βουλευτήριο, το
Δημόσιο θεατροειδές κλειστό οικοδόμημα στο οποίο συνεδρίαζαν τα συλλογικά όργανα της πόλης, όπως η εκκλησία του δήμου, η βουλή των πρυτάνεων, των δικαστών και των αρχόντων.
|
δεξίωση, η
Σκηνή κατά την οποία οι ανθρώπινες μορφές αναπαριστώνται σε χειραψία, που συνήθως ερμηνεύεται ως αποχαιρετισμός του νεκρού προσώπου. Τέτοιες σκηνές απαντούν κυρίως σε ταφικά ανάγλυφα.
|
εμπροσθότυπος, ο
Η όψη του νομίσματος που φέρει την πιο σημαντική απεικόνιση. Λόγω αμφιβολιών, πολλοί νομισματολόγοι προτιμούν να χρησιμοποιούν τον όρο για την όψη που τυπώθηκε από την κάτω μήτρα.
|
ιμάτιο, το
Ορθογώνιο κομμάτι μάλλινου, κατά κανόνα, υφάσματος που το φορούσαν πάνω από το χιτώνα. Μπορούσε να τυλιχτεί με διάφορους τρόπους γύρω από τους ώμους και το σώμα και στερεωνόταν με ζώνη ή πόρπες.
|
κέρας Αμάλθειας, το
Το κέρατο της κατσίκας που θήλαζε το Δία, ο οποίος, επειδή της το έσπασε παίζοντας, το έκανε χρυσό. Για τους αρχαίους συμβόλιζε την αφθονία. Στο χριστιανισμό λαμβάνει χαρακτήρα θείας πρόνοιας, ελπίδας και ευσπλαχνίας.
|
οπισθότυπος, ο
Η οπίσθια όψη ενός νομίσματος, στην οποία συνήθως χαράσσεται και το όνομα της εκδότριας αρχής.
|
φιάλη, η
Είδος αγγείου, συνήθως από μέταλλο και σπανιότερα από πηλό. Ρηχό και πλατύ σαν πιάτο, χρησίμευε κυρίως για σπονδές.
|
χιτών, ο
Τύπος ενδύματος που αποτελείται από τετράγωνο μάλλινο ύφασμα το οποίο ράβεται στις δύο πλευρές του.
|