1. Στην τουρκική γλώσσα kırk σημαίνει σαράντα και ağaç δέντρο. Κιρκαγάτς ήταν -και παραμένει και σήμερα- το μοναδικό όνομα του οικισμού και χρησιμοποιούνταν τόσο από τους μουσουλμάνους όσο και από τους ορθόδοξους κατοίκους. 2. Μεϊμαρίδης, Π., Κιρκαγάτς (Θεσσαλονίκη 1973), σελ. 69-70. 3. Γάλλος ρομαντικός συγγραφέας και διπλωμάτης, από τους σημαντικότερους διανοούμενους της Γαλλίας του πρώτου μισού του 19ου αιώνα (1768-1848). 4. Chateaubriand, F.R. de, Itinéraire de Paris à Jérusalem 2 (Paris 1811), σελ. 39-46. Οι πληροφορίες του Chateaubriand υποδηλώνουν ότι ο οικισμός ήταν βακούφι του "μεγάλου τζαμιού" της Κωνσταντινούπολης (ίσως η Αγία Σοφία;), υπό την έννοια ότι τα φορολογικά εισοδήματα από το Κιρκαγάτς προορίζονταν για τη χρηματοδότηση των λειτουργιών και υπηρεσιών που παρείχε το τέμενος. Το καθεστώς αυτό συνοδεύοταν από μια "προνομιακή" μεταχείριση των κατοίκων των αφιερωμένων οικισμών σε ζητήματα φορολόγησης και διοίκησης, πράγμα που αντικατοπτρίζεται στην πληροφορία του συγγραφέα για την "απαγόρευση εισόδου" στους πασάδες. 5. Για τις επιγραφές που εντοπίστηκαν στο Κιρκαγάτς βλ. Radet, G., “Inscriptions de Lydie”, BCH 11 (1887), σελ. 478-482. 6. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, Φάκ. Λδ 14, Κίρκαγατς. Μάλλον υπονοούνται μουσουλμάνοι πρόσφυγες από τα Βαλκάνια, οι οποίοι λόγω των διάξεων που υπέστησαν είχαν εχθρικές διαθέσεις έναντι των ελληνορθοδόξων. 7. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, Φάκ. Λδ 14, Κίρκαγατς. Η φωτιά προξένησε καταστροφές σημαντικής έκτασης. Εκδηλώθηκε αρχικά στο μουσουλμανικό μαχαλά και από εκεί απλώθηκε στην αγορά και μετά στο χριστιανικό μαχαλά. 8. Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι.-1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες. Από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1997), πίνακες. 9. «Στατιστικός Πίναξ της Επαρχίας Εφέσου (έδρα Μαγνησίας)», Ξενοφάνης 2 (Αθήνα 1905), σελ. 428-429. 10. Μεϊμαρίδης, Π., Κιρκαγάτς (Θεσσαλονίκη 1973), σελ. 69. 11. Κοντογιάννης, Π., Γεωγραφία της Μικράς Ασίας (Αθήνα 1921), σελ. 327. 12. «Κιρκαγάτς», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Πυρσός» 14 (Αθήνα 1930), σελ. 453. 13. Κοντογιάννης, Π., Γεωγραφία της Μικράς Ασίας (Αθήνα 1921), σελ. 327. 14. «Κιρκαγάτς», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Πυρσός» 14 (Αθήνα 1930), σελ. 453. 15. Στην Αναγνωστοπούλου, Σ., Μικρά Ασία, 19ος αι.-1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες. Από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος (Αθήνα 1997), πίνακες, ο οικισμός εμφανίζεται να έχει 18.000 μουσουλμάνους και 2.000 ορθόδοξους. Η κίνηση των ορθοδόξων στο Κιρκαγάτς εικονίζεται ως εξής : 25 ρωμέικες οικογένειες στα τέλη του 18ου αιώνα, 100 οικογένειες μεταξύ 1830-1840 και 300 οικογένειες στα 1870. Από τα τέλη του 19ου αιώνα ο πληθυσμός ήταν σταθερός με σταδιακή μείωση. Προφορική πάλι μαρτυρία μιλά για 16.000 ή 14.000 κατοίκους συνολικά. Από αυτούς 3.500 ήταν ορθόδοξοι, 500 ή 600 άτομα ήταν Αρμένιοι και οι υπόλοιποι μουσουλμάνοι. Υπήρχε επίσης μικρός αριθμός Εβραίων. Αρχείο Προφορικής Παράδοσης Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, Φάκ. Λδ 14, Κίρκαγατς. 16. Η εταιρεία “The Oriental Carpet Co” είχε έδρα στη Σμύρνη και εργοστάσια σε αρκετές πόλεις της δυτικής Μικράς Ασίας. Στο εργοστάσιο του Κιρκαγάτς εργάζονταν περισσότερες από διακόσιες γυναίκες. Πολύ λιγότεροι άνδρες δούλευαν στο βαφείο και διόρθωναν τις «κρεβατές» (= αργαλειοί). 17. Σολδάτος, Χρ., Ο οικονομικός βίος των Ελλήνων της Δυτικής Μικράς Ασίας (Ιωνίας, Αιολίδας, Μυσίας, Βιθυνίας, Λυδίας και Καρίας) 1880-1922 (Αθήνα 1994), σελ. 177. 18. Βλ. παράθεμα "Τα πεπόνια του Κιρκαγάτς". 19. Αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών ήταν επίσης το «άσπρο μέλι», που έβγαινε από τα άνθη του βαμβακιού, και το ριζάρι (φυτό που καλλιεργούνταν στην κοιλάδα του Κάικου ποταμού και από τη ρίζα του παραγόταν είδος βαφής). 20. Βλ. παράθεμα "Άγιος Παντελεήμονας". 21. «Στατιστικός Πίναξ της Επαρχίας Εφέσου (έδρα Μαγνησίας)», Ξενοφάνης 2 (Αθήνα 1905), σελ. 428-429. |