ανθύπατος, ο (proconsul)
Υψηλό αξίωμα της Ρωμαϊκής και της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου. Ο ανθύπατος (proconsul, vir spectabilis στη συγκλητική ιεραρχία) ήταν κατά κανόνα κυβερνήτης επαρχίας. Ανθυπατικές ήταν μόνο οι αρχαίες αυτοκρατορικές επαρχίες (στη Μικρά Ασία μόνο η επαρχία Ασίας και για μικρό χρονικό διάστημα η επαρχία Καππαδοκίας), ο δε ανθύπατος ήταν κατώτερος μόνο από το δομέστικο των σχολών και το στρατηλάτη της Ανατολής. Από τον 9ο αιώνα αναφέρεται ως τιμητικός τίτλος και παύει να χρησιμοποιείται από το 12ο αιώνα.
|
ιππείς, οι (equites)
Η χαμηλότερη βαθμίδα της ρωμαϊκής αριστοκρατίας, οι οποίοι είχαν οικονομική επιφάνεια προερχόμενη κυρίως από αστικού τύπου επαγγέλματα (τραπεζίτες, δημοσιώνες, έμποροι), αλλά όχι και πολιτικά προνόμια. Οι Δημοκρατικοί χρόνοι της Ρώμης είχαν σημαδευτεί από τους αγώνες τους κατά των συγκλητικών. Τους ιππείς προσεταιρίζονταν κυρίως ηγέτες που ήθελαν να προωθήσουν μια μοναρχικού τύπου διακυβέρνηση παραγκωνίζοντας τη σύγκλητο.
|
σατραπεία, η
1. Διοικητική περιφέρεια του αρχαίου περσικού κράτους. 2. Το αξίωμα του σατράπη και ο χρόνος εξουσίας του.
|
σατράπης, ο
Ο τίτλος είχε την έννοια του αντιπροσώπου του Πέρση βασιλιά και στην περσική γλώσσα χρησιμοποιούνταν ευρύτατα. Στους αρχαίους συγγραφείς ο όρος προσδιορίζει συνήθως έναν αξιωματούχο του περσικού κράτους που έχει την ανώτατη πολιτική και στρατιωτική εξουσία στη διοικητική του περιφέρεια, τη σατραπεία. Στα Ελληνιστικά χρόνια ο Μέγας Αλέξανδρος εισήγαγε το θεσμό στην οργάνωση της αυτοκρατορίας του στην Ανατολή. Τη Ρωμαϊκή περίοδο με τον ίδιο όρο δηλώνεται το κληρονομικό αξίωμα του Aρμένιου ευγενή, κυβερνήτη αρμενικού κλίματος (καντόνι, ιστορικογεωγραφική ενότητα), που στις αρμενικές περιοχές εντός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ασκούσε περιορισμένη εξουσία υπό την επικυριαρχία του Ρωμαίου αυτοκράτορα.
|
σύγκλητος, η (senatus)
Το ανώτατο πολιτειακό σώμα του ρωμαϊκού κράτους. Κατά την περίοδο της Πρώιμης Δημοκρατίας αποτελούσε το συμβούλιο των υπάτων, δηλαδή των ανώτατων αρχόντων του ρωμαϊκού κράτους. Αργότερα η ισχύς της αυξήθηκε και οι αρμοδιότητές της διευρύνθηκαν, με αποτέλεσμα να καταστεί το κύριο κυβερνητικό σώμα στη Ρώμη. Στους Αυτοκρατορικούς χρόνους η δύναμή της περιορίστηκε.
|
τύραννος, ο
Αρχικά ο όρος σήμαινε τον ευγενικής καταγωγής ανώτατο άρχοντα. Στη συνέχεια όμως δήλωνε το σφετεριστή της εξουσίας και αυτόν που διακυβερνούσε με απόλυτο τρόπο, αποσκοπώντας φαινομενικά στην ευημερία του λαού.
|