προωθούσε ο «ψευδοπροφήτης» Αλέξανδρος ο Αβωνοτειχίτης. Οι ποταμοί της πόλης, Έρμος και Μέλης, λατρεύονταν επίσης ως θεότητες. 6.2. Η Σμύρνη και ο χριστιανισμός
Για τους χριστιανούς η Σμύρνη ήταν μία από τις Επτά εκκλησίες της Αποκάλυψης, καθώς η χριστιανική κοινότητα εδραιώθηκε εκεί σε πολύ πρώιμη περίοδο και παρέμεινε φανατικά προσκολλημένη στη νέα θρησκεία παρά τις τιμωρίες που της επιβάλλονταν από τη ρωμαϊκή κυβέρνηση. Μεταξύ των πρώιμων χριστιανών που υπέφεραν το μαρτύριο συγκαταλέγεται ο Πολύκαρπος, που πέθανε στο β' μισό του 2ου αιώνα σε πολύ μεγάλη ηλικία. Ήταν επίσκοπος Σμύρνης το 96 μ.Χ., χρονιά που γράφτηκε η Αποκάλυψη. Από την επιστολή της Σμύρνης μαθαίνουμε τις περιστάσεις του μαρτυρίου και του θανάτου του την εποχή του Μάρκου Αυρηλίου. Σε έναν εντυπωσιακό στίχο από την Αποκάλυψη η Σμύρνη φέρεται ως σκηνή μαρτυρίου μιας αδελφότητας που υποφέρει.
Ο Ιγνάτιος, επίσκοπος Αντιοχείας, έγραψε από εδώ τέσσερις επιστολές (προς την Έφεσο, τη Μαγνησία, τις Τράλλεις και τη Ρώμη, περί το 100 μ.Χ.) και μία προς την ίδια τη Σμύρνη όταν πια βρισκόταν στην Τρωάδα, καθώς μεταφερόταν από την Αντιόχεια στη Ρώμη. Εδώ έφτασε ο επίσκοπος Ονήσιμος από την Έφεσο, ταξιδεύοντας μαζί με μια ομάδα από την εκεί χριστιανική κοινότητα για να τον συναντήσει. Στη Σμύρνη υπήρχε επιπλέον σημαντική εβραϊκή κοινότητα, γεγονός που εξηγεί και τον πρώιμο εκχριστιανισμό της πόλης, όπως τεκμηριώνεται και από επιγραφές.54 |
1. Στράβ. 16.646. 2. Αποκάλυψη 2.8.11. 3. Το πιο περιεκτικό βιβλίο για την ιστορία της πόλης είναι του Cadoux, C.J., Ancient Smyrna. A history of the city from the earliest times to 324 A.D. (Oxford 1938). Για αντιπροσωπευτική παρουσίαση της αρχαιολογίας της Παλαιάς Σμύρνης βλ. Akurgal, E., Alt-Smyrna 1: Wohnschichten und Athenatempel (Ankara 1983). 4. Cook, J.M. – Nicholls, R.V., Old Smyrna Excavations: the temples of Athena (London 1998), σελ. 5. 5. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 6. Στράβ. 16.646. 7. Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 10.300-330. 8. Στράβ. 14.633. 9. Musti, D., Storia Greca Linee di Sviluppo dall’Età micenea all’età Romana (Roma – Bari 1994), σελ. 82, και για περισσότερες λεπτομέρειες Musti, D. (επιμ.), AAVV, Le origini dei Greci. Dori e Mondo Egeo (Roma – Bari 1985). 10. Βλ. Βιτρ. 4.1.3-6. Για τις συζητήσεις σχετικά με την ιωνική δωδεκάπολη βλ. Carlier, P., La Royautè en Grece Avant Alexandre (Strasbourg 1984), σελ. 431-456. 11. Παυσανίας 7.1-5. 12. Drews, R., Basileus. The evidence for Kingship in Geometric Greece (New Haven – London 1983), ιδίως σελ. 10-29. 13. Ηρ. 1.13-15. 14. Drews, R., Basileus. The evidence for Kingship in Geometric Greece (New Haven – London 1983). 15. Πλίν., ΦΙ 5.29· Παυσ. 7.5.1· Αίλ. Αριστ. 21.431, 21.435, 22.440, 41.763. Βλ. επίσης Klose, D.O.A., Die Münzprägung von Smyrna in der Römischen Kaiserzeit (Berlin 1987), σελ. 3. 16. Πολύβ. 5.77.6, 21.14.1-3· Λίβ. 33.38.3. 17. Βλ. Dmitriev, S., City Government in Hellenistic and Roman Asia Minor (Oxford 2005), σελ. 248-250, με σχετικές πηγές και βιβλιογραφία. 18. Lewis, G.R., “Sulla and Smyrna”, CQ 41 (1991), σελ. 126-129. 19. Στράβ. 14.1.37· Δίων, Λόγος 40.11, 38.47. 20. Αίλ. Αριστ., Λόγος 18.2-3, 19.2-3, 21.14. 21. Στην πραγματικότητα είναι πολύ πιθανό ότι η Σμύρνη καθιέρωσε μια λατρεία της θεάς Ρώμης ακόμα και πριν από το 190 π.Χ. Βλ. Τάκιτος, Ανν. 4.56· Cadoux, C.J., Ancient Smyrna (Oxford 1938), σελ. 136. 22. Dmitriev, S., City Government in Hellenistic and Roman Asia Minor (Oxford 2005), σελ. 251. 23. Dmitriev, S., City Government in Hellenistic and Roman Asia Minor (Oxford 2005), σελ. 253-254. 24. Akurgal, E., Bayraklı: erster vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Alt-Smyrna (Zeitschrift der Philosophischen Fakultaet der Universitaet Ankara, Ankara 1950). 25. Akurgal, Ε., Alt-Smyrna 1: Wohnschichten und Athena-Tempel (Ankara 1983). 26. Για την κεραμική από τη Σμύρνη βλ. μεταξύ άλλων Cook, J.M., “Old Smyrna: Ionic Black Figure and other Sixth-Century Figured Wares”, BSA 60 (1965), σελ. 114-142· Cook, J.M., “Ionic Black-Figure”, BSA 60 (1965), σελ. 114-153· Cook, R.M., “Old Smyrna. The Clazomenian Sarcophagi”, BSA 69 (1974), σελ. 55-60· Boardman, J., “Old Smyrna, The Attic Pottery”, BSA 53-54 (1958-1959), σελ. 152-181· Cahen-Delhaye, A., Τerres-cuites hellénistiques de Smyrne influencées par le statuaire: étude de quelques têtes feminines des Musées Royaux d’ Art et d’ Histoire de Bruxelles (Bruxelles 1969)· Gjerstad, E., “The Cypro-archaic life-size terracotta statue found in Old Smyrna”, ActaArch 49 (1979), σελ. 191-196. 27. Για τη νομισματοκοπία βλ., μεταξύ άλλων, Milne, J.G., “The Silver Coinage of Smyrna”, NC 14 (1914), σελ. 273-298· Milne, J.G., “The Autonomous Coinage of Smyrna, I” (NC 5th Series 3, 1923), σελ. 1-30, “The Autonomous Coinage of Smyrna, II” (NC 5th Series 7, 1927), σελ. 1-107· Milne, J.G., “The Autonomous Coinage of Smyrna, III” (NC 5th Series 8, 1928), σελ. 131-171· Pászthory, E., “Investigations of the Early Electrum Coins of the Alyattes Type”, Metallurgy in numismatics 1 (London 1980), σελ. 151-156· Winsemann Falghera, E. – Martini, R., “Emissioni di homonoia tra Ephesus e Smyrna di Antoninus Pius”, Annotatazioni Numismatiche (1992), σελ. 87-89· Klose, D.O.A., “Münzprägung und städtische Identität. Smyrna in der römischen Kaiserzeit”, Hellas und der griechische Osten. Studien zur Geschichte und Numismatik der griechischen Welt. Festschrift für Peter Robert Franke zum 70. Geburtstag (Saarbrücken 1996), σελ. 53-63· Klose, D.O.A., Die Münzprägung von Smyrna in der römischen Kaiserzeit (Antike Münzen und geschnittene Steine 10, Berlin 1987)· Ηeyman, C., “Homer on Coins from Smyrna”, Studia Paulo Naster oblata 1 (Numismatica Antiqua, Leuven 1982), σελ. 161-174· Gysen, P., “A propos des ateliers de Smyrne et de Cyzique sous Claude II le Gothique”, BCercleNum 36 (1999), σελ. 29-41· Göktürk, M.T., Kistophorik Izmir definesi / A hoard from Izmir AnadoluYil (1995), σελ. 97-113. 28. Βλ. Wycherley, R.E., “The Ionian Agora”, JHS 62 (1942), σελ. 21-32. 29. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 30. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 31. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 32. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 33. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 34. Βλ. την εισαγωγή των Cooks-Nicholls 1998. 35. Levi, P., Atlante del Mondo Greco, Istituto Geografico De Agostani (Oxford 1984), σελ. 45. 36. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 37. Levi, P., Atlante del Mondo Greco, Istituto Geografico De Agostani (Oxford 1984), σελ. 220. 38. Για την Πρώιμη και τη Μέση Γεωμετρική περίοδο όσον αφορά την οικιστική αρχιτεκτονική βλ. Akurgal, E., Alt-Smyrna Ι: Wohnschichten und Athenatempel (Ankara 1983), σελ. 22-27. 39. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal) και ιδιαίτερα Akurgal, E., Alt-Smyrna 1: Wohnschichten und Athenatempel (Ankara 1983), σελ. 27-29. 40. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 41. Κurgal, E., Alt-Smyrna 1: Wohnschichten und Athenatempel (Ankara 1983), σελ. 56-58. 42. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 43. Στην παρούσα μελέτη συμμετείχε και ο Boardman. Βλ. Cook, J.M., “Old Smyrna: Ionic Black Figure and other Sixth-Century Figured Wares”, BSA 60 (1965), σελ. 114-142. 44. Cook, J.M., “Old Smyrna: Ionic Black figure and other sixth century figured ware”, BSA 60 (1965), σελ. 116. 45. Cook, J.M., “Old Smyrna: Ionic Black figure and other sixth century figured ware”, BSA 60 (1965), σελ. 143. 46. Dow, S., “Alphabetized Inscriptions from Smyrna in Bowdoin and Leyden”, AJA 67 (1963), σελ. 26. 47. Dmitriev, S., City Government in Hellenistic and Roman Asia Minor (Oxford 2005), σελ. 254-255. Οι επιγραφές της Σμύρνης περιλαμβάνονται στα κάτωθι έργα: Petzl, G. (επιμ.), Die Inschriften aus Smyrna (IGSK 23, 24.1, 24.2, Bonn 1982-1990). 48. Musti, D., Storia Greca Linee di Sviluppo dall’Età micenea all’età Romana (Roma – Bari 1994), σελ. 262. 49. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). Για τη νομισματοκοπία βλ. Klose, D., Die Münzprägung von Smyrna in der römischen Kaiserzeit (Berlin 1987). 50. Ηρ. 1.16. 51. Cook, J.M. – Nicholls, R.V., Old Smyrna (London 1998). 52. PECS, σελ. 847-848, βλ. λ. “Smyrna” (E. Akurgal). 53. Akurgal, E., Ancient Civilizations and Ruins of Turkey (2002). 54. Βλ. Αmeling, W., Inscriptiones Judaicae Orientis 2: Kleinasien (TSAJ 99, Tübingen 2004), σελ. 174-195. |